Ως “ευχάριστη έκπληξη” υποδέχθηκε η ελληνική υπηρεσία της DW το αφιέρωμα της γερμανικής έκδοσης του πολυτελούς περιοδικού “Gentlemenˊs Quarterly” (GQ) στην Ελλάδα.
Έχουν τελικά δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι ακόμα και η κακή δημοσιότητα είναι καλή; Διαφορετικά, γιατί η βίβλος του lifestyle στέλνει τον αρχισυντάκτη της José Redondo-Vega στην Αθήνα της κρίσης (γεγονός που πιστοποιείται με την υποχρεωτική φωτογραφία στην Ακρόπολη) για να συντονίσει ολόκληρη έκδοση (τεύχος Νοεμβρίου) αφιερωμένο στην Ελλάδα; Εξυπακούεται ότι η ελληνική περιπέτεια του GQ αρχίζει με συνέντευξη-ποταμό του Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος ποζάρει με το διεθνώς γνωστό μπλουζάκι Chinati για να δηλώσει ότι «υπάρχει αμοιβαία εκτίμηση με τους Γερμανούς» και ότι δεν θα ήθελε να ζει στην πρώην Ανατολική Γερμανία ή στη Σοβιετική Ένωση, αλλά θα ήθελε να μοιραστεί μία μαρξιστική ουτοπία όπου ο καθένας συνεισφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του για να αμειφθεί ανάλογα με τις ανάγκες του.
Εκτός από Βαρουφάκη για αρχάριους, το ελληνογερμανικό παζλ του GQ περιλαμβάνει πολλές ακόμη ιλουστρασιόν πινελιές, συνήθως χωρίς ίχνος μαρξιστικής έμπνευσης: Για παράδειγμα, ένα πορτρέτο του ελληνογερμανού ράπερ Michael „Shindy‟ Schindler, που «βάζει πλώρη για το πρώτο του εκατομμύριο (ευρώ)». Αγαπημένα αντικείμενα, μεταξύ αυτών μία κυπριακή λεμονόσουπα, από τον σχεδιαστή Κώστα Μουρκούδη που ήταν κάποτε δεξί χέρι του Helmut Lang. Φωτογράφηση στη Χαλκιδική για τις τάσεις του raw denim. Aναμνήσεις χαμένων ερώτων στην Ύδρα, πασπαλισμένες με λαχταριστές περιγραφές για avgolemono και kourabiedes. Αλλά και ένα κοινόβιο ανταλλακτικής οικονομίας στη βόρεια Εύβοια με δεκάδες συντρόφους και 30.000 φίλους στο Facebook. Και βέβαια συμβουλές για νυχτοπερπατήματα στην Αθήνα των αντιθέσεων, η οποία προκαλεί αναπάντεχους συνειρμούς σε έναν πολυταξιδεμένο fashion director, όπως ο Tobias Frericks: η φουστανέλα των ευζώνων στο Σύνταγμα, λέει, του θυμίζει τη μόδα του Rei Kawakubo. Ας είναι.
Σύντομη και ανώδυνη η αναφορά στην προσφυγική κρίση. Σε άλλες σελίδες του περιοδικού συμβαίνουν ασυνήθιστα πράγματα: η Τζένιφερ Λώρενς τυλίγεται με ένα φίδι, ο styleblogger Simon μοιράζεται τη μπανιέρα του με τον θρύλο της βερολινέζικης κομμούνας Rainer Langhans, το καινούριο Audi R8 βγαίνει στην αγορά με αντίτιμο μόλις 187.400 ευρώ. Πριν από πολλά χρόνια αντίστοιχο αφιέρωμα στην Ιταλία είχε εξώφυλλο την εντυπωσιακή Μαρία Γκράτσια Κουτσινότα, όμως το ελληνικό αφιέρωμα κυκλοφορεί με εξώφυλλο τον Χιου Τζάκμαν, χωρίς καν να υπενθυμίζει ότι έχει (και) ελληνική καταγωγή. Ας είναι.
Στην ιδανική περίπτωση το αφιέρωμα θα ήταν μία αναζήτηση για το καινούριο, το δυναμικό, το πολλά υποσχόμενο στην ίδια την Ελλάδα. Όμως οι αρμόδιοι φαίνεται ότι προτίμησαν την πεπατημένη και πιο εμπορική λύση, δηλαδή να δουν την Ελλάδα με τη ματιά των Γερμανών. Ας είναι κι αυτό.
Πάντως προσπάθησαν σκληρά να αποφύγουν Όθωνες, Αμαλίες και δίλιτρες ρετσίνες. Δεν απέφυγαν φυσικά τον πολυαγαπημένο τραγουδιστή και performer Costa Cordalis, ο οποίος στα 71 του χρόνια εξακολουθεί να χαρίζει κέφι στους φίλους της Ελλάδας και παραμένει αξιοθαύμαστος- αν όχι για την μελαχρινή κόμη του, σίγουρα για την αυτοπειθαρχία του. Η συμβουλή του: «Πρέπει κανείς να ζήσει αυτή τη χώρα. Ο Γερμανός που προσπαθεί να την καταλάβει, θα πρέπει να αφήσει τον εαυτό του να γοητευθεί από την ομορφιά της φύσης, από τη φιλοξενία των ανθρώπων και την προθυμία τους να βοηθήσουν».
Όπως κάθε τεύχος του GQ, το αφιέρωμα στην Ελλάδα ολοκληρώνεται με το αναρχικής ιδιοσυγκρασίας Fakebook. Πρόκειται για τη μόνιμη στήλη του ελληνογερμανού δημοσιογράφου Μιχάλη Παντελούρη, ο οποίος τρολάρει ασύστολα, διακωμωδώντας τις πραγματικές ή υποθετικές σελίδες που ανοίγουν στο Facebook οι πλούσιοι και ισχυροί. Γκεστ-σταρ του ελληνικού τεύχους είναι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Προφανή αφορμή για το δήθεν chat αποτελεί το ελληνικό εστιατόριο του Βερολίνου που έγινε διάσημο δίνοντας στις σπεσιαλιτέ του ονόματα εμπνευσμένα από την ελληνική κρίση, όπως «το καλαμάρι του ΔΝΤ» ή «το αγαπημένο του Τσίπρα».
Στο τρολάρισμα ο Σόιμπλε παρουσιάζει δήθεν ο ίδιος το «πιάτο του Σόιμπλε» το οποίο σε ελεύθερη μετάφραση είναι περίπου έτσι: «περιμένεις να σε σερβίρουν, περιμένεις, περιμένεις και ξαφνικά σου φέρνουν πάρα πολλά, τα οποία δεν είχες καν παραγγείλει. Και μετά σου ξαναφέρνουν μία από τα ίδια». Παρεμβαίνει ο Αλέξης Τσίπρας για να εξηγήσει τι περιλαμβάνει το δικό του «πιάτο του Τσίπρα»: «παραγγέλνεις συνεχώς στην τύχη και χωρίς αποτέλεσμα, μέχρι που τελικά πετυχαίνεις στον κατάλογο αυτό που θα σου έφερνε ο ταβερνιάρης ούτως ή άλλως». Απάντηση Σόιμπλε: «Υπάρχει και το πιάτο του Βαρουφάκη: δεν καταλαβαίνεις τι ακριβώς έχει μέσα, αλλά ένα κακό συναίσθημα σου λέει ότι αν δεν σου αρέσει, μάλλον δεν ξέρεις από φαγητό». LIKE από Τσίπρα. Επίλογος από Σόιμπλε: «Τέλος τώρα. Κάποιοι από εμάς πρέπει να δουλέψουν…».
Πηγή: DW