Ο Μπενουά Αμόν συγκέντρωσε το ενδιαφέρον των γαλλικών αλλά και των διεθνών ΜΜΕ λόγω του προβαδίσματος που απέκτησε στις προκριματικές εκλογές των σοσιαλιστών στη Γαλλία, αφήνοντας πίσω το φαβορί, τον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς, σε ένα αποτέλεσμα που θεωρήθηκε έκπληξη από αναλυτές και εκλογείς.
Πλέον τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν πάνω στον 50χρονο πολιτικό, ο οποίος προέρχεται από την αριστερή πτέρυγα των σοσιαλιστών και πλέον είναι εκείνος το φαβορί για την ηγεσία του κόμματος. Αναπόφευκτα, πέφτουν και πάνω στους οικείους του και ιδιαίτερα στη σύντροφό του Gabrielle Guallar, με την οποία έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Η ίδια είναι μια προσωπικότητα χαμηλών τόνων που δεν έχει εμφανιστεί ποτέ στα μίντια, παρ΄ότι διαθέτει μια σπουδαία καριέρα. Οι ρίζες της είναι από τη Δανία και την Καταλωνία, μιλάει πέντε γλώσσες. Ξεκίνησε να εργάζεται το 2000 ως στρατηγικός σύμβουλος ευρωπαϊκών υποθέσεων και προσελήφθη ως σύμβουλος στο Εθνικό Κέντρο Κινηματογράφου (CNC), στο οποίο διαχειρίζεται, μεταξύ άλλων, τα δημόσια κονδύλια που δίνει το γαλλικό κράτος στον κινηματογράφο, ενώ εκπροσωπεί τις γαλλικές αρχές στις Βρυξέλλες ως ειδική.
Τον Ιούλιο του 2014 εγκατέλειψε το δημόσιο και προσελήφθη στον Οίκο LVMH που παράγει, μεταξύ άλλων, τα πολυτελή είδη Louis Vuitton, ως υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων. Πολλοί θεωρούν ότι η εργασία της σε μία επιχείρηση πολυτελών ειδών κάνει “ζημιά” στο προιφίλ ενός σοσιαλιστή πολιτικού ωστόσο, ο Μπενουά Αμόν, κάθε άλλο φαίνεται να συμμερίζεται αυτά τα στερεότυπα. «Είμαι πολύ περήφανος που η γυναίκα μου έχει εκατό πτυχία περισσότερα από μένα. Έχει μια πολύ ωραία δουλειά, αλλά δεν την απέκτησε εξαιτίας μου», δηλώνει. «Δεν έχω διάθεση να πακετάρουν τη ζωή της γυναίκας μου με τη δική μου. Απλά η ζωή της δυσκόλεψε από την στιγμή που παρουσιάζεται σαν κυρία Αμόν», παραδέχεται.