Εκτός από την εκτόξευση του κόστους διαβίωσης, οι Βρετανοί έχουν τώρα να αντιμετωπίσουν και τον κίνδυνο να τους λείψει η μπίρα. Οι γνωστές παμπ, μπιραρίες της Βρετανίας, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι εξαντλούνται τα αποθέματα υγροποιημένου διοξειδίου του άνθρακα που χρησιμοποιούν στην παρασκευή μπίρας και άλλων αναψυκτικών.
Η ανησυχία για το διοξείδιο του άνθρακα έχει ενταθεί τις τελευταίες ημέρες, καθώς η εταιρεία λιπασμάτων CF Industries Holdings ανακοίνωσε ότι διακόπτει την παραγωγή αμμωνίας στο εργοστάσιό της εξαιτίας των υψηλών τιμών του φυσικού αερίου. Η εν λόγω εταιρεία ελέγχει πολύ μεγάλο μερίδιο αγοράς και καλύπτει το 42% των αναγκών της χώρας σε διοξείδιο του άνθρακα. Εν ολίγοις το ζήτημα αρχίζει να λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις, καθώς πλήττονται οι βιομηχανίες που χρειάζονται το διοξείδιο του άνθρακα. Το φυσικό αέριο αποτελεί βασικό συστατικό για τα περισσότερα αζωτούχα λιπάσματα, με το διοξείδιο του άνθρακα να αποτελεί υποπροϊόν τής εν λόγω διαδικασίας.
Το διοξείδιο του άνθρακα είναι αναγκαίο στοιχείο στις σχετικές βιομηχανίες, καθώς χρησιμοποιείται και στα τρόφιμα και στα ποτά. Πρωτίστως βοηθάει στη συντήρηση των προϊόντων, αλλά όσον αφορά τις μπίρες και τα αναψυκτικά είναι το συστατικό που δημιουργεί τον χαρακτηριστικό αφρό. Η Βρετανική Ενωση Ζυθοποιίας απηύθυνε, έτσι, έκκληση στην κυβέρνηση να προστατεύσει την τοπική παραγωγή και τις τοπικές παμπ.
Ωστόσο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, το Λονδίνο φαίνεται απρόθυμο να προσφέρει περαιτέρω οικονομική βοήθεια στη CF Industries, σε αντίθεση με τις κινήσεις που έκανε στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, όταν τη συνέδραμε προκειμένου η τελευταία να συνεχίσει την παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα.
Αντίστοιχα προβλήματα, φυσικά, παρατηρούνται και σε άλλες χώρες. Η ζυθοποιία Carlsberg, για παράδειγμα, προειδοποίησε ότι είναι πιθανό να αναγκαστεί να μειώσει ή και να σταματήσει εντελώς την παραγωγή μπίρας στην Πολωνία εξαιτίας των ελλείψεων σε υγροποιημένο CO2, καθώς η μεγαλύτερη εταιρεία χημικών της χώρας, η Beata Ptaszynska-Jedynak, ανέστειλε τη σχετική παραγωγή.
Φυσικά, η πηγή του προβλήματος ανάγεται στις αυξημένες τιμές του φυσικού αερίου εν μέσω της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη και της σκληρής διελκυστίνδας ανάμεσα στην Ε.Ε. και στη Ρωσία.