Διασυνδέσεις του γαμπρού του Ερντογάν με την εταιρεία Powertrans, η οποία εμπλέκεται σε υποθέσεις εισαγωγής πετρελαίου από το ISIS αλλά και οργανωμένες προσπάθειες χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης από το καθεστώς Ερντογάν αποκαλύπτουν τα email του Μπεράτ Αλμπαϊράκ που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον ιστότοπο Wikileaks. Πρόκειται για 57.934 email από τον προσωπικό λογαριασμό του υπουργού Ενέργειας της Τουρκίας και γαμπρού του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τα οποία αφορούν μια χρονική περίοδο συνολικά 16 ετών, από τον Απρίλιο του 2000 μέχρι τις 23 Σεπτέμβρη του 2016 και αποκαλύπτουν την επικοινωνία που είχε ο Αλμπαϊράκ με άτομα της τουρκικής ελίτ όπως πολιτικούς, επιχειρηματίες και μεγάλα ονόματα της Τουρκίας.
Τα e-mail φέρνουν στην επιφάνεια την έντονη επιρροή του υπουργού σε διάφορους χώρους της πολιτικής ζωής στην Τουρκία, ενώ προδίδουν και την οργανωμένη προπαγάνδα του Ερντογάν στον χώρο των μέσων επικοινωνίας κατά το διάστημα πριν και μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Αποδεικνύουν επίσης την ύπαρξη συναλλαγών μεταξύ του Αλμπαϊράκ και στελεχών του ISIS.
Συγκεκριμένα, υπάρχει εκτενής αλληλογραφία μεταξύ του Αλμπαϊράκ και της εταιρίας Powertrans, η οποία εμπλέκεται σε υποθέσεις εισαγωγής πετραλαίου από εκπροσώπους του ISIS.
Στις 11 Νοεμβρίου 2011, η κυβέρνηση Ερντογάν πέρασε ένα νομοσχέδιο το οποίο απαγόρευε πλήρως κάθε είδους συναλλαγή (εισαγωγή/εξαγωγή/μεταφορά) σε πετρέλαιο ή στα παράγωγα προϊόντα. Βέβαια το νομοσχέδιο εμπεριείχε μία τροπολογία η οποία επέτρεπε στην κυβέρνηση να άρει την απαγόρευση σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Αυτό το «παραθυράκι» αξιοποιήθηκε για να δώσει αποκλειστικά δικαιώματα εισαγωγής και εξαγωγής πετρελαίου στην Powertrans, η οποία αντιμετωπίζει κατηγορίες για συναλλαγές με το ISIS.
O Αλμπαϊράκ έχει επανειλημμένως αρνηθεί κάθε σχέση με την εν λόγω εταιρία, όμως τα e-mail που δημοσίευσε το Wikileaks αποδεικνύουν το αντίθετο. Μάλιστα σε συνομιλία με τον υπεύθυνο ανθρώπινου δυναμικού της εταιρείας, Μπετούλ Γιλμάζ, ο Αλμπαϊράκ φαίνεται να εκφέρει γνώμη και να εγκρίνει αποφάσεις που αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό, όπως για παράδειγμα προσλήψεις, απολύσεις, ακόμα και έγκριση μισθών και αυξήσεων εργαζομένων της Powertrans.
Το αρχείο των email αποκαλύπτει επίσης τις προσπάθειες της τουρκικής κυβέρνησης να προπαγανδίσουν υπέρ του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ μέσα από τον τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το 2013, όταν ξεκίνησαν οι μεγάλες διαδηλώσεις κατά του Ερντογάν, δημιουργήθηκε ανησυχία στο κυβερνητικό σχήμα για τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσουν τα social media στην εξάπλωση και γιγάντωση των φαινομένων αυτών. Με βάση πολλά emails από το 2013 έως σήμερα, καθίσταται φανερό πως μετά τις διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη, η κυβέρνηση έχει προβεί σε οργανωμένες απόπειρες ελέγχου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Για παράδειγμα, αποκαλύπτεται πως το ΑΚΡ είχε προσλάβει ανθρώπους να δουλεύουν στο Twitter ώστε να επηρεάσουν το περιεχόμενο και την ανταλλαγή μηνυμάτων στην πλατφόρμα, παρά το γεγονός πως η πρόσβαση στο ίντερνετ είχε μπλοκαριστεί για όσους βρίσκονταν στην Τουρκία.
Σχετικές αναφορές είχε κάνει στο παρελθόν και η Wall Street Journal, η οποία σε δημοσίευμά της το 2013 είχε ισχυριστεί πως το ΑΚΡ είχε δημιουργήσει μία ομάδα 6.000 ατόμων για τη διαχείριση των social media.
Τα email αποδεικνύουν εξάλλου ότι το ΑΚΡ είχε οργανώσει δύο ομάδες προπαγάνδας στα social media. Η μία ομάδα αποτελείτο από προγραμματιστές, γραφίστες, σεναριογράφους και ψυχιάτρους ειδικευμένους στον ψυχολογικό πόλεμο. Μία μεγαλύτερη ομάδα αποτελείτο από ψεύτικους λογαριασμούς στο Τwitter, οι οποίοι κυκλοφορούσαν δημοσιεύματα υπέρ του Ερντογάν σε όλες τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Οι αποκαλύψεις αυτές είναι σίγουρο πως θα δημιουργήσουν έντονες αντιδράσεις στην Τουρκία, καθώς τόσο το σκάνδαλο των συναλλαγών της κυβέρνησης με το ISIS όσο και η προσπάθεια χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης και των social media, αποτελούν δύο ζητήματα που έχουν απασχολήσει εγχώριο και διεθνή τύπο συχνά στο παρελθόν, ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, και για τα οποία η κυβέρνηση έχει επανειλημμένως αρνηθεί κάθε γνώση ή εμπλοκή.
Αυτό αποτελεί το δεύτερο μεγάλο «οικογενειακό» σκάνδαλο για τον Τούρκο πρόεδρο. Πριν από την υπόθεση αυτή, τα μέσα ενημέρωσης αλλά ακόμα και τους ευρωπαίους ηγέτες, είχε απασχολήσει ο γιος του Τούρκου προέδρου, Μπιλάλ, ο οποίος κατοικούσε στη Μπολόνια για σπουδές και ο οποίος βρίσκεται υπό έρευνα από τις ιταλικές αστυνομικές αρχές για την κατηγορία του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Μετά από την απαγγελία των κατηγοριών, ο Μπιλάλ εγκατέλειψε χωρίς εξηγήσεις την Ιταλία και επέστρεψε στην Τουρκία.