Ο ρεπουμπλικάνος υποψήφιος για την αμερικανική προεδρία Ντόναλντ Τραμπ καλείται σήμερα να μονομαχήσει από μειονεκτική θέση απέναντι στην δημοκρατική αντίπαλό του στη δεύτερη τηλεοπτική τους αναμέτρηση, στην τελευταία πράξη ενός καταστροφικού για εκείνον Σαββατοκύριακου.
Στις 21.00 (05.00 της Δευτέρας στην Ελλάδα) στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σαιν Λιούις, στο Μισούρι, ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας κι η πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους ενώπιον δύο συντονιστών και μίας επιτροπής από αναποφάσιστους ψηφοφόρους, η οποία θα μεταδοθεί απ’ ευθείας απ’ όλα τα μεγάλα εθνικά τηλεοπτικά δίκτυα.
Όμως, εκεί που η Κλίντον θα προσπαθήσει να πείσει ακόμη περισσότερους ψηφοφόρους για τις ηγετικές της ικανότητες, ο Τραμπ μετά την τροπή που πήραν τελευταία τα πράγματα, με την αποκάλυψη ενός βίντεο με σεξιστικές κι υποτιμητικές για τις γυναίκες δηλώσεις, είναι αναγκασμένος να διαχειρισθεί την κρίση.
Ιδίως, μετά την αποψίλωσή του, το τελευταίο 48ωρο, από πολλούς υποστηρικτές του, ακόμη και μέσα από το ίδιο το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Συνεπώς, η αποψινή αναμέτρηση αναμένεται να είναι πολύ περισσότερο θυελλώδης από την πρώτη, καθώς όλοι αναμένουν ποια πρόκειται να είναι η στρατηγική που θα επιλέξει ο Τραμπ, ώστε να ξανακατορθώσει να αναστρέψει το κατρακύλισμά του και την απομόνωσή του από πολλούς κύκλους.
Οι δηλώσεις του το τελευταίο διήμερο δίνουν μία ιδέα για το που σκέφτεται να βασίσει την υπεράσπισή του. Ο Τραμπ προσανατολίζεται να δείξει συντριβή και μετάνοια, επαναλαμβάνοντας πόσο έχει αλλάξει από τότε και ζητώντας συγγνώμη και παράλληλα ν’ αντεπιτεθεί στην Κλίντον, στοχεύοντας τον σύζυγό της και τη φήμη του για τις ερωτικές του περιπέτειες.
Χθες μάλιστα, ο Τραμπ ανέβασε στο Twitter το μήνυμα μίας γυναίκας που είχε βοηθήσει το 1999 κι η οποία το 1978 είχε βιασθεί από τον Μπιλ Κλίντον, όπως υποστηρίζει.
Επίσης αναμένεται να διακηρύξει τη βούλησή του να φθάσει έως το τέλος, στο όνομα της δέσμευσής του απέναντι στους ψηφοφόρους και παρά τις εκκλήσεις ρεπουμπλικανών βουλευτών να αποσυρθεί.
Ανάλογα, ο Τραμπ θα κληθεί να πείσει πως πρόκειται να συμφιλιώσει όλους τους Αμερικάνους, όταν μέσα στο ίδιο του το κόμμα ηχηρά ονόματα ανακοίνωσαν χθες πως δεν πρόκειται να τον ψηφίσουν.
Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι Τζον Μακ Κέιν και Μιτ Ρόμνεϊ, δύο πρώην υποψήφιοι για τον Λευκό Οίκο, ο ηθοποιός και πρώην κυβερνήτης της Καλιφόρνια Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, ή ακόμη η πρώην ΥΠΕΞ Κοντολίζα Ράιτ.
Ο γερουσιαστής Τζον Μακέιν, ένα από τα πλέον αξιοσέβαστα στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, απέσυρε επισήμως την στήριξη του στον Ντόναλντ Τραμπ, έπειτα από την αποκάλυψη των χυδαίων εκφράσεων του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου σε βίντεο που έδωσε την Παρασκευή στη δημοσιότητα η εφημερίδα Washington Post.
«Η συμπεριφορά του Ντόναλντ Τραμπ αυτή την εβδομάδα που έληξε με την αποκάλυψη των εκφράσεων του, εξευτελιστικών για τις γυναίκες και τους κομπασμούς του για άσκηση σεξουαλικής βίας, καθιστά αδύνατο να συνεχίσω να υποστηρίζω, ακόμη και υπό προϋποθέσεις, την υποψηφιότητα του», τόνισε ο Μακέιν με ανακοίνωση του.
Ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Πολ Ράιαν δήλωσε μάλιστα «αποκαρδιωμένος» από τις δηλώσεις του Τραμπ, ενώ ακόμη κι ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Μάικ Πενς φρόντισε να λάβει αποστάσεις, «δεν μπορώ να υπερασπισθώ» της δηλώσεις του, τόνισε, αλλά έσπευσε να χαιρετίσει το γεγονός ότι ο μεγιστάνας δήλωσε μετά συγγνώμη.
Μόνη η σύζυγός του Μελάνια ζήτησε από τους Αμερικανούς να συγχωρέσουν τον Τραμπ για τις δηλώσεις του, που κατ’ αυτήν δεν αντανακλούν στο παραμικρό τον πραγματικό του χαρακτήρα.
Το βίντεο του 2005 «είναι μια μαχαιριά στην καρδιά του Τραμπ, στην αναμέτρηση αποκλείεται να μην του θέσουν αυτό το ερώτημα», προβλέπει ο Λάρι Σαμπάτο, πολιτικός αναλυτής του Παν/μιου της Βιρτζίνια.
«Ο Τράμπ δεν πρόκειται να χάσει καμία ψήφο από την εκλογική του βάση, γιατί αυτοί αδιαφορούν για το τι λέει. Όμως ο Τραμπ δεν πρόκειται να διευρύνει το ποσοστό των υποστηρικτών του», καταλήγει ο ίδιος.