Η τουρκική κυβέρνηση ενισχύει τη «φίμωση» κατά του Τύπου και της αντιπολίτευσης, σύμφωνα με δημοσιογράφους και ακτιβιστές.
«Ο νόμος περί παραπληροφόρησης συνιστά άλλο ένα όπλο εναντίον μας στο οπλοστάσιο της κυβέρνησης», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Γκιοκχάν Μπιτσιτζί, αρχισυντάκτης του ανεξάρτητου ιστοτόπου ενημέρωσης dokuz8NEWS στην Κωνσταντινούπολη.
«Ήδη είχαν ντουλάπες γεμάτες τουφέκια και δεκάδες εργαλεία και όπλα στην διάθεσή τους για να φιμώσουν τα μέσα ενημέρωσης», δήλωσε στο AFP από το γραφείο του στην ασιατική πλευρά της πόλης.
Ο Μπιτσιτζί επικαλέστηκε κυρίως «την προσβολή του προέδρου», κατηγορία που έχει επιτρέψει τα τελευταία χρόνια τη δίωξη δεκάδων χιλιάδων επικριτικών φωνών στην Τουρκία -φοιτητές, αθλητές ακόμη και μια πρώην Μις Τουρκία.
Τον Οκτώβριο το τουρκικό κοινοβούλιο υιοθέτησε νέο νόμο που τιμωρεί την μετάδοση «ψευδών ειδήσεων» με ποινή φυλάκισης έως τριών ετών, χωρίς να ορίζει τι μπορεί να συνιστά «ψευδή είδηση».
Το ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και οι εθνικιστές σύμμαχοί του του κόμματος MHP (Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος), που έχουν την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, ψήφισε τροπολογίες που κρίνονται «επικίνδυνες» ακόμη και «δυστοπικές» από τους υπερασπιστές των πολιτικών δικαιωμάτων.
«Διακριτική ευχέρεια»
Για τον ειδικό του ψηφιακού δικαίου Γιαμάν Ακντενίζ, ο νόμος αυτός παρέχει «ευρεία διακριτική ευχέρεια στις αρχές», κάτι το οποίο ενέχει τον κίνδυνο σαφούς αυθαιρεσίας σε προεκλογική περίοδο. «Δεν προκαλεί επομένως έκπληξη ότι ο πρώτος άνθρωπος που διώκεται βάσει αυτού είναι ο ηγέτης του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης», σημειώνει.
Πιθανός υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του Ιουνίου του 2023 απέναντι στον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), διώκεται επειδή κατηγόρησε στο Twitter την κυβέρνηση ότι ευθύνεται για «την επιδημία μεθαμφεταμινών» που πλήττει την Τουρκία.
Ο Ερντογάν υπερασπίστηκε με ζήλο τον νόμο, καταγγέλλοντας τα «χωρίς όρια και δεοντολογία και ηθική» μέσα κοινωνικής δικτύωσης «που πυροδοτούν την πόλωση και την φωτιά του μίσους».
Ωστόσο και ο ίδιος είχε στηριχθεί στο Twitter για να κινητοποιήσει τους υποστηρικτές του κατά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016.
Με τον νόμο περί παραπληροφόρησης, «η κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει σημαντικό έλεγχο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», σημειώνει η Έμα Σινκλέρ-Γουέμπ, εκπρόσωπος του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW).
«Ο νόμος τους βάζει σε πολύ δύσκολη θέση: είτε συμμορφώνονται και αφαιρούν περιεχόμενο, είτε αποκαλύπτουν τα δεδομένα των χρηστών τους υπό την απειλή τεράστιων προστίμων», υπογραμμίζει.
Ο νόμος, που τέθηκε σε ισχύ την ώρα που η πλευρά του προέδρου έχει χάσει περισσότερο από ποτέ έδαφος λόγω της οικονομικής κρίσης και του πληθωρισμού που υπερβαίνει το 80%, επιτρέπει στις αρχές να αναστείλουν τη λειτουργία του Ίντερνετ ή να περιορίσουν την πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως συνέβη μετά την επίθεση της 13ης Νοεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη (6 νεκροί, 81 τραυματίες).
Περισσότερη πίεση
Όπως μεταδίδει και το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στο στόχαστρο βρίσκονται επίσης οι Κούρδοι δημοσιογράφοι και τα μέσα ενημέρωσης: η Φατμά Ντεμιρελί, διευθύντρια της μη κυβερνητικής οργάνωσης υπεράσπισης της ελευθερίας της έκφρασης P24, ανέφερε «νέες συλλήψεις με στόχο μεγάλο αριθμό δημοσιογράφων από το καλοκαίρι».
«Φοβόμαστε ότι ο νέος αυτός νόμος (…) θα επιδεινώσει κι άλλο την κατάσταση», σημείωσε μιλώντας στο AFP.
Στα τέλη του Οκτωβρίου, 9 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν στην Κωνσταντινούπολη και άλλες πόλεις της χώρας, μεταξύ των οποίων το Ντιγιάρμπακιρ στη νοτιοανατολική Τουρκία, όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι Κούρδοι, με την κατηγορία ότι έχουν σχέσεις με οργανώσεις που χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές», όπως το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), στο οποίο οι τουρκικές αρχές απέδωσαν την επίθεση της Κωνσταντινούπολης.
Με αυτούς ανήλθε σε 76 ο αριθμός των δημοσιογράφων που βρίσκονται στη φυλακή στην Τουρκία, σύμφωνα με την καταμέτρηση της πλατφόρμας επιτήρησης της ελευθερίας του Τύπου Expression Interrupted.
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα κατατάσσουν την Τουρκία στην 149η θέση –ανάμεσα σε 180 χώρες– του καταλόγου τους για την ελευθερία του Τύπου.
Η Φατός Ερντογάν, δημοσιογράφος του dokuz8NEWS, δηλώνει ότι τα ρεπορτάζ γίνονται ολοένα και πιο δύσκολα.
«Ήδη ήμασταν θύματα βίας, αλλά έχω την αίσθηση ότι θα υπάρξει περισσότερη πίεση. Ανησυχώ για την ασφάλειά μας», υποστηρίζει.
«Διώξεις και απειλές αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας», συμπληρώνει ο αρχισυντάκτης της Γκιοκχάν Μπιτσιτζί.
«Πλέον το να είναι προσεκτικοί και να αποφεύγουν όσο το δυνατό περισσότερο να γίνονται στόχος είναι η μεγαλύτερη ανησυχία των δημοσιογράφων στην Τουρκία, ακόμη και των πιο ελεύθερων ανάμεσά τους», καταλήγει.