Η επ’ αόριστον κατάπαυση του πυρός την οποία κήρυξε η ανταρτική οργάνωση Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας – Στρατός του Λαού (FARC – EP), μια κίνηση χωρίς προηγούμενο από την έναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας στην Κολομβία, χαιρετίσθηκε από την κυβέρνηση, η οποία συνεχίζει πάντως να αποκλείει οποιαδήποτε στρατιωτική εκεχειρία πριν υπάρξει τελική συμφωνία.
«Είναι μια καλή αρχή για μια αποκλιμάκωση των εχθροπραξιών στην εθνική επικράτεια που μπορεί να οδηγήσει, αν φθάσουμε σε μια συμφωνία για το τέλος της σύγκρουσης, σε μια διμερή και οριστική κατάπαυση του πυρός», αντέδρασε η Προεδρία, σε ανακοίνωσή της την επομένη της αιφνιδιαστικής ανακοίνωσης των FARC.
Από την Αβάνα, όπου άρχισαν πριν από δύο χρόνια οι συνομιλίες, η αντιπροσωπεία των FARC κήρυξε μια «επ’αόριστον διακοπή των εχθροπραξιών».
Μέχρι τώρα η μαρξιστικών διακηρύξεων ανταρτική οργάνωση, η οποία είναι η παλαιότερη της Λατινικής Αμερικής και εξακολουθεί να αριθμεί 8.000 μαχητές έπειτα από μισό αιώνα ύπαρξης, δεν είχε τηρήσει παρά προσωρινές καταπαύσεις του πυρός κατά την περίοδο των Χριστουγέννων.
Προειδοποίησε πάντως ότι θα διακόψει την εκεχειρία της «σε περιπτώσεις επιθέσεων εκ μέρους των κρατικών δυνάμεων» και πρότεινε την ανάπτυξη διεθνών παρατηρητών.
Η κυβέρνηση της Μπογκοτά υπογράμμισε ωστόσο ότι «δεν δέχεται» αυτή την τελευταία πρόταση και ότι θα εκτιμήσει η ίδια «τον σεβασμό» της εκεχειρίας που υποσχέθηκαν οι FARC, υπενθυμίζοντας ότι «η προστασία των πολιτών» αποτελεί συνταγματικό καθήκον της.
Οι διαπραγματεύσεις με τις FARC έχουν στόχο να τερματίσουν την παλαιότερη σύγκρουση της Λατινικής Αμερικής, η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή σε 220.000 ανθρώπους και έχει προκαλέσει τον εκτοπισμό 5,3 εκατ. μέσα σε μισό αιώνα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Οι παρατηρητές υπογράμμισαν τον πρωτοφανή χαρακτήρα της απόφασης των ανταρτών να προχωρήσουν σε εκεχειρία, χωρίς να περιμένουν την ίδια κίνηση από την πλευρά των αρχών.