Τη δυσαρέσκειά του εξέφρασε ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να απαγορεύσει τις αμβλώσεις, ανατρέποντας μια απόφαση 50 χρόνων.
Ο Τζο Μπάιντεν χαρακτήρισε ειδικότερα λυπηρή την ημέρα αυτήν τόσο για τη Δικαιοσύνη όσο και για την Αμερική, στο έκτακτο διάγγελμά του για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου.
«Τώρα με την κατάργηση της απόφασης, ας είμαστε ξεκάθαροι, η υγεία και η ζωή των γυναικών σε αυτό το έθνος βρίσκονται πλέον σε κίνδυνο», ανέφερε ο Αμερικανός πρόεδρος. «Το δικαστήριο έκανε αυτό που δεν έχει ξανακάνει ποτέ στο παρελθόν: να αφαιρέσει ρητά ένα συνταγματικό δικαίωμα που είναι τόσο θεμελιώδες για τόσους πολλούς Αμερικανούς».
«Η Αμερική γυρνάει πίσω 150 χρόνια», τόνισε χαρακτηριστικά. «Είναι μια λυπηρή μέρα για τη χώρα», σημείωσε. «Πολλές γυναίκες, θα αναγκάζονται να μεγαλώσουν το παιδί του βιαστή τους». πρόσθεσε μεταξύ άλλων.
«Ήταν τρεις δικαστές που ορίστηκαν από έναν πρόεδρο, τον Ντόναλντ Τραμπ, που αποτέλεσαν τον πυρήνα της σημερινής απόφασης να ανατραπεί η πλάστιγγα της δικαιοσύνης και να εξαλειφθεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα για τις γυναίκες σε αυτή τη χώρα. Μην κάνετε λάθος, αυτή η απόφαση είναι το επιστέγασμα μιας σκόπιμης προσπάθειας επί δεκαετίες για να ανατραπεί η ισορροπία του νόμου μας», είπε ο Μπάιντεν.
«Είναι η πραγματοποίηση μιας ακραίας ιδεολογίας και ένα τραγικό λάθος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά την άποψή μου», πρόσθεσε.
«Το δικαστήριο έκανε ό,τι δεν έχει ξανακάνει, αφαιρεί ρητά ένα συνταγματικό δικαίωμα που είναι τόσο θεμελιώδες για τόσους πολλούς Αμερικανούς και ήταν ήδη αναγνωρισμένο. Η απόφαση του δικαστηρίου να το κάνει θα έχει πραγματικές και άμεσες συνέπειες», είπε.
«Το δικαστήριο θέσπισε νόμους της πολιτείας που ποινικοποιούν την άμβλωση που χρονολογούνται από το 1800 ως λογική – το δικαστήριο κυριολεκτικά έφερε την Αμερική 150 χρόνια πίσω», είπε ο Μπάιντεν.
Πολιτικές αντιδράσεις στην απόφαση που ανατρέπει τον νόμο για το δικαίωμα στην άμβλωση
Η αμερικανική συντηρητική δεξιά υποδέχθηκε με θέρμη την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που «πετάχτηκε στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας» το δικαίωμα στην άμβλωση, ενώ η αριστερά και πολλές οργανώσεις από την άλλη δεσμεύτηκαν ότι θα συνεχίσουν να «μάχονται» για να υπερασπίζονται αυτό το δικαίωμα των γυναικών.
«Επιστρέφοντας το ερώτημα της άμβλωσης στις Πολιτείες και στους ανθρώπους, το Ανώτατο Δικαστήριο διόρθωσε ένα ιστορικό λάθος», χαιρέτισε με μήνυμά του στο Twitter ο πρώην αντιπρόεδρος Μάικ Πενς στην κυβέρνηση Τραμπ.
Τώρα που η απόφαση η οποία θωράκιζε αυτό το δικαίωμα για σχεδόν 50 χρόνια σε ομοσπονδιακό επίπεδο «πετάχτηκε στον κάδο των σκουπιδιών της ιστορίας, ανοίγει μια νέα αρένα», πρόσθεσε ο Ρεπουμπλικάνος Πενς, ένθερμος Χριστιανός Ευαγγελιστής, που δίνει «μια δεύτερη ευκαιρία για μια ζωή» και προτρέπει κάθε πολιτεία της χώρας να απαγορεύσει τις αμβλώσεις.
«Αυτή η βάρβαρη απόφαση είναι εξωφρενική και σπαρακτική. Αλλά μην έχετε αυταπάτες: τα δικαιώματα των γυναικών και όλων των Αμερικανών θα είναι στα ψηφοδέλτια αυτόν τον Νοέμβριο», δήλωσε η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, αναφερόμενη στις ενδιάμεσες εκλογές των ΗΠΑ αργότερα φέτος.
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Μιτς Μακόνελ έκανε λόγο «για μια ιστορική νίκη για το Σύνταγμα και για τους πιο ευάλωτους στην κοινωνία μας». «(Αυτή η απόφαση) είναι γενναία και ορθή», είπε.
«Σήμερα, το Ανώτατο Δικαστήριο όχι μόνο ανέτρεψε σχεδόν 50 χρόνια δικαστικού προηγούμενου, αλλά υποβίβασε την άκρως προσωπική απόφαση που μπορεί να πάρει κάποιος στα καπρίτσια πολιτικών και ιδεολόγων – εξαπολύοντας επίθεση στις θεμελιώδεις ελευθερίες εκατομμυρίων Αμερικανίδων», δήλωσε ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα.
Ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δήλωσε πολύ απογοητευμένος από την απόφαση. «Είμαι πολύ απογοητευμένος, γιατί τα δικαιώματα των γυναικών πρέπει να προστατεύονται. Και θα περίμενα από την Αμερική να προστατεύσει αυτά τα δικαιώματα», δήλωσε στο Reuters ο Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους στο περιθώριο συνόδου κορυφής της Κοινοπολιτείας στη Ρουάντα.
Η αμερικανική οργάνωση Pro-Life αναφέρθηκε σε «μια αξέχαστη ημέρα για τα ανθρώπινα δικαιώματα».