Το θηλυκό γιγάντιο πάντα του ζωολογικού πάρκου της Ουάσιγνκτον η Μέι Σιάνγκ, γέννησε τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής τα δύο μωρά της, σε διάστημα αρκετών ωρών το ένα από το άλλο -δύο χρόνια μετά τη γέννηση του μικρού Μπάο Μπάο που είναι η αγάπη των επισκεπτών, ανακοίνωσαν αξιωματούχοι του πάρκου.
Το πρώτο μωρό γεννήθηκε στις 17.34 τοπική ώρα Σαββάτου (00:34 ώρα Ελλάδας σήμερα), σύμφωνα με τον ζωολογικό κήπο, που ανακοίνωσε πέντε ώρες αργότερα και τη γέννηση του δεύτερου.
«Όλοι είμαστε κατενθουσιασμένοι που η Μέι Σιάνγκ γέννησε» δήλωσε ο διευθυντής του ζωολογικού κήπου Ντένις Κέλι μετά τη γέννηση του πρώτου γιγάντιου πάντα. «Το μωρό είναι ευάλωτο λόγω του μικροσκοπικού μεγέθους του αλλά ξέρουμε ότι η Μέι είναι μια εξαιρετική μητέρα» ανέφερε.
Το δεύτερο αρκουδάκι τοποθετήθηκε στη θερμοκοιτίδα, σύμφωνα με το πρωτόκολλο που ακολουθείται όταν γεννιούνται δίδυμα. Οι υπάλληλοι του ζωολογικού κήπου είναι πάντως επιφυλακτικοί, περιμένοντας να περάσουν οι πρώτες ημέρες: Το 2012 ένα νεογέννητο πάντα δεν είχε αντέξει μετά από έξι μέρες.
Είκοσι τέσσερα λεπτά πριν από την ανακοίνωση της πρώτης γέννησης, το ζωολογικό πάρκο είχε αναρτήσει στην ιστοσελίδα του σύντομης διάρκειας βίντεο που έδειχνε να σπάζουν τα νερά στη Μέι Σιάνγκ μέσα στον μικρό περίβολο όπου είχε τοποθετηθεί για να γεννήσει.
Η μητέρα άρχισε να κυοφορεί τον Απρίλιο, με τεχνητή γονιμοποίηση όταν επιστήμονες χρησιμοποίησαν κατεψυγμένο σπέρμα που είχε ληφθεί από τον Χουί Χουί, ένα γιγάντιο πάντα που ζει στην Κίνα. Μια δεύτερη γονιμοποίηση έγινε με το σπέρμα ενός γιγαντιαίου πάντα από τον ζωολογικό κήπο της Ουάσινγκτον. Οι εξετάσεις DNA που θα γίνουν, θα καθορίσουν ποιος είναι ο γονέας.
Πριν από δύο χρόνια, η Μέι Σιάνγκ γέννησε ένα νεκρό μωρό λίγες ώρες μετά τη γέννηση του Μπάο Μπάο. Λίγους μήνες νωρίτερα, είχε γεννήσει ένα μικρό θηλυκό το οποίο πέθανε έξι ημέρες αργότερα, λόγω ενός προβλήματος στο ήπαρ. Οι γεννήσεις σε καθεστώς αιχμαλωσίας είναι ιδιαίτερα σπάνιες γι αυτό το απειλούμενο με εξαφάνιση είδος. Ο πληθυσμός των γιγάντια πάντα που ζουν ελεύθερα είναι μικρότερος από 2.000, σύμφωνα με το WWF.