Το νέο κύμα της πανδημίας, κατά γενική ομολογία το χειρότερο που έχει γνωρίσει η δεύτερη οικονομία στον κόσμο μετά την άνοιξη του 2020, επεκτείνεται σε όλο και περισσότερες πόλεις της Κίνας και μαζί του επεκτείνονται και τα lockdowns. Το αποτέλεσμα είναι, όμως, να επιβαρύνουν τα περιοριστικά μέτρα τόσο την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα όσο και την οικονομία της Κίνας.
Στην προσπάθειά της να θωρακίσει την κινεζική οικονομία που ήδη επιβραδύνεται, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας ενθαρρύνει τις τράπεζες να αυξήσουν τον δανεισμό και τους καταναλωτές να προχωρήσουν σε δαπάνες. Παράλληλα υπόσχεται στήριξη σε μεταφορικές, εταιρείες φορτηγών και κάθε είδους εταιρεία που σχετίζεται με την εφοδιαστική αλυσίδα.
Ενώ το lockdown της Σαγκάης άρχισε στις 28 Φεβρουαρίου και συνεχίζεται για τρίτη εβδομάδα προκαλώντας έντονες αντιπαραθέσεις των κατοίκων της πόλης με την τοπική αστυνομία, χθες η πόλη Ταϊγιουάν, πρωτεύουσα της βόρειας επαρχίας Σανξί, προχώρησε σε ανάλογα σκληρά περιοριστικά μέτρα. Η Ταϊγιουάν είχε αρχίσει να αυξάνει τους ελέγχους από την περασμένη εβδομάδα και τώρα οδεύει προς πλήρες, σκληρό lockdown. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η μητρόπολη του εμπορίου της νότιας Κίνα, η Γκουανγκτζού, όπως και πολλές άλλες μικρές και μεγάλες πόλεις της Κίνας.
Η κεντρική τράπεζα της Κίνας διέψευσε μεν τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων καθώς ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 8,3%, αλλά περιόρισε το επίπεδο των αποθεματικών που οφείλουν να διατηρούν οι κινεζικές τράπεζες προκειμένου να ενθαρρύνει τον δανεισμό.
Με το μέτρο, που είναι ευνοϊκότερο για τις μικρότερες τράπεζες και θα τεθεί σε ισχύ από τις 25 Απριλίου, θα μπορούν να διατεθούν άμεσα και να στηρίξουν την κινεζική οικονομία περίπου 530 δισ. γιουάν, ποσό αντίστοιχο των 83 δισ. δολαρίων. Πρόκειται για πάγια τακτική της κινεζικής κεντρικής τράπεζας να καταφεύγει σε αυτό το μέτρο όταν η συγκυρία δεν ευνοεί μια μείωση των επιτοκίων.
Ετσι απελευθερώνονται κεφάλαια που παρέμεναν στάσιμα στα ταμεία των κινεζικών τραπεζών και προσφέρεται μεγάλη ρευστότητα στην αγορά. Οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν πως η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας δεν έχει παρά ελάχιστα περιθώρια να χαλαρώσει τη νομισματική πολιτική της μειώνοντας τα επιτόκια, καθώς επικρατεί ακριβώς η αντίθετη τάση ανάμεσα στις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου, με τη Federal Reserve να πραγματοποιεί ήδη επιθετική στροφή στην περιοριστική πολιτική.
Τονίζουν μάλιστα πως η αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου εξαφανίζει το πρόσθετο κέρδος που προσφέρουν οι τίτλοι της Κίνας έναντι των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου. Στην προκειμένη περίπτωση, η αυξημένη ρευστότητα προσφέρεται για την αγορά των ομολόγων που εκδίδουν μαζικά οι περιφερειακές αρχές των κινεζικών επαρχιών για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής. Ακόμη και αυτό το μέτρο εκτιμάται, πάντως, πως αρχίζει να χάνει την αποτελεσματικότητά του, καθώς η κινεζική οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα διαρθρωτικής φύσης.
Δεδομένου, όμως, του πλήγματος που προκαλούν στην οικονομία τα αλλεπάλληλα lockdowns αλλά και του εμφράγματος στην εφοδιαστική αλυσίδα που μειώνει τις εξαγωγές της Κίνας, η κεντρική τράπεζα υποσχέθηκε χθες οικονομική στήριξη στις εταιρείες logistics αλλά και στους οδηγούς φορτηγών. Κάλεσε τις κινεζικές τράπεζες να επεκτείνουν «όσο είναι λογικό» τις υφιστάμενες πιστώσεις αλλά και να εκδώσουν νέα δάνεια για τις εταιρείες του κλάδου.
Παράλληλα, όμως, κι ενώ τα επιτόκιά της παραμένουν αμετάβλητα, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας κάλεσε τις εμπορικές τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια καταθέσεων και συγκεκριμένα το μπόνους που προσφέρουν στους πελάτες τους.
Ζητούμενο αυτού του μέτρου είναι αφενός να ενθαρρύνουν τους καταθέτες να αυξήσουν τις δαπάνες και αφετέρου να μπορέσουν οι τράπεζες να διαθέσουν τα κεφάλαια που συνήθως προσφέρουν στην πελατεία τους και να καλύψουν το κόστος νέων δανείων. Το μέτρο δεν είναι μεν υποχρεωτικό, αλλά όσες τράπεζες συμμορφωθούν με αυτό θα δουν την αξιολόγησή τους να αναβαθμίζεται στη σχετική αποτίμηση της κεντρικής τράπεζας στο τέλος κάθε τριμήνου.
Το αίτημα αφορά τις 50 μονάδες βάσης πάνω από το επίσημο επιτόκιο καταθέσεων που προσφέρουν στους πελάτες τους οι μεγάλες τράπεζες της Κίνας και φτάνει στις 75 μ.β. στις μικρότερες τράπεζες. Προς το παρόν, το βασικό επιτόκιο καταθέσεων για ένα έτος είναι 1,5%.
Η μακροοικονομική εικόνα της Κίνας δεν είναι ικανοποιητική, καθώς τα αλλεπάλληλα lockdowns πλήττουν όχι μόνο την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα αλλά και την ίδια την κινεζική οικονομία. Ετσι δεν αναμένεται να επιτύχει τον στόχο που έχει θέσει το Πεκίνο για ανάπτυξη 5,5% φέτος. Ηδη οι μεγαλύτερες τράπεζες και οικονομικοί οργανισμοί έχουν αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για την κινεζική οικονομία και εκτιμούν πως δεν θα υπερβεί το 5%.