Σε πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε ο Λάκης Γαβαλάς στα Παραπολιτικά αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων και στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει. Παρόλα αυτά όμως δείχνει δύναμη καρδιάς και συνεχίζει…
” Δεν ξέρω αν τελικά έκανα καλά που χωρίς κανένα πολιτικό δόγμα έφτιαξα έναν χώρο που μόνο κάποιος που έχει στα εσώψυχά του κάτι από κομμουνισμό ή αριστερή φιλοσοφία θα μπορούσε να κάνει. Αν και ήδη είχα ένα κτίριο στην Κηφισίας, με πολύ καλή πελατεία, ουσιαστικά το έκανα για να φιλοξενήσω 300 άτομα προσωπικό. Θέλησα να κάνω ένα άνοιγμα βασιζόμενος στα όσα μας υπόσχονταν οι τότε κυβερνήσεις…», εξομολογείται.
“Το 2010, όταν έκανε την παρουσία της η κρίση, άρχισαν τα προβλήματα, τα οποία εγώ δεν είχα αντιληφθεί εξαιτίας των συχνών ταξιδιών μου στο εξωτερικό. Και ενώ όλοι μου έλεγαν ότι η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε, εγώ απαντούσα: “Eίστε τρελοί. Δεν φεύγω γιατί αγαπώ τη χώρα μου και θα μείνω εδώ”. Αλλά άργησα να καταλάβω πως είχα στα οικονομικά της επιχείρησής μου τέρατα, ελεεινά άτομα και μέχρι σήμερα τους κάνω καταγγελίες, αλλά το κράτος δεν κάνει τίποτα. Όμως δεν το βάζω κάτω! Ζω για να ταλαιπωρώ αυτούς που πιστεύουν πως θα με εξοντώσουν και αυτό είναι και το μότο μου. Δεν εξοντώνομαι εύκολα. Η φυλακή ουσιαστικά ήταν μια δοκιμασία των αντοχών μου. Έτσι το βλέπω”.
” Όσοι ζουν και περνάνε καλά εις βάρος μου εύχομαι να περνάνε δύο φορές τον μήνα από φαρμακεία, κάτι που εγώ δεν θα κάνω, γιατί τα έχω πολύ καλά με τον εαυτό μου. Αυτή τη στιγμή, σας δίνω συνέντευξη και το μόνο που θέλω είναι να βάλω αγγελία “Ζητείται εργασία”, αν είναι δυνατόν ακόμα και μέσα στο ίδιο μου το κτίριο, το οποίο είναι ακόμα μουσείο, για να το βλέπουν όλοι οι ξένοι και να με λένε ηλίθιο που το έφτιαξα. Έχω κάνει και μια αίτηση στον δήμο για να με πάρει, ώστε να μπορώ να αποπληρώνω τα χρέη μου μέσα από κοινωνική υπηρεσία που θα προσφέρω σαν καθαριστής ή με το να προσφέρω φαγητό στα συσσίτια, γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος», δήλωσε.
Και κατόπιν πρόσθεσε: «Η Ελλάδα με πέταξε… στα αζήτητα. Και η μεγαλύτερη τιμωρία μου είναι να έρχομαι σε ένα κτίριο που το έκανα με τόση αγάπη».