Το ερώτημα που απασχολεί αρκετούς από εκείνους που συναναστράφηκαν σε διάφορες φάσεις της ζωής τους την Κατερίνα Ακριβοπούλου είναι τι απέμεινε από εκείνο το ολοζώντανο σοβαρό και δημοσιογραφικά πληθωρικό κορίτσι με τον ειρμό σκέψης και την άνεση στην παράθεση επιχειρημάτων.
Πώς συνέβη και τα δηκτικά της σχόλια, η ανεξάρτητη αιχμηρή της πένα και η κοινωνική της ευαισθησία αιχμαλωτίστηκαν, αν δεν υποτάχθηκαν, στις επικοινωνιακές ανάγκες μιας κυβέρνησης;
Επρόκειτο μόνο για μια μαγνητική έλξη προς την εξουσία, ήταν θέμα ιδεολογικών πεποιθήσεων ή ήταν αποτέλεσμα της πίεσης μιας εργασιακής ανασφάλειας;
Οπως και να ’χει, πάντως, δεν ήταν καμιά πρωτάρα στο πολιτικό ρεπορτάζ που ψηλαφούσε τις επαγγελματικές ευκαιρίες.
Το ξεκίνημα
Όπως γράφει το σχετικό δημοσίευμα στο protothema.gr, η Κατερίνα Ακριβοπούλου ξεκίνησε νεαρή την καριέρα της από την εφημερίδα «Θεσσαλία» του Βόλου, γενέθλιου τόπου της, το μακρινό 1978.
Στην πρωτεύουσα της Μαγνησίας που συχνά επισκέπτεται -προσφάτως σε παραλιακό ουζερί βρέθηκε παρέα με υπουργό της τρέχουσας κυβέρνησης και την οικογένειά του- έκανε την πρώτη της ζωντανή εκπομπή σε περιφερειακό σταθμό συμμετέχοντας στην ομάδα του Κώστα Ρεσβάνη.
Μετακόμισε και εγκαταστάθηκε αργότερα μόνιμα στην Αθήνα, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και δούλεψε σε διάφορες καθημερινές εφημερίδες. Ξεχώρισε σύντομα για τη δημοσιογραφική δεινότητά της, όπως ακριβώς και για τα όμορφα φυσικά της χαρακτηριστικά. Δεν περνούσε απαρατήρητη από κανέναν τόσο για το ήθος όσο και για τη ριζοσπαστική οπτική της -ήταν για ένα ολόγιομο φεγγάρι οργανωμένη στο ΚΚΕ- ώστε να λένε γι’ αυτήν ότι μπορούσε να «πατήσει» κάθε ιδεολογικό αντίπαλο σαν αυγό στην πρόσθια ρόδα του οδοστρωτήρα.
Τσαγανό, ανυπόκριτη γοητεία, κατάρτιση και συγκρουσιακή άποψη συνιστούσαν τα ατού της όταν δούλευε στην τότε ΕΡΑ 4, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα και πρωινή ενημερωτική εκπομπή αλλά και συμμετέχοντας στη ομάδα που έστησε τον διαδημοτικό σταθμό Δίαυλο 10, στα Νέα Λιόσια, όπου και πάλι βρέθηκε πίσω από τα μικρόφωνα.
Ανδρέας Παπανδρέου, Άκης Τσοχατζόπουλος
Εντονα πολιτικοποιημένη με προοδευτικό, όπως λέγεται, πρόσημο, υποδέχθηκε με ανακούφιση το 1993 την επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου στην κυβέρνηση. Συνδέθηκε ως πολιτική ρεπόρτερ με το ρεύμα του Ακη Τσοχατζόπουλου και τον εκ των πιστών του τότε συνοδοιπόρων Αντώνη Κοτσακά. Είχε ήδη γίνει μητέρα του Κωνσταντίνου που απέκτησε μαζί με τον επίσης δημοσιογράφο σύζυγό της, αλλά δεν μετρίασε τις επαγγελματικές της ενασχολήσεις. Φανατική αντι-Σημιτική, υποστήριξε τον Γεράσιμο Αρσένη στη μάχη για τη διαδοχή στο ΠΑΣΟΚ μετά τον θάνατο του ιδρυτή και ηγέτη του Κινήματος, ενώ η ίδια μετά από ένα πέρασμα από το STAR προσλήφθηκε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ το 1996. Εκεί εργάστηκε αρχικά ως αρχισυντάκτρια και βαθμιαία εξελίχθηκε χάρη στα αδιαμφισβήτητα προσόντα της σε υποδιευθύντρια ειδήσεων και παρουσιάστρια του κεντρικού μαγκαζίνο. Ηταν η εποχή που κατέγραφε ραδιοφωνικά πιένες με το πότε θεληματικά αυστηρό και πότε ειρωνικό ύφος της, αλλά κυρίως με τις οξυδερκείς παρεμβάσεις της. Ο ιδιοκτήτης του σταθμού Γιάννης Αλαφούζος ήταν περήφανος για την επιτυχία της και χαρούμενος που ένα τόσο δυναμικό πυρομαχικό συγκαταλεγόταν στο οπλοστάσιο του σταθμού.
Μάλιστα η ιδιοκτησία του τηλεοπτικού ΣΚΑΪ της ανέθεσε το κεντρικό δελτίο του καναλιού, αλλά εκεί δεν σημείωσε αντίστοιχη με τη ραδιοφωνική της επιτυχία και περιορίστηκε σε ρόλο σχολιάστριας.
Με Καραμανλή
Οταν το 2004 ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Κώστας Καραμανλής, εξαιτίας του αντι-εκσυγχρονιστικού της βραχυκυκλώματος, αν όχι λόγω πολιτικής εμπάθειας, υποδέχθηκε τον νέο πρωθυπουργό περίπου σαν απελευθερωτή από τη λαίλαπα που υποτίθεται ενσάρκωνε ως πρωθυπουργός ο Σημίτης.
Η δημοκρατικών πεποιθήσεων και έξω καρδιά στις κοινωνικές της συναναστροφές Κατερίνα βίωσε έκτοτε μια σχετικά ήπια επαγγελματική περίοδο κατά τη «σεμνή και ταπεινή» διακυβέρνηση, όπου δεν φειδόταν ενίοτε «φιλελέ» τοποθετήσεων στα μικρόφωνα. Και μετά κατέφτασε με αμείλικτη ένταση η κρίση η οποία επαναπροσδιόρισε στο δημόσιο σώμα στάσεις και συμπεριφορές. Κάπου εκεί η δημοσιογράφος, σε μια περίοδο ανατροπών και μετασχηματισμών, επαναριζοσπαστικοποιήθηκε και συντάχθηκε ολόψυχα με το μέτωπο κατά των πολιτικών της τρόικας και των μνημονίων. Ξαναβρέθηκε με παλιούς συντρόφους της, σταδιακά πήρε το αυστηρό της και φόρεσε συμβολικά την γκριμάτσα της αγανακτισμένης, που ατυχώς αδυνατούσε να ανασυστήσει το χορτάτο παρελθόν.
Οι μετακινήσεις
Οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι ώστε να τα σπάσει για λόγους αξιοπρέπειας, όπως επικαλέστηκε, με τον Γιάννη Αλαφούζο και να αποχωρήσει μετά από πολλά χρόνια σταδιοδρομίας από το ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ το 2014, λίγο μετά την παραίτηση του Νίκου Ευαγγελάτου από τον ομώνυμο τηλεοπτικό σταθμό.
Η ασυνήθιστη σε μετακινήσεις Ακριβοπούλου βρέθηκε για λίγο στον ιστότοπο «Αλ Τσαντίρι» του επίσης αντιμνημονιακού φίλου της Λάκη Λαζόπουλου, μεταπήδησε στον Real FM του Νίκου Χατζηνικολάου, από όπου αποχώρησε με προορισμό τον ALPHA του Δημήτρη Κοντομηνά. Εν τω μεταξύ, προέκυψε και η «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνηση στην οποία προσφέρει ολόθερμα τα διαπιστευτήριά της με εκείνο το ασίγαστο πολιτικό πάθος που ανέκαθεν τη χαρακτήριζε, έστω και με έκπτωση του δημοσιογραφικού λόγου. Δεν πίστευαν στα μάτια τους οι ακροατές της εκδήλωσης του ΣΥΡΙΖΑ Αχαΐας με θέμα «Συζητάμε για τη διαπλοκή και τα ΜΜΕ», όταν τον Απρίλιο του 2016 την αντίκρισαν στο Μέγαρο Λόγου και Τέχνης της Πάτρας να εξακοντίζει πύρινες φραστικές βολές κατά «των γκάνγκστερ καναλαρχών που είχαν ψευδαίσθηση της σιγουριάς ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα προχωρήσει με τις τηλεοπτικές άδειες». Κάποιοι πιο προσγειωμένοι φίλοι της λέγεται ότι την προειδοποιούσαν τότε ότι με τέτοιο οξύτατα ακραίο ύφος θα έβρισκε τις πόρτες των λεγόμενων «συστημικών καναλιών» κλειστές. Πόσο μάλλον όταν μπροστά της πιθανολογείται πως έχασκε βιοποριστικός γκρεμός. Ωστόσο πάντα υπήρχε το εναλλακτικό μονοπάτι που πρόσφερε διέξοδο στους πρόθυμους ψάλτες της κυβερνητικής πολιτικής.
Πετάει-πετάει ο γάιδαρος…
Εικάζεται ότι με διαμεσολάβηση του ίδιου του πρωθυπουργού με τον οποίο διατηρούσε ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας εγκαταστάθηκε ως εξωτερική συνεργάτιδα στην αενάως υπάκουη στο γκουβέρνο ΕΡΤ, αρχικά με την «Αίθουσα Σύνταξης» και κατόπιν με τη μονολιθικού φανατισμού «Δεύτερη Ματιά». Τα υπόλοιπα θα συνέθεταν απλώς μια ιστορία ανταπόδοσης ευγνωμοσύνης στην κυβερνητική γαλαντομία με τα λεφτά των άλλων, δηλαδή των φορολογούμενων, αν η «ανυποχώρητη» δημοσιογράφος δεν αναλάμβανε μόνο να επικοινωνήσει τη γραμμή της αλλά προχώρησε σε προπαγανδιστική κατάχρηση της δημόσιας συχνότητας. Χώρια που μαζί με την εκπλήρωση των τηλεοπτικών καθηκόντων της που αποσκοπούσαν αποκλειστικά στην υπεράσπιση των αφεντικών της, αναρτούσε στον προσωπικό της διαδικτυακό λογαριασμό υβριστικές και χλευαστικές επιθέσεις εναντίον του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεδομένου ότι εκτιμάται πως το τηλεοπτικό και διαδικτυακό της κοινό ήταν περίπου το ίδιο, θεωρήθηκε πως εκτελούσε διατεταγμένη υπηρεσία.
Ωστόσο, σε μια υπηρεσία όπου όφειλε να είναι παρούσα, όπως στο εκλογικό πάνελ της ΕΡΤ μεταξύ των δημοσιογράφων, η Κατερίνα Ακριβοπούλου δεν εμφανίστηκε. Είτε λόγω της περιβόητης αντικειμενικότητάς της, είτε εξαιτίας της θλίψης για το εύρος της συντριβής του κυβερνώντος κόμματος στις ευρωεκλογές. Ενδεχομένως να προτίμησε να πνίξει μακριά από τη δημοσιότητα τον αδυσώπητο πόνο της για τον Αλέξη Τσίπρα από τον οποίο ανέμενε, όπως έγραφε κάποτε, από παιδί που γεννήθηκε στην πρώτη Μεταπολίτευση, να εξελιχθεί σε «πατέρα» της δεύτερης. Ατυχώς τόσο για την ίδια όσο και για τον απερχόμενο πρωθυπουργό οι πρώτες εντυπώσεις σκιάστηκαν από μια διαδρομή που δεν τους επιτρέπει δεύτερη ευκαιρία. Εξάλλου, όπως πιστοποιήθηκε και από το προπαγανδιστικό βίντεο των Συριζοτρόλ που η Κατερίνα Ακριβοπούλου πρόβαλε στην εκπομπή της, ακόμα και για τους σανοφάγους κανένας γάιδαρος δεν πετάει.