«Πρώτο βήμα» χαρακτήρισε την πρόταση για μετεγκατάσταση 120.000 προσφύγων από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ουγγαρία σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, την οποία αναμένεται να υποβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Καγκελάριος Μέρκελ. Η κ. Μέρκελ, για πολλοστή φορά τις τελευταίες ημέρες, κάλεσε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμμετάσχουν στην προσπάθεια και να κάνουν περισσότερα.
«Χαιρετίζουμε την πρόταση του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ ως ένα πρώτο, σημαντικό βήμα», είπε η Καγκελάριος στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, από κοινού με τον Σουηδό πρωθυπουργό Στέφαν Λεβέν. «Όμως απομένει να γίνει ένα βήμα, χρειαζόμαστε σε τελική ανάλυση ένα ανοιχτό σύστημα ποσοστώσεων», συνέχισε.
Ο Γιουνκέρ, όπως αναφέρει το euro2day, πρόκειται να παρουσιάσει αύριο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις λεπτομέρειες της πρότασής του, οι γενικές γραμμές της οποίας είναι ήδη γνωστές. Μεταξύ άλλων θα προτείνει στις χώρες-μέλη της ΕΕ να φιλοξενήσουν, μέσω ενός συστήματος ποσοστώσεων, 120.000 μετανάστες που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ουγγαρία, ώστε να δοθεί μια λύση στο πρόβλημα με τη μαζική άφιξη προσφύγων, ιδίως από τη σπαρασσόμενη από τον πόλεμο Συρία.
Ωστόσο το θέμα των ποσοστώσεων συναντά ισχυρές αντιδράσεις, κυρίως στη Βρετανία και στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. «Χρειάζεται μια διαφορετική πολιτική ασύλου, διότι το υπάρχον σύστημα δεν λειτουργεί πλέον» και δεδομένου ότι ούτε η Ελλάδα, ούτε η Ιταλία είναι σε θέση να φιλοξενήσουν όλους τους πρόσφυγες που φτάνουν στα παράλιά τους εκτίμησε η Καγκελάριος Μέρκελ.
Ταυτόχρονα εμφανίστηκε αισιόδοξη ότι μεσοπρόθεσμα οι διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών θα ξεπεραστούν αλλά αυτό δεν θα γίνει «ούτε αύριο, ούτε την επόμενη εβδομάδα». Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες που είναι σε θέση να φιλοξενήσουν αιτούντες άσυλο θα πρέπει να συμβάλουν, υπογράμμισε η Καγκελάριος, αναφερόμενη κυρίως στην Τσεχία και τη Βουλγαρία, δύο χώρες που κρατούν αρνητική στάση απέναντι στο σύστημα της υποχρεωτικής ποσόστωσης.
«Το να περιοριζόμαστε να λέμε ότι η μεταναστευτική κρίση δεν είναι δουλειά μας, είναι κάτι που δεν γίνεται ανεκτό», τόνισε, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να βρεθεί μια κοινή λύση αντί η μια χώρα να απειλεί την άλλη αν δεν συνεργάζεται. «Εγώ προσωπικά έχω την άποψη ότι δεν θα έπρεπε τώρα να πλειοδοτούμε σε απειλές. Θα έπρεπε να μιλάμε μεταξύ μας με πνεύμα αμοιβαίου σεβασμού», κατέληξε.