Το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε τα ξημερώματα στη Βουλή προβλέπει ότι θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι την ψήφιση του νόμου (λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και του ορίου ηλικίας, όπου αυτό προβλέπεται) δεν θίγονται. Αντίθετα, ορίζει ότι σε περίπτωση που η ισχύουσα μέχρι σήμερα νομοθεσία δεν προβλέπει όριο ηλικίας για θεμελίωση πλήρους δικαιώματος ή μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, από τη δημοσίευση του Μνημονίου και μετά, η σταδιακή αύξηση αρχίζει με όριο ηλικίας το 58ο έτος για 35 έτη ασφάλισης, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση με όριο ηλικίας το 55ο.
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης με προϋποθέσεις μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, επιβάλλεται πέραν του συνολικού ήδη προβλεπόμενου ποσοστού μείωσης της σύνταξης, επιπλέον ποσοστό μείωσης 10%, έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου κατά περίπτωση νέου ορίου, όπως αναφέρει το αναλυτικό ρεπορτάζ του euro2day.
Από τις αυξήσεις των ορίων ηλικίας εξαιρούνται μόνο οι υπαγόμενοι στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα και οι μητέρες και οι χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων.
Ο βηματισμός προβλέπει 5 επιπλέον χρόνια για όσους μπορούσαν να βγουν σήμερα στα 50-52, για το 2015, και αύξηση κατά 1 έτος για τα επόμενα χρόνια ώστε να φτάσει στα 62 το 2022 (με 40 έτη ασφάλισης). Αντίστοιχα, για συνταξιοδότηση στα 67 προβλέπει 5 χρόνια αύξηση για τα τους 50-52, και αναλογική αύξηση για τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με το ΓΛΚ, από την αύξηση των ορίων ηλικίας προκύπτει εξοικονόμηση 5 εκατ. ευρώ για το 2015, 29 εκατ. ευρώ για το 2016, 79 εκατ. ευρώ το 2017, 157 εκατ. ευρώ για το 2018 και 263 εκατ. ευρώ για το 2019.
Με άλλη διάταξη ξεκαθαρίζεται ότι όσοι συνταξιοδοτηθούν από την 1η Ιουλίου και μετά, για σύνταξη γήρατος και όχι αναπηρίας ή χηρείας, θα λάβουν το ποσό της σύνταξης που προκύπτει βάσει των οικείων καταστατικών διατάξεων, ήτοι το οργανικό ποσό, χωρίς την επιχορήγηση του κράτους, και μόνο εφόσον συμπληρώσουν το 67ο έτος της ηλικίας τους το ποσό αυτό, αν είναι κατώτερο της κατώτατης σύνταξης, θα συμπληρωθεί ώστε ο συνταξιούχος να λάβει το κατώτατο όριο. Σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από τη διαφορά μεταξύ του οργανικού ποσού που χορηγείται μέχρι το 67ο έτος ηλικίας συνταξιοδοτούμενων και της κατώτατης σύνταξης που χορηγείται μετά τη συμπλήρωση του ανωτέρου ηλικιακού ορίου προκύπτει εξοικονόμηση 3 εκατ. ευρώ για το 2015, 17,2 εκατ. ευρώ για το 2016 και 28,5 εκατ. ευρώ για το 2017 και για κάθε επόμενο έτος.
Παράλληλα, διορθώνονται δύο διατάξεις του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη (3863/2010). Αναλυτικά, ξεκαθαρίζεται ότι ο διπλός τρόπος υπολογισμού των συντάξεων, από 1η Ιανουαρίου 2015, αφορά όσους έχουν υπαχθεί για πρώτη φορά στην ασφάλιση έως και 31/12/2010 και συνταξιοδοτηθούν λόγω γήρατος ή αναπηρίας από 1η Ιανουαρίου 2015. Να σημειωθεί ότι η τροποποιούμενη διάταξη έλεγε ότι ο νέος, διπλός τρόπος υπολογισμού (ένα σκέλος με το παλαιό σύστημα και ένα σκέλος με τη βασική και αναλογική) αφορά όσους θεμελιώνουν δικαίωμα από την αρχή του 2015.
Αλλαγές προβλέπονται και σε διατάξεις του πρώτου πακέτου ασφαλιστικών διατάξεων που ψηφίστηκαν αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας Τσίπρα – πιστωτών.
Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι υποχρεωτικά από 1η Σεπτεμβρίου του 2015 υπάγονται στο υπερ-επικουρικό των μισθωτών ΕΤΕΑ οι τομείς του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΤΕΑΠΑΣΑ, ο κλάδος επικουρικής ασφάλισης του ΟΑΕΕ, ο τομέας επικουρικής ασφάλισης των αρτοποιών, ο τομέας επικουρικής ασφάλισης των πρατηριούχων υγρών καυσίμων, ο τομέας επικουρικής ασφάλισης μηχανικών και εργοληπτών, συμβολαιογράφων, δικηγόρων, Ιδιοκτητών συντακτών και υπαλλήλων Τύπου του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, των ναυτικών (ΚΕΑΝ) του ΝΑΤ καθώς και του προσωπικού ιδρυμάτων εμπορικού ναυτικού (ΤΕΑΠΙΕΝ). Το ΕΤΕΑ θα λειτουργεί με ενιαία διοικητική και οικονομική οργάνωση.
Επίσης, ξεκαθαρίζεται ότι «παγωμένα» έως το τέλος του 2021 παραμένουν όχι η κρατική χρηματοδότηση αλλά τα κατώτατα όρια σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου.
Παράλληλα, προβλέπεται η κατάργηση των ειδικών φόρων τελών και εισφορών που αφορούν στους συμβολαιογράφους και τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων (κράτηση υπέρ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτικών Συνταξιούχων).
Τα ληξιπρόθεσμα
Στη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία ορίζεται διετής αναστολή όσον αφορά την προσκόμιση βεβαίωσης και την παροχή εγγυήσεων ή εμπράγματων εξασφαλίσεων. Το επιτόκιο καθορίζεται ίσο με το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ήτοι 5%, και επιβάλλεται δύο μήνες μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου. Εξαιρούνται οφειλέτες με χρέη κάτω των 5.000 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι είναι φυσικά πρόσωπα, η υπαγόμενη στη ρύθμιση οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη, και η ακίνητη περιουσία είναι αντικειμενικής αξίας έως 150.000 ευρώ.
Τα αρμόδια όργανα θα έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν τον αριθμό των δόσεων (διάρκεια ρύθμισης) με βάση τα οικονομικά δεδομένα του οφειλέτη. Οι λεπτομέρειες θα καθοριστούν με υπουργική απόφαση.
Παράλληλα, επεκτείνεται η εφαρμογή των χρηματικών ορίων που ισχύουν για το Δημόσιο, για την αναγκαστική είσπραξη οφειλών και στις υπηρεσίες του Κέντρου Είσπραξης Ανεξόφλητων Οφειλών για την αναγκαστική είσπραξη καθυστερούμενων οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.