Αν και ήταν πάντα προκλητικός, τα τελευταία χρόνια η συμπεριφορά του στάθηκε καθοριστική για να ανατρέψει κάθε θετική εντύπωση. Είτε όταν άφησε αναίσθητο έναν δημοσιογράφο είτε όταν ούρησε μέσα στο αεροπλάνο μέσα στην καμπίνα των επιβατών είτε όταν έδειρε και έβρισε έναν αυτοκινητιστή στο κέντρο στο Παρίσι. Ακόμα και η σιωπή του είναι υβριστική, προκλητική, ενοχλητική.
Ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ έκλεισε τα εβδομήντα του χρόνια (γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 1948) μακριά από την Γαλλία για την οποία ήταν κάποτε υπερήφανος _κι εκείνη επίσης.
Με την μόνιμη επωδό «δεν θέλω δημοσιογράφους», εθεάθη στον εορτασμό των 70 χρόνων του βορειοκορεατικού κράτους, έχοντας ξεκινήσει μια «φιλική» σχέση με τον Κιμ… Αλλωστε ο ενθουσιασμός του για τον Πούτιν δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης του διαφορετικού μοντέλου πολιτικού που πλέον επικροτεί και στηρίζει.
«Νιώθω καλά μέσα σε αυτήν τη μείξη πνευματικότητας και σάρκας των “Αδελφών Καραμαζώφ”, την υπερβολή, το αλκοόλ, την τρέλα», έγραψε στην αυτοβιογραφία του για την καινούργια πατρίδα του, ενώ βρίσκει πολλά κοινά με τον Πούτιν: «Στα δεκαπέντε μας, ούτε σε εμένα ούτε σε εκείνον θα πόνταρε κανείς. Κι ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε γίνει εγκληματίες, δεν γίναμε. Ισως γιατί ήμασταν τυχεροί….».
Προσπαθούσε να τον ρίξει με τις βελόνες του πλεξίματος
O γιος ενός αγράμματου αλκοολικού εργάτη και μιας γυναίκας που ήθελε να κάνει έκτρωση με βελόνες πλεξίματος αλλά δεν κατάφερε να απαλλαγεί από το μωρό που περίμενε, ο μικρός Ζεράρ μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον φτώχειας, που δεν έδειχνε να εκτιμά τίποτα ιδιαίτερα. Δεν άργησε να βρει διέξοδο στις κλοπές, στο μικρο-έγκλημα ενώ συνήθισε να πουλά τον εαυτό του στους περαστικούς οδηγούς φορτηγών, γιατί άρεσε τους ομοφυλόφιλους όπως έλεγε.
«Ηξερα από πολύ μικρός πως να ευχαριστώ τους ομοφυλόφιλους και κάθε φορά που κάποιος με πλησίαζε ζητώντας σεξ εγώ ζητούσα για αντάλλαγμα χρήματα», γράφει, προσθέτοντας πως συχνά λήστευε τους «πελάτές» του: «Τους έκλεβα. Τους χτυπούσα και έφευγα με όλα τα λεφτά τους.»
Ξέθαβε πεθαμένους
Συχνά, επίσης, βοηθούσε στο να ξεθάψουν πρόσφατα πεθαμένους από το νεκροταφείο προκειμένου να κλέψει χρυσαφικά και παπούτσια, ενώ στα 16 του χρόνια μπήκε για τρεις εβδομάδες στη φυλακή για την κλοπή ενός αυτοκινήτου.
Φτάνοντας στο Παρίσι δεν άλλαξε ούτε νοοτροπία, ούτε τακτική. Συνέχιζε να κλέβει και να εκδίδεται. Τον έσωσε από την εξαθλίωση ένας ομοφυλόφιλος κυνηγός ταλέντων, που του πλήρωσε τις θεατρικές σπουδές. Αυτό ήταν. Μπήκε στον χώρο του κινηματογράφου, κυρίως, και δεν άργησε να ξεχωρίσει. Συνέχιζε όμως να έλκεται από τον κίνδυνο και τον θάνατο. Εχει στο ενεργητικό του πάνω από 200 ταινίες και τουλάχιστον 18 ατυχήματα με την μηχανή του από τα οποία γλίτωσε και επιβίωσε. Λάτρης του κινδύνου, πάντα έδινε την αίσθηση ότι δεν υπολογίζει την ζωή, ο Ντεπαρντιέ μοιάζει να είναι αήθης, μη μπορώντας να ξεχωρίσει το καλό και το κακό.
Κακός πατέρας
Πατέρας τεσσάρων παιδιών, από τρεις διαφορετικές γυναίκες, έζησε τον χαμό του πρωτότοκου γιου του, επίσης ηθοποιού, Γκιγιόμ Ντεπαρντιέ, από τον γάμο του με την ηθοποιό Ελιζαμπέτ Γκινιό. Ο Γκιγιόμ, που δεν κατάφερε να ξεφύγει από την πατρική κακή επιρροή, στράφηκε νωρίς στα ναρκωτικά και στις κλοπές, ενώ όταν προσπάθησε να σώσει τον εαυτό του ήταν αργά. Μια οξεία πνευμονία στάθηκε η αιτία για τον θάνατό του, αφού οι γιατροί του είχαν πρώτα ακρωτηριάσει το πόδι.
Ο Ζεράρ είχε παραδεχθεί δημοσίως ότι ήταν κακός πατέρας και ότι τα παιδιά του ντρέπονταν για τον επώνυμό που έφεραν. Η κόρη του η Ζυλί, ηθοποιός επίσης, έχει δηλώσει ότι ντρέπεται ακόμα και να τον κοιτάξει…. «Εχω κάνει πέντε πλαστικές εγχειρήσεις για να μην του μοιάζω», είχε δηλώσει πριν από μερικά χρόνια η κόρη του.
Το 1965, έπαιξε για πρώτη φορά σε κινηματογραφική ταινία αλλά ήταν το 1974 που ξεχώρισε παίζοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Μπερτράν Μπλιέ «Ο Χορός των Διεφθαρμένων» («Les Valseuses»). Μια μεγάλη καριέρα άνοιξε για τον γοητευτικό άσχημο του γαλλικού αλλά και του διεθνούς σινεμά με σημαντικές συνεργασίες: Φρανσουά Τρυφώ, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, Μορίς Πιαλά, Κατρίν Ντενέβ, Φανί Αρντάν, Αντρέι Βάιντα, Ιζαμπέλ Αντζανί. Επαιξε τον Συρανό ντε Μπερζεράκ, τον Χριστόφορο Κολόμβο, έγινε ο Οβελίξ. Κέρδισε βραβεία, διακρίσεις, μετάλλια, τίτλους.
Πληθωρικός, ασυμβίβαστος, προκλητικός, ένα κοινωνικό φαινόμενο από μόνος του, ο Ντεπαρντιέ ξαναβρήκε την άξεστη συμπεριφορά του, συνδυασμένη με τον πλούτο που απέκτησε μέσα στα πενήντα χρόνια καριέρας. Εχοντας επιλέξει να κάνει «ό,τι θέλει» και με μοναδικό γνώμονα μια εσωτερική φωνή που τον οδηγεί, πίνει, τρώει, παχαίνει, καλλιεργεί αμπέλια, φτιάχνει κρασιά, κάνει ψυχανάλυση και γράφει βιβλία.
Στα εβδομήντα του χρόνια ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ δεν αρνείται ότι είναι «οδυνηρό να γερνάς» ούτε ότι σκέφτεται τον θάνατο. Ωστόσο θεωρεί ότι ανήκει στο είδος εκείνο των ανθρώπων που επιβιώνουν…. Και μάλλον έχει δίκιο.
πηγή: iefimerida