“Είμαι εδώ. Ακόμη κι αν τραυματιστώ ή σκοτωθώ, είμαι δημοσιογράφος. Πρέπει να κάνω τη δουλειά μου”.
O φωτογράφος Μπουρχάν Οζμπιλιτζί είχε πάει να δει μια έκθεση στην Άγκυρα, όταν ο Μεβλούτ Μερτ Αλτιντάς πυροβόλησε και σκότωσε τον Αντρέι Καρλόφ.
H μαρτυρία του φωτογράφου του Associated Press συγκλονίζει: «Έμοιαζε σαν μια συνηθισμένη εκδήλωση. Hταν τα εγκαίνια μια έκθεσης φωτογράφων από τη Ρωσία. Όταν είδα λοιπόν έναν άντρα με σκούρο κοστούμι να τραβάει όπλο, έμεινα έκπληκτος πιστεύοντας ότι πρόκειται για κάτι σκηνοθετημένο.
Αντίθετα ήταν μια δολοφονία εν ψυχρώ που εκτυλίχθηκε μπροστά μου αλλά και μπροστά σε άλλους που έτρεχαν πανικόβλητοι να καλυφθούν καθώς ο κοντοκουρεμένος άνδρας πυροβολούσε τον Ρώσο πρέσβη. Οι πυροβολισμοί, τουλάχιστον οκτώ, αντήχησαν εκκωφαντικά μέσα στην γκαλερί. Επικράτησε πανδαιμόνιο. Άνθρωποι ούρλιαζαν, άλλοι κρύβονταν πίσω από κολόνες και τραπέζια, άλλοι κείτονταν στο έδαφος. Φοβισμένος και συγχυσμένος κατάφερα να καλυφθώ εν μέρει πίσω από έναν τοίχο κι έκανα τη δουλειά μου: άρχισα να τραβάω φωτογραφίες.
Η έκθεση με τίτλο “Απ’ το Καλίνινγκραντ στην Καμτσάτκα, με τα μάτια ταξιδιωτών” πρόβαλλε φωτογραφίες απ’ το δυτικό άκρο της Ρωσίας στη Βαλτική μέχρι τη ρωσική άπω ανατολή, στη χερσόνησο της Καμτσάτκα. Αποφάσισα να πάω στην έκθεση μόνο και μόνο επειδή βρισκόταν στο δρόμο μου προς το σπίτι.
Όταν έφθασα, οι ομιλίες είχαν ήδη αρχίσει. Όταν ξεκίνησε τον λόγο του ο Ρώσος πρέσβης Αντρέι Καρλόφ, πλησίασα για να τον φωτογραφίσω πιστεύοντας ότι οι φωτογραφίες θα χρησίμευαν σε θέματα ρωσοτουρκικών σχέσεων. Μιλούσε ήρεμα και με αγάπη για την πατρίδα του, σταματώντας κατά διαστήματα για να επιτρέψει στον διερμηνέα να μεταφράσει στα τουρκικά. Θυμάμαι πόσο ήρεμος έδειχνε. Τότε έπεσαν οι απανωτοί πυροβολισμοί και ξέσπασε πανικός στο ακροατήριο. Η σορός του πρέσβη κείτονταν στο έδαφος, λίγα μέτρα πιο πέρα από εμένα. Έβλεπα μια λίμνη αίματος γύρω του. Πιστεύω ότι τον πυροβόλησαν στην πλάτη. Χρειάστηκα μερικά δευτερόλεπτα για να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί: ένας άνδρας είχε πεθάνει μπροστά μου. Μια ζωή χάθηκε μπροστά στα μάτια μου…
Μετακινήθηκα δεξιά-αριστερά καθώς ο ένοπλος –που αργότερα αποδείχθηκε ότι πρόκειται για τον αστυνομικό Μεβλούτ Μερτ Αλτιντάς– κουνούσε το όπλο του προς το πλήθος.
Στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί το έκανε ο δράστης, σκέφθηκα ότι μπορεί να είναι κάποιος Τσετσένος αντάρτης. Αλλά άκουσα τον κόσμο να λέει αργότερα ότι φώναζε για το Χαλέπι. Άρα είχε εξοργιστεί με τους ρωσικούς βομβαρδισμούς στο Χαλέπι, που αποσκοπούσαν στην εκδίωξη των ανταρτών.
Φώναζε επίσης “Αλλαχού Ακμπάρ”, αλλά δεν καταλάβαινα τα υπόλοιπα γιατί μιλούσε αραβικά.
Ο ένοπλος ήταν σε έξαψη. Τριγυρνούσε γύρω απ’ τη σορό του πρέσβη και έσπαγε κάποιες απ’ τις φωτογραφίες που κρέμονταν στον τοίχο.
Φοβόμουν φυσικά και ήξερα τι κίνδυνο διέτρεχα αν ο ένοπλος στρεφόταν προς το μέρος μου. Αλλά προχώρησα λίγο και τον φωτογράφιζα καθώς απειλούσε το τρομοκρατημένο ακροατήριό του.
Σκεφτόμουν: “Είμαι εδώ. Ακόμη κι αν τραυματιστώ ή σκοτωθώ, είμαι δημοσιογράφος. Πρέπει να κάνω τη δουλειά μου”. Θα μπορούσα να ξεφύγω χωρίς να τραβήξω φωτογραφίες. Αλλά τι θα απαντούσα μετά αν με ρωτούσαν “γιατί δεν τράβηξες φωτογραφίες;”.
Σκέφτηκα και τους φίλους και τους συναδέλφους μου που σκοτώθηκαν τραβώντας φωτογραφίες στις εμπόλεμες ζώνες. Και καθώς έτρεχε το μυαλό μου, είδα τον ένοπλο σε έξαψη και κατά παράδοξο τρόπο να έχει ταυτόχρονα αυτοέλεγχο. Φώναζε στον κόσμο να μείνει πίσω. Οι φύλακες ασφαλείας μας διέταξαν να εκκενώσουμε την αίθουσα και φύγαμε. Ασθενοφόρα και θωρακισμένα έφθασαν πολύ γρήγορα κι η αστυνομία άρχισε την επιχείρηση. Ο δράστης σκοτώθηκε αργότερα, στην ανταλλαγή των πυροβολισμών.
Όταν γύρισα στο γραφείο μου για να επεξεργαστώ τις φωτογραφίες μου, σοκαρίστηκα όταν είδα ότι ο ένοπλος στεκόταν ακριβώς πίσω απ’ τον πρέσβη καθώς εκείνος μιλούσε. Σαν να ήταν φίλος του ή σωματοφύλακάς του»…