Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ μεταβαίνει σήμερα στην Κωνσταντινούπολη σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει τη βοήθεια της Τουρκίας στον περιορισμό της εισροής προσφύγων από τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη.
Η Μέρκελ θέλει να εδραιώσει την ευρωπαϊκή συμφωνία με την Τουρκία προσφέροντας στην Άγκυρα βοήθεια και πιο στενούς δεσμούς με την ΕΕ με αντάλλαγμα να ενθαρρύνει τους πρόσφυγες να παραμείνουν στο τουρκικό έδαφος.
Όμως πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη μόλις δύο εβδομάδες πριν τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών στην Τουρκία, η Γερμανίδα Καγκελάριος κινδυνεύει να επιτρέψει στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να τη σύρει στην προεκλογική εκστρατεία του κόμματός του, εν μέσω των αυξανόμενων ανησυχιών στην Ευρώπη σχετικά με την ελευθερία του λόγου στην εύθραυστη δημοκρατία της Τουρκίας.
«Έχει καταφέρει να βάλει τον εαυτό της σε μια κατάσταση όπου δεν κερδίζει κανείς», δήλωσε ο Εκίν Ντελιγκέζ, ένας Γερμανός Βουλευτής των Πράσινων με τουρκική καταγωγή.
«Και σε αυτή την κατάσταση η Μέρκελ εμφανίζεται επιθυμώντας τη φιλία! Ο Ερντογάν το γνωρίζει αυτό και το εκμεταλλεύεται», τόνισε ο ίδιος.
Η Γερμανίδα Καγκελάριος φαίνεται να μην διαθέτει αρκετά διαπραγματευτικά χαρτιά για να καταφέρει να περάσει το δικό της απέναντι στην Τουρκία, κυρίως καθώς μόλις 10 ημέρες πριν είχε επαναλάβει την αντίθεσή της στην ένταξη της Άγκυρας στην ΕΕ.
Η ανακοίνωση της επίσκεψης της Γερμανίδας Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στην Άγκυρα προκάλεσε έκπληξη στο Βερολίνο. Μόλις μια εβδομάδα μετά τη φονική επίθεση αυτοκτονίας στο κέντρο της τουρκικής πρωτεύουσας, στην ατζέντα των διαβουλεύσεών της με την τουρκική πολιτική ηγεσία βρίσκονται η κοινή μάχη κατά της διεθνούς τρομοκρατίας, οι συγκρούσεις στη Συρία και η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.
Η επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ καταδεικνύει πόσο καθοριστικός θεωρείται στο μεταξύ -τόσο στη Γερμανία όσο και στην ΕΕ- ο ρόλος της Τουρκίας για τη διαχείριση των προσφυγικών ροών και την καταπολέμηση των αιτίων που τις προκαλούν. Η επιλογή της καγκελαρίου να μεταβεί τώρα στην Τουρκία αποτελεί προϊόν ρεαλιστικής πολιτικής στάθμισης, εκτιμά η πολιτική επιστήμονας Γκιουλιστάν Γκιουρμπέι που επισήμανε στην DW ότι «το ερώτημα είναι τώρα κατά πόσο μπορούν να πράγματι να επιτευχθούν συνολικές λύσεις όταν οι στόχοι είναι τόσο διαφορετικοί».
Είναι γεγονός ότι στις σχέσεις Γερμανίας-Τουρκίας παρατηρείται εδώ και μεγάλο διάστημα αμοιβαία δυσπιστία και διαφορετικοί στρατηγικοί προσανατολισμοί στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, ισχύει επίσης ότι οι δύο χώρες διατηρούν μια μακρά και στενή σχέση, η οποία χαρακτηρίζεται από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών «φιλική, πολυεπίπεδη και ανθεκτική». Με όγκο εμπορικών συναλλαγών ύψους 32,6 δις ευρώ η Γερμανία είναι σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας. Από την άλλη πλευρά η Τουρκία είναι ως μέλος του ΝΑΤΟ και συνομιλητής της ΕΕ πολύτιμος σύμμαχος για τη Γερμανία σε γεωστρατηγικά ζητήματα. Επιπλέον, στη Γερμανία ζουν σχεδόν τρία εκατομμύρια πολίτες τουρκικής καταγωγής.
Πριν από 15 χρόνια η ΕΕ έδωσε στην Τουρκία προοπτική ένταξης στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Το βήμα σημαντικής προσέγγισης έγινε σε περίοδο που την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ ασκούσε η Γερμανία.
Ωστόσο, το ενθαρρυντικό ξεκίνημα αυτής της πορείας εξελίχθηκε λίγα χρόνια αργότερα σε επιβαρυντικό παράγοντα για τις γερμανοτουρκικές σχέσεις. Όπως εξήγησε στην DW ο πρόεδρος της Γερμανοτουρκικής Εταιρείας Γκερντ Άντρες, «από τουρκικής πλευράς ο Ερντογάν και το AKP ακολούθησαν επί μακρόν την πολιτική της προσέγγισης στην Ευρώπη. Ένα τμήμα των Ευρωπαίων εταίρων παρεμπόδιζαν τη διαδικασία.
Αυτό ξεκίνησε από την Κύπρο και επεκτάθηκε στη Γαλλία. Στη συνέχεια διατυπώθηκαν υψηλές προσδοκίες προς τη Γερμανία, τις οποίες η τελευταία δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να εκπληρώσει».
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε, σύμφωνα με τον κ. Άντρες, σε αμοιβαία δυσαρέσκεια. Τη δυσαρέσκεια διαδέχθηκε η αποξένωση. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η Χριστιανική Ένωση έκανε πλέον λόγο μόνο για μια «προνομιακή εταιρική σχέση» που θα μπορούσε να προσφέρει στην Τουρκία. Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2012 η Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε με σαφήνεια ότι «δεν επιθυμούμε την ιδιότητα του πλήρους μέλους για την Τουρκία».
Στη συνέχεια άρχισε να διαφαίνεται ότι και η Τουρκία έπαψε να επιδιώκει την ένταξή της στην ΕΕ. Η τουρκική κυβέρνηση ακολούθησε μια πολιτική που απομακρυνόταν ολοένα περισσότερο από τις ευρωπαϊκές αξίες. Το αποκορύφωμα της γερμανοτουρκικής απόκλισης ήρθε με αφορμή τον συριακό εμφύλιο. Η Γερμανία βρέθηκε στην παράδοξη θέση να προστατεύει μέχρι πρότινος με τους πυραύλους Patriot την Τουρκία από πιθανές συριακές αεροπορικές επιθέσεις και ταυτόχρονα να εκπαιδεύει Κούρδους αντάρτες Πεσμεργκά στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους. Παρότι δεν πρόκειται για τους Κούρδους του PKK, τους οποίους βομβαρδίζει τους τελευταίους μήνες η Τουρκία, η παροχή βοήθειας στους Πεσμεργκά θεωρείται από πολλούς παράδοξη. Επιβαρυντικό ρόλο έπαιξαν και οι κατηγορίες ότι η Άγκυρα στήριζε αρχικά με έμμεσο τρόπο του Ισλαμικό Κράτος προκειμένου να ανατραπεί ο Σύρος πρόεδρος Άσαντ, τορπιλίζοντας με την πολιτική της και τους στόχους της Γερμανίας στο συριακό, εκτιμά η πολιτική επιστήμονας Γκιουλιστάν Γκιουρμπέι.
Με αυτά τα δεδομένα η Άνγκελα Μέρκελ θα προσπαθήσει να μην διαταράξει τις εύθραυστες ισορροπίες, επιχειρώντας παράλληλα να ανοικοδομήσει τη χαμένη εμπιστοσύνη. Γεγονός είναι ότι δεν φαίνεται να έχει εναλλακτική επιλογή, δεδομένου του ρόλου-κλειδί που αναγνωρίζεται στην Τουρκία για την αντιμετώπιση της διογκούμενης προσφυγικής κρίσης.
Πηγή: ΑΠΕ, DW