Η ΒΙΡΓΙΝΙΑ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ ΤΗΣ
της Μαίρης Μπενέα
H φλόγα στα μάτια του Νίκου Ρωμανού ήταν το πρώτο που είδα, όταν κοίταξα μέσα στον θάλαμο του νοσοκομείου, πίσω από τα κάγκελα που μας χώριζαν, την περασμένη Τετάρτη, περίπου δύο ώρες πριν από τη δικαίωσή του… Από εκείνο το πρωινό και ύστερα από 31 μέρες απεργίας πείνας, είχε ήδη ξεκινήσει και την απεργία δίψας.
Ηταν οι πιο κρίσιμες στιγμές για τη ζωή του 21χρονου αναρχικού, καθώς λίγο μετά επρόκειτο να ξεκινήσει στη Βουλή η συζήτηση για τη νομοθετική ρύθμιση, που θα του επέτρεπε να παρακολουθεί τα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, φορώντας το ειδικό βραχιολάκι γεωεντοπισμού.
Ήταν πολύ αδυνατισμένος, σχεδόν σκελετωμένος και χλωμός, με πολλά γένια στο πρόσωπο. Ηταν ακόμη πιο αδύνατος από ό,τι τον είχαμε δει στην πιο πρόσφατη εικόνα του, με σηκωμένο το χέρι πίσω από τα κάγκελα. Αλλά ήταν αποφασισμένος.
Ο Νίκος Ρωμανός εκείνη τη στιγμή είχε την όψη του ανθρώπου που έχει ξεπεράσει τα όριά του, αλλά συνεχίζει να παλεύει… Για λίγο ήταν καθισμένος στο κρεβάτι του και κοίταγε εφημερίδες, μετά ξάπλωσε.
Τη Βιργινία δεν την πρόσεξα αμέσως. Στεκόταν όρθια, δίπλα στην πόρτα του θαλάμου. Λεπτή, με μακριά καστανά μαλλιά, που τα είχε μαζεμένα. Ντυμένη απλά με φόρμα και αθλητικά παπούτσια.
Ενα κορίτσι με πολύ ζεστό, «αληθινό» χαμόγελο. Και μεγάλα φωτεινά, εκφραστικά μάτια.
Αυστηρός έλεγχος
Ο θάλαμος που νοσηλεύεται ο Νίκος Ρωμανός βρισκόταν στον τρίτο όροφο στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο, στο τέλος του διαδρόμου του Οφθαλμολογικού Τμήματος. Δύο γιγαντόσωμοι αστυνομικοί – φρουροί, ακριβώς έξω από το δωμάτιο που νοσηλευόταν ο Νίκος Ρωμανός, έλεγχαν οποιονδήποτε πλησίαζε στην είσοδο, που έφραζε με βαριά πτυσσόμενα κάγκελα.
Στον διπλανό θάλαμο από αυτόν που νοσηλευόταν ο 21χρονος δεν υπήρχαν ασθενείς. Το δωμάτιο αυτό είχε μετατραπεί σε κέντρο επιχειρήσεων της ΕΚΑΜ. Πάνοπλοι αστυνομικοί, περίπου στην ίδια ηλικία με τον απεργό πείνας, που φρουρούσαν, διέμεναν δίπλα του όλο το 24ωρο. Δυο-τρεις κυκλοφορούσαν συνέχεια στον διάδρομο, φορτωμένοι με όλο τον βαρύ οπλισμό τους. Στις σκάλες του νοσοκομείου, διασκορπισμένοι και άλλοι οπλισμένοι, αστυνομικοί. Μια κλούβα των ΜΑΤ, μέσα στον περίβολο του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου, με άλλους αστυνομικούς.
Η Βιργινία χαμογέλασε. «Είσαι φίλη του;», ρώτησα αυθόρμητα.
Είχα δει φωτογραφίες από τον γάμο του Νίκου Ρωμανού με τη Βιργινία, που είχε γίνει στις 8 Αυγούστου, μέσα στις φυλακές Αυλώνα, όπου εκείνος εξέτιε την ποινή του. Είχαν δημοσιευτεί τις προηγούμενες μέρες.
Ορισμένοι, μάλιστα, απέδιδαν τον γάμο τους στο γεγονός ότι η Βιργινία ως σύντροφός του δεν είχε δικαίωμα επισκεπτηρίου.
Δεν μπορούσα να αποφύγω τον πειρασμό. «Παντρευτήκατε για να μπορείτε να βλέπεστε στο επισκεπτήριο;» τη ρώτησα.
Περπατήσαμε προς την άλλη πλευρά του διαδρόμου. Καλύτερα έτσι, για να μην μας ακούνε. Με εντυπωσίασε. Στα μάτια της 18χρονης κοπέλας, που είναι ο πιο κοντινός άνθρωπος του Νίκου Ρωμανού, αυτό που κυριαρχούσε δεν ήταν μόνο ο έρωτας ή η αγωνία και το ενδιαφέρον αλλά και η ευθύνη!
Η Βιργινία φαινόταν να έχει βαθιά συναίσθηση του ότι ο Νίκος Ρωμανός, «ο άνδρας της», όπως τον αποκάλεσε, θα έδινε τον αγώνα του μέχρι το τέλος. Ηξερε ότι ο Νίκος είναι ανυποχώρητος. Και το ίδιο και εκείνη μαζί του. Μίλαγε με πάθος. Οπως την έβλεπα, της είπα «είσαι παιδί».
Η απάντηση της αποστομωτική: «Τώρα μεγάλωσα…».
Είχε αρχίσει να βρέχει. Απ’ έξω ακούγονταν φωνές και συνθήματα. Από την πίσω πλευρά του νοσοκομείου, προς το δάσος, αλλά ακριβώς από κάτω από το δωμάτιο του Νίκου Ρωμανού, είχαν αρχίσει να μαζεύονται φίλοι και συμπαραστάτες του, οι οποίοι φώναζαν συνθήματα. Σε λίγο θα ξεκίναγε στη Βουλή η συζήτηση και η ψηφοφορία για τη νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η αγωνία μεγάλωνε… Ηρθε και ο πατέρας του Νίκου. Την αγκάλιασε. Περπάτησαν λίγο μαζί. Εκείνος θα πήγαινε στη Βουλή. Η Βιργινία εκεί. Εξω από το δωμάτιό του. Μίλησε στο τηλέφωνο με τους συνηγόρους του Νίκου, τον Φραγκίσκο και τη Λίλα Ραγκούση. «Δεν σε αφήνουν να μπεις μέσα στο δωμάτιο;», τη ρώτησα.
Γέλασε. «Σήμερα, δεν ξέρω για ποιο λόγο, έκαναν… υπέρβαση. Τις προηγούμενες ημέρες δεν με άφηναν ούτε εδώ απ’ έξω να μένω».
«Πώς αισθάνεσαι;», τη ρωτάω με αμηχανία. «Θέλω να ζήσει ο Νίκος, αλλά φοβάμαι τι θα αποφασίσουν στη Βουλή». «Τι πιστεύεις ότι θα κάνει; Θα συνεχίσει, ακόμη κι αν δεν βρεθεί λύση;».
«Ναι. Θα συνεχίσει. Τον ξέρω. Ο Νίκος είναι πολύ δυνατός. Οταν ξεκινήσει κάτι, το πάει μέχρι το τέλος!».
Εκείνη τη στιγμή μας πλησίασε μία ξανθιά αστυνομικός και κάτι της είπε.
Χωρίς λέξη, η Βιργινία προχώρησε στον διάδρομο. Ανοιξε την πόρτα. Μια κοπέλα της έδωσε ένα χαρτί. Την είδα που το διάβαζε και φορτίστηκε. «Τι συμβαίνει;», σπεύδω να τη ρωτήσω.
«Είναι από τις κοπέλες που γράφουν σημειώματα και γράμματα στον Νίκο. Ερχονται εδώ στο νοσοκομείο. Με φωνάζουν στην πόρτα πάω και τα παίρνω εγώ. Και ενώ τους λέω ότι είμαι η γυναίκα του, παρ’ όλα αυτά του γράφουν». Η περιέργεια με κυριεύει. «Και τι του γράφουν;» ρωτάω με τον φόβο ότι ξεπερνώ τα όρια της διακριτικότητας.
«Διάφορα… Θα ήθελα να φωνάξω σε όλες ότι είναι ο άνδρας μου! Είναι δικός μου!».
Η Βιργινία διάβασε το σημείωμα και το κράτησε για να του το δώσει… Η άγνωστη κοπέλα τελείωνε το γράμμα της με δύο φράσεις:
«Νίκο, γερά. Νίκο, Ζήσε!»
Τα συνθήματα δυνάμωναν μαζί με τη βροχή…
Η ώρα είχε περάσει. Τηλεφώνησε η συνήγορος του Νίκου Ρωμανού, η Λίλα Ραγκούση. «Πες του Νίκου να ανοίξει την τηλεόραση. Αρχίζει η ψηφοφορία», είπε. Σε λίγο εμφανίστηκε και η ίδια. Ο αστυνομικός ξεκλείδωσε τα κάγκελα. Η συνήγορος φόρεσε μάσκα και την ειδική στολή. Τα ίδια φόρεσε και ο ένας από τους δύο εύσωμους αστυνομικούς φρουρούς που μπήκε στο δωμάτιο μαζί της. Η συνήγορος κάθισε δίπλα του. Μόνο εκείνη φαινόταν από την πόρτα, πίσω από τα κάγκελα. Ο Νίκος Ρωμανός όχι. Ηταν ξαπλωμένος. Είχε αρχίσει να βρέχει πολύ έντονα.
Είχε μαζευτεί περισσότερος κόσμος απ’ έξω. Δεν είχε ανακοινωθεί ακόμη η απόφαση που πήρε ομόφωνα η Βουλή, σύμφωνα με την οποία ο Νίκος Ρωμανός μπορούσε να υπαχθεί στο καθεστώς για τους κρατούμενους φοιτητές που ορίζει ότι, εφόσον έχει παρακολουθήσει εξ αποστάσεως το 1/3 του εξαμήνου, δηλαδή τους δύο από τους έξι μήνες, να μπορεί στη συνέχεια να πηγαίνει στις παραδόσεις, φορώντας το «βραχιολάκι» γεωεντοπισμού.
Οταν έφευγα από το νοσοκομείο τα συνθήματα που ακούγονταν από κάτω είχαν δυναμώσει: «Νίκο, γερά. Νίκο, Ζήσε…».
Πηγή: ΕΘΝΟΣ
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=64108471