Η οικονομία της Βρετανίας θα πληγεί ως αποτέλεσμα της απόφασης για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις ενδείξεις στα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία που φανερώνουν ότι η επίδραση του Brexit δεν ήταν τόσο σοβαρή όσο είχε προβλεφθεί, δήλωσε η Βρετανή Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι.
Ακόμη ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να παρακολουθεί τα οικονομικά δεδομένα τους επόμενους μήνες, πριν καθορίσει τα δημοσιονομικά μέτρα που θα λάβει για την προστασία της οικονομίας εντός του χρόνου.
«Προμηνύονται δύσκολες εποχές», δήλωσε η Πρωθυπουργός της Βρετανίας στους δημοσιογράφους από το Χανγκτσόου της Κίνας όπου βρίσκεται για τη σύνοδο κορυφής του G20 και παρατήρησε ότι «έχουμε δει τα στοιχεία που δίνουν κάποια διαφορετικά μηνύματα σε σχέση με την οικονομία αυτήν τη στιγμή. Πιστεύω πως η αντίδραση της οικονομίας ήταν καλύτερη από όσο κάποιοι προέβλεπαν πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, αλλά δεν θα προσποιηθώ ότι όλα εξελίσσονται ομαλά».
Μαζί με την κ. Μέι βρισκόταν ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ που ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα μια δέσμη οικονομικών κινήτρων και προέβλεψε πως η κατάσταση της οικονομίας θα παραμείνει στάσιμη για το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου καθώς και ο υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Χάμοντ, που έχει επισημάνει την ανάγκη λήψης μέτρων δηµοσιονοµικής τόνωσης για την προστασία της ανάπτυξης.
Σε ερώτηση που τέθηκε στην πρωθυπουργό, σχετικά με την άποψη της για «επανεκκίνηση της οικονομίας» -μια φράση που χρησιμοποίησε ο κ. Χάμοντ σε ένα ξεχωριστό ταξίδι του στην Κίνα τον Ιούλιο- η κ. Μέι απάντησε πως η αντίδραση της κυβέρνησης δεν έχει οριστικοποιηθεί.
»Θα εξετάζουμε αυτό το θέμα», σημείωσε και πρόσθεσε ότι «πρέπει να λάβουμε υπόψη μας όλα τα δεδομένα. Μέχρι την δημοσίευση του προϋπολογισμού το φθινόπωρο, θα υπάρχουν περισσότερα δεδομένα στη διάθεση μας. Θα έχουμε καλύτερη εικόνα για το τι συμβαίνει».