Μετράμε αντίστροφα πλέον για το πολυπόθητο δημοψήφισμα στη Βρετανία, ενώ κορυφώνεται η αγωνία για το αν τελικά θα επικρατήσει το brexit ή το bremain, όχι μόνο για τους Βρετανούς αλλά για τη διεθνή κοινότητα στο σύνολό της.
Αν και η αιφνίδια δολοφονία της βουλευτού των εργατικών Τζο ΚοΞ ανέστειλε για λίγο την εκστρατεία των δύο πλευρών, λίγες ώρες πριν την έναρξη της εκλογικής διαδικασίας, η αντιπαράθεση ήρθε και πάλι στο προσκήνιο, με οξύτατο κάποιες φορές χαρακτήρα.
Από τη μία πλευρά, το βράδυ της Τρίτης έλαβε χώρα στο BBC ενώπιον κοινού 6.000 ατόμων το τελευταίο ντιμπέιτ για το μέλλον της Βρετανίας στην ΕΕ. Στο ένα στρατόπεδο οι υπέρμαχοι του brexit, οι Μπόρις Τζόνσον (τέως δήμαρχος Λονδίνου και «πρώτο όνομα» στην εκστρατεία για το Brexit) και στο άλλο στρατόπεδο οι υποστηρικτές του bremain, οι βουλευτές Γκίζελα Στιούαρτ και Άντρεα Λίντσομ, με αντιπρόσωπο τον νυν δήμαρχο Λονδίνου Σαντίκ Καν, την σκωτσέζα πολιτικό Ρουθ Ντέιβιντσον και την συνδικαλίστρια Φράνσις Ο’ Γκρέιντι.
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά βγήκαν τα ξίφη με αποτέλεσμα ο παρουσιαστής να επέμβει, ώστε να μην καταλήξει το ντιμπέιτ σε «κοκορομαχία». Οι δύο πλευρές επανέλαβαν εκτενώς την επιχειρηματολογία τους, με το μεν «Φεύγουμε» να επαναλαμβάνει την έκκληση για «ανάκτηση κυριαρχίας» και το «Μένουμε» να απορρίπτει ως «παραποίηση» τα περί βρετανικής υποταγής στις Βρυξέλλες, εξαιτίας της παραμονής στην ΕΕ.
Από την πλευρά του «Φεύγουμε», ο Μπόρις Τζόνσον προσπάθησε να αντικρούσει τα επιχειρήματα για τις επιπτώσεις του Brexit στη βρετανική οικονομία -που είναι, κατά γενική ομολογία, το ισχυρότερο χαρτί της πλευράς υπέρ της παραμονής στην ΕΕ- ενώ οι εκπρόσωποι του «Μένουμε» προσπάθησαν να αντικρούσουν τους ισχυρισμούς ότι η παραμονή στην ΕΕ ανοίγει την πόρτα σε μετανάστες -το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο έχει στηθεί η εκστρατεία για αποχώρηση.
Ο Σαντίκ Καν κατηγόρησε χαρακτηριστικά τον προκάτοχό του πως έχει εξαπολύσει «σχέδιο Μίσους» στην εκστρατεία του για Brexit, επιρρίπτοντας επίσης στο αντίπαλο στρατόπεδο την κατηγορία πως καταφεύγει στην «καταστροφολογία με το χοντρό ψέμα του ότι η Τουρκία θα μπει στην ΕΕ».
Με το πέρας του debate οι εφημερίδες προχώρησαν σε δημοσιεύματα, διαπιστώνοντας πως και οι δύο πλευρές υποστήριξαν με επιτυχία τις θέσεις τους χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρος νικητής. Μάλιστα, μία γρήγορη δημοσκόπηση που ακολούθησε μεταξύ του κοινού από το YouGov ήθελε «οριακά» νικητή από της τηλεμαχίας το στρατόπεδο του Brexit, σε ένα δείγμα, όμως, που δήλωνε επίσης οριακά πιο κοντά στο να ψηφίσει «Φεύγουμε».
Από την άλλη πλευρά, τα διεθνή ΜΜΕ, προβάλλουν ως πρώτο θέμα τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ από το ενδεχόμενο να βγει η Βρετανία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ανησυχίες που δημιουργούνται για την οικονομική σταθερότητα στις ΗΠΑ, ολοένα αυξάνονται.
Η Washington Post, αναφέρει πως μία έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα στείλει πλήθος ανησυχητικών μηνυμάτων σε όλη την παγκόσμια οικονομία και ακόμη περισσότερο σίγουρα θα απειλήσει την οικονομία και τις επενδύσεις που αφορούν στις ΗΠΑ.
“Μία έξοδος θα κάνει κακό στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ευρώπη, στον κόσμο όλο, ακόμη και στις ΗΠΑ” δήλωσε ο Angel Gurria.
Η USA TODAY επισημαίνει πως “οι ΗΠΑ σαφώς θα επηρεαστούν από το ενδεχόμενο εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί θα χάσουν το πιο κοντινό ευρωπαϊκό τους σύμμαχο αλλά και πηγή ασφάλειας και ενημέρωσης σε θέματα που αφορούν στη θρησκεία και άλλα”.
Το δημοψήφισμα στη Βρετανία ήταν και το αντικείμενο σύσκεψης κορυφής που έλαβε χώρα την Τρίτη, στις ΗΠΑ.
Όπως αναφέρεται στο Mignatiou.com, οι επικεφαλής των χρηματοπιστωτικών ρυθμιστικών οργανισμών στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ αυτών και ο Υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου, συζήτησαν χθες για το επερχόμενο δημοψήφισμα στη Βρετανία σχετικά με την παραμονή ή όχι της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε μια προγραμματισμένη συνάντηση κεκλεισμένων των θυρών, σύμφωνα με μια δήλωση του υπουργείου Οικονομικών.
“Κατά τη διάρκεια της διευθυντικής συνόδου, η επιτροπή συζήτησε τις πρόσφατες εξελίξεις της αγοράς, καθώς και την πιθανότητα της απόσχισης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση”, ανακοίνωσε το Υπουργείο περιληπτικά για τη συνάντηση.
Στο Συμβούλιο Εποπτείας της Οικονομικής Σταθερότητας, που αποτελείται από τους επικεφαλής όλων των χρηματοπιστωτικών ρυθμιστών στις ΗΠΑ, έχει ανατεθεί ο ρόλος της αποτίμησης πιθανών απειλών για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας και της πρόληψης κινδύνων, οι οποίοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια κρίση του μεγέθους της κατάρρευσης του 2007-2009.
Τα άλλα μέλη της επιτροπής συμπεριλαμβάνουν τον πρόεδρο της Επιτροπής Προθεσμιακών Συναλλαγών Εμπορευμάτων Τίμοθι Μάσαντ, ο οποίος είχε πρόσφατα συνεργαστεί με τους Ευρωπαίους ομολόγους του για τον εναρμονισμό των κανονισμών χρηματοπιστωτικών παραγώγων, και την πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Μαίρη Τζο Γουάιτ.
Η πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) Τζάνετ Γέλεν η οποία αποτελεί μέλος του Συμβουλίου δεν συμμετείχε στην κλειστή συνάντηση, η οποία κάλυψε μεταξύ άλλων και το θέμα των προτεινόμενων κανονισμών για τις ασφαλιστικές εταιρείες. Η Γέλεν μίλησε χθες κατά την προγραμματισμένη αναφορά της στην Τραπεζική Επιτροπή της Γερουσίας και επισήμανε ότι η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ θα μπορούσε να έχει «σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις» και να επηρεάσει την προοπτική της αμερικανικής οικονομίας.
Τα μέλη του Συμβουλίου συγκλήθηκαν επίσης σε ανοιχτή συνεδρία όπου συζήτησαν την ετήσια αναφορά του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ. Στην αναφορά του το Συμβούλιο επισημαίνει την επιρροή του Βρετανικού δημοψηφίσματος στην οικονομία, την ανασφάλειας σχετικά με την οικονομική συμφωνία της Ελλάδας και τη συνεχιζόμενη γεωπολιτική κρίση μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, και προσθέτει ότι η μετανάστευση από εμπόλεμες χώρες “έχει επίσης θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή συνοχή”.