Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου συναντήθηκε σήμερα (3/1) με ηγέτες της συριακής αντιπολίτευσης, μετά τις πρώτες απευθείας επαφές σε επίπεδο υπουργών μεταξύ Άγκυρας και Δαμασκού που έγιναν από το 2011.
Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας δημοσίευσε στο Twitter φωτογραφίες από τη συνάντησή του στην Άγκυρα με τον επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου της συριακής αντιπολίτευσης Μαχμούτ αλ Μασλάτ και άλλα ανώτερα στελέχη.
«Επαναδιατυπώσαμε την υποστήριξή μας προς τη συριακή αντιπολίτευση και τον συριακό λαό σύμφωνα με το ψήφισμα 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ», τόνισε ο Τσαβούσογλου, αναφερόμενος στο ψήφισμα του ΟΗΕ το 2015 που καλεί σε κατάπαυση του πυρός και σε μια πολιτική διευθέτηση στη Συρία.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε λιγότερο από μία εβδομάδα μετά τη συνάντηση των υπουργών Άμυνας της Τουρκίας και της Συρίας στη Μόσχα.
Η Άγκυρα υποστηρίζει εδώ και 12 χρόνια τους Σύρους αντάρτες που προσπαθούν να ανατρέψουν το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ.
Όμως ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είχε αποκαλέσει τον Άσαντ «τρομοκράτη» το 2017, αποδέχτηκε έκτοτε την ιδέα για μια πιθανή συνάντηση με τον Σύρο ηγέτη.
Πρότεινε τις συνομιλίες μεταξύ των υπουργών Άμυνας των δύο χωρών να ακολουθήσει μια συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών, η οποία ενδέχεται να θέσει τις βάσεις για μια πιθανή σύνοδο κορυφής προέδρων.
Ο Τσαβούσογλου δήλωσε ότι αναμένει να συναντηθεί με τον Σύρο ομόλογό του Φαϊζάλ Μεκντάντ στη Μόσχα το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου.
Όμως η Δαμασκός δεν φαίνεται να συμμερίζεται την επιθυμία της Άγκυρας για ένα άνοιγμα. Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι ο Άσαντ δεν θα συμφωνήσει να συναντηθεί με τον Ερντογάν πριν από τη διεξαγωγή εκλογών στην Τουρκία, που είναι προγραμματισμένες το αργότερο για τον Ιούνιο.
Το ενδεχόμενο μιας συμφιλίωσης μεταξύ των δύο χωρών έχει ανησυχήσει τους ηγέτες της συριακής αντιπολίτευσης, οι οποίοι κατοικούν κυρίως σε περιοχές της Συρίας που βρίσκονται υπό τον έμμεσο έλεγχο της Άγκυρας.
Η προοπτική αυτή, που προκάλεσε την ανησυχία της Ουάσινγκτον, υποστηρίζεται από τη Μόσχα, τη βασική στρατιωτική σύμμαχο της Δαμασκού.