Λίγες ώρες πριν την Σύνοδο Κορυφής κατά την οποία οι ευρωπαίοι ηγέτες θα συζητήσουν για την τουρκική προκλητικότητα, ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν επέλεξε να κινηθεί σε υψηλούς τόνους κατά της Ελλάδας.
Κι ενώ οι ευρωπαίοι ηγέτες προσέρχονται στις Βρυξέλες για να συζητήσουν το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προτίμησε να κατηγορήσει τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ότι αποφεύγει να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου με την Τουρκία, ισχυριζόμενος πως η Ελλάδα κάνει πολιτική πάνω σε ψέματα.
Σχολιάζοντας τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «η Ελλάδα κατάφερε να φέρει το θέμα των διαφορών με την Τουρκία στην Ε.Ε.», ο Τούρκος πρόεδρος ανέφερε πως «στην πραγματικότητα αυτοί προσπαθούν συνεχώς να αποφύγουν να καθίσουν στο τραπέζι. Όπως έκαναν και με το κάλεσμα του γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ. Για παράδειγμα, υπήρχε περίπτωση να γίνει ένα βήμα μεταξύ της Τουρκίας, της Ελλάδας και της Αλβανίας (και) δυστυχώς πάλι δεν ήρθαν στο τραπέζι. Κάνουν πολιτική με το ψέμα».
Θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε όσα δικαιώματα έχουμε στην Αν. Μεσόγειο
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε λίγα λεπτά πριν από την επίσημη επίσκεψή του στο Αζερμπαϊτζάν, ο Ερντογάν δήλωσε πως «θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε όσα δικαιώματα έχουμε στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν υπάρχει περίπτωση να υποχωρήσουμε στα ζητήματα αυτά. Όμως αν η Ελλάδα ως γείτονας συμπεριφερθεί έντιμα, θα συνεχίσουμε να είμαστε στο τραπέζι».
Χθες ο Τούρκος πρόεδρος εμφανίστηκε αδιάφορος απέναντι στο ενδεχόμενο κυρώσεων από την Ευρώπη: «Μια οποιαδήποτε απόφαση για κυρώσεις που θα επιβληθούν κατά της Τουρκίας δεν θα επηρεάσουν πολύ την Τουρκία» είπε και πρόσθεσε πως άλλωστε από το 1963 η ΕΕ επιβάλλει συνεχώς κυρώσεις στην Τουρκία.
Την ώρα που οι ευρωπαίοι συζητούν τα της Τουρκίας, ο πρόεδρος της χώρας πραγματοποιεί επίσκεψη γοήτρου στο Μπακού, για να παρακολουθήσει την «Παρέλαση Νίκης» από κοινού των αζερικών και των τουρκικών δυνάμεων.
Πρόκειται για μία επίδειξη ισχύος που επισφραγίζει, μετά την ήττα των αρμενικών δυνάμεων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, τη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στον Νότιο Καύκασο, με την αποδοχή της Ρωσίας.