Επιστολή στήριξης προς την Ελλάδα, την οποία υπογράφουν κορυφαίοι οικονομολόγοι και πολιτικοί αναλυτές των Eiffel Group και Glienicke Group ανήρτησε την Πέμπτη στην ιστοσελίδα του το Ινστιτούτο Bruegel οι οποίοι ζητούν να υπάρξει συμφωνία αλλά να μην «πνιγεί» η οικονομία. «Η ελληνική τραγωδία δεν πρέπει να συνεχιστεί», αναφέρει το κείμενο, επισημαίνοντας ότι η αυξανόμενη δυσαρέσκεια της Ευρώπης με τη νέα ελληνική κυβέρνηση έχει οδηγήσει κάποιους να προτείνουν τη διακοπή των διαπραγματεύσεων ή ακόμα και την αποδοχή ενός Grexit, εξέλιξη η οποία θα αποτελεί «συλλογική πολιτική αποτυχία» και θα προκαλέσει την κοινωνική και οικονομική καταστροφή των Ελλήνων πολιτών. Οι υπογράφοντες το κείμενο υπογραμμίζουν ότι και η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη σε βάρος των πολιτών άλλων χωρών θα συνιστούσε αποτυχία, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η «εθνική κυριαρχία» κάθε χώρας πρέπει να γίνει σεβαστή.
Το κείμενο στήριξης έχει τίτλο «Δώστε μία ευκαιρία στην Ελλάδα» και υπογράφεται από τους Agnes Benassy-Quere, Yves Bertoncini, Jean-Louis Bianco, Armin von Bogdandy, Henrik Enderlein, Christian Callies, Marcel Fratzscher, Clemens Fuest, Sylvie Goulard, Andre Loesekrug-Pietri, Franz Mayer, Rostane Mehdi, Daniela Schwarzer, Denis Simonneau, Maximilian Steinbeis, Constanze Stelzenmüller, Carole Ulmer, Shahin Valee, Jakob von Weizsäcker και Guntram Wolff.
«Ο χρόνος εξαντλείται για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία πρέπει να αποφασίσει άμεσα αν θα προχωρήσει στην μεταρρύθμιση της χώρας. Εξακολουθεί να έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, την ξεκάθαρη εντολή του για ένα νέο ξεκίνημα στην χώρα, μακριά από τις παλιές ελίτ που την κατέστρεψαν. Αντιμετωπίζει όμως και μία σοβαρή πρόκληση: το γεγονός ότι κέρδισε αυτήν την εντολή με υποσχέσεις που δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να τηρήσει», αναφέρει, μεταξύ άλλων.
Επισημαίνει μάλιστα ότι η αποτυχία επιλύσης της ελληνικής κρίσης θα έχει σημαντικό κόστος για την Ευρώπη: «Μπορεί η ευρωζώνη να έχει περιορίσει τις πιθανότητες μετάδοσης της ελληνικής κρίσης μέσω ορισμένων ‘firewall’ όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε τον κίνδυνο της αλλαγής νοοτροπίας των αγορών που δεν θα θεωρούν πλέον την συμμετοχή στην ευρωζώνη ως μία μόνιμη και μη αναστρέψιμη δέσμευση».
«Η επίλυση του ελληνικού ζητήματος σε τελική ανάλυση αποτελεί μία δοκιμασία για την ικανότητα και την προθυμία της Ευρώπης να εργαστεί για την επίτευξη μίας πραγματικά λειτουργικής νομισματικής ένωσης. Είναι μια δοκιμασία για το πόσο ισχυροί είναι οι νέοι θεσμοί και η δομή της και πόσα βήματα πρέπει να κάνουμε ακόμη για να εμβαθύνουμε την θεσμική ολοκλήρωση της ζώνης του ευρώ. Αργά ή γρήγορα, τα διδάγματα από την ευρωπαϊκή κρίση θα πρέπει να αξιοποιηθούν μέσω αλλαγών στις ιδρυτικές συνθήκες», τονίζουν οι διακεκριμένοι οικονομολόγοι.
Το άρθρο προτείνει να δεσμευτεί πρώτα η Ελλάδα στην λήψη αξιόπιστων οικονομικών μεταρρυθμίσεων και σε αντάλλαγμα να υπάρξει ευρωπαϊκή αλληλεγγύη υπό τη μορφή επιχορηγήσεων έκτακτης ανάγκης και ενός τρίτου προγράμματος ενίσχυσης. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις, κατά το κείμενο, πρέπει να περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου οργανισμού συλλογής φόρων, ένα βελτιωμένο σχέδιο ιδιωτικοποιήσεων, μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος για να καταστεί βιώσιμο μακροπρόθεσμα, μια γρήγορη επιστροφή σε λογικά δημοσιονομικά πρωτογενή πλεονάσματα και μια μεταρρύθμιση στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών αγορές, προκειμένου να εισαχθεί ο ανταγωνισμός και να διασφαλιστεί προσαρμογή τιμών.
«Ένα δημοψήφισμα σχετικά με την πορεία των μεταρρυθμίσεων και την παραμονή στην ευρωζώνη θα πρέπει να θεωρείται ως έσχατη επιλογή για τους Έλληνες… η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως να επιλέξει το πεπρωμένο της. Η Ευρώπη οφείλει να προσφέρει στην Ελλάδα αλληλεγγύη και τις προϋποθέσεις για να ευημερήσει στη ζώνη του ευρώ. Αλλά πρέπει να είναι προετοιμασμένη για όλα τα ενδεχόμενα, συμπεριλαμβανομένου και ενός ανεπιθύμητου και δαπανηρού Grexit», καταλήγει το κείμενο.