“Παραλογισμό” χαρακτηρίζει ο Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης την απαίτηση της τρόικας για περαιτέρω λιτότητα και συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, υποστηρίζοντας ότι οι αποδοχές έχουν ήδη “κατακρημνιστεί” ενώ παράλληλα σημειώνεται η μείωση του εργατικού δυναμικού.
Η απαίτηση της τρόικας για περαιτέρω λιτότητα και συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, εξυπηρετεί μόνο την απαρέγκλιτη εφαρμογή των όρων δανεισμού και δεν γίνεται με βάση κάποιο μακροοικονομικό μοντέλο, επισημαίνει ο ΥΠΟΙΚ σε συνέντευξή του στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας The Australian.
Ο κ. Βαρουφάκης σκιαγραφεί την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, κάνοντας λόγο για μια «άνευ προηγουμένου» μείωση των δημόσιων και ιδιωτικών δαπανών, η οποία συνεκδοχικά σήμανε και την «άνευ προηγουμένου» μείωση του ΑΕΠ κατά 30%.
Αναφερόμενος στην αγορά εργασίας, σημειώνει ότι χαρακτηρίζεται από «πλήρη αταξία» εξαιτίας της ύφεσης, η οποία, όπως λέει, έχει οδηγήσει σε παραβίαση της εργασιακής νομοθεσίας, τόσο σε ό,τι αφορά τις αποδοχές όσο και στο ωράριο. Αναφορικά, δε, με τον δημόσιο τομέα, υποστηρίζει ότι οι αποδοχές έχουν «κατακρημνιστεί» και, παράλληλα, σημειώνεται «μείωση εργατικού δυναμικού, είτε μέσω συνταξιοδότησης είτε με άλλους τρόπους, πλην όμως απολύσεων».
Ο κ. Βαρουφάκης χαρακτηρίζει «παραλογισμό» την απαίτηση της τρόικας για περαιτέρω συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, καθώς, όπως λέει, εκεί βρίσκεται η «εναπομείνασα» αγοραστική δύναμη που κινεί στοιχειωδώς την αγορά.
Σε ερώτηση για τις λύσεις που έχει να προτείνει, αναφέρεται καταρχάς στη «διάλυση» της Ευρωζώνης με την έξοδο της «πλεονασματικής» Γερμανίας, τη δημιουργία δικού της νομίσματος και τη συνακόλουθη προσέλκυση κεφαλαίων, γεγονός που συνεπάγεται αποπληθωρισμό για τις ευρωπαϊκές χώρες με πλεονασματικές οικονομίες, εν αντιθέσει με τις ελλειμματικές οικονομίες, οι οποίες θα βιώσουν «έντονες πληθωριστικές πιέσεις και υψηλή ανεργία, με σοβαρές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία».
Ως εκ τούτου, προτείνει εκ των έσω «θεραπεία» της νομισματικής ένωσης με «απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ενοποίηση του τραπεζικού συστήματος και παράλληλη αποσύνδεση της κρίσης του τραπεζικού συστήματος από την οικονομική κρίση της εκάστοτε χώρας-μέλους της ευρωζώνης, με την ΕΚΤ να έχει την αποκλειστική ευθύνη».
Ο κ. Βαρουφάκης αναφέρεται επίσης στις συνέπειες που θα είχε μια έξοδος της Ελλάδας από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, τονίζοντας ότι η επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή και η διασύνδεσή της με το ευρώ «κατά το παράδειγμα της Αργεντινής», θα ήταν μία επιλογή, όμως, θα σήμαινε «πλήρη κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος για μήνες και καμία δυνατότητα δανεισμού, πέραν του προφανούς προβλήματος της απουσίας νομίσματος».
Ο Υπουργός Οικονομικών αναφέρει επίσης ότι πολλές επιχειρήσεις έχουν «εγκαταλείψει την Ελλάδα, λόγω αβεβαιότητας για την παραμονή της στην Ευρωζώνη», εντούτοις, υποστηρίζει ότι αυτή η κατάσταση θα συνεχισθεί όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλες χώρες της περιφέρειας της Ε.Ε., όσο η κρίση στην Ευρωζώνη δεν αντιμετωπίζεται ως συστημικό πρόβλημα, αλλά ως κρίσης χρέους της εκάστοτε χώρας.