Συνολική ποινή φυλάκισης 7 μηνών με τριετή αναστολή επέβαλε το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Λαμίας σε κάτοικο Τοπικής Κοινότητας του Δήμου Λαμιέων, ο οποίος συνέχισε να εισπράττει την σύνταξη αναπηρίας που λάμβανε ο πατέρας του από το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ για αρκετούς μήνες μετά το θάνατό του, ενώ δεν έχει επιστρέψει το ποσό που εισέπραξε και το οποίο ανέρχεται σε 2.775 ευρώ.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα “Ημέρα” και επικαλείται το lamiareport.gr, πρόκειται για μια υπόθεση που ξεκίνησε στις αρχές του 2011. Ο κατηγορούμενος δεν δήλωσε τον θάνατο του πατέρα του και συνέχισε να εισπράττει την αναπηρική σύνταξη που καταβαλλόταν σε τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο ήταν συνδικαιούχος, μέχρι τον Οκτώβριο του 2012. Η απάτη σε βάρος του ΙΚΑ αποκαλύφθηκε μέσα από τη διαδικασία απογραφής συνταξιούχων που έγινε το 2012 και στην οποία δεν απογράφηκε ο συνταξιούχος καθώς είχε αποβιώσει από τις αρχές του 2011.
Στη συνέχεια το ΙΚΑ άρχισε να ερευνά την υπόθεση και διαπίστωσε ότι ο συγκεκριμένος συνταξιούχος είχε αποβιώσει χωρίς να έχει αυτό γνωστοποιηθεί στον Οργανισμό. Παράλληλα μέσα από την Εθνική Τράπεζα διαπιστώθηκε ότι τα χρήματα της σύνταξης που καταβαλλόταν στον τραπεζικό λογαριασμό είχαν εισπραχθεί από τον γιο του που ήταν συνδικαιούχος.
Κατά την διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης την χθεσινή μέρα στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Λαμίας, κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας υπάλληλος του ΙΚΑ που μεταξύ άλλων προσδιόρισε ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει επιστρέψει το ποσό των 2.775 ευρώ μαζί με την προσαύξηση που εισέπραξε παράνομα. Τελικά σε βάρος του κατηγορουμένου που δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 7 μηνών με τριετή αναστολή για το αδίκημα της απάτης, ενώ παράλληλα θα πρέπει να επιστρέψει και το ποσό που εισέπραξε.
Σε κάθε περίπτωση πάντως θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μέσα από τις απογραφές συνταξιούχων που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια αποκαλύφθηκαν δεκάδες τέτοιες περιπτώσεις συνέχισης είσπραξης της σύνταξης μετά το θάνατο του δικαιούχου και στην περιοχή της Φθιώτιδας, σε αρκετές από τις οποίες τα ποσά είναι αρκετά μεγαλύτερα. Ήδη μάλιστα ορισμένες περιπτώσεις έχουν οδηγηθεί στη δικαιοσύνη ενώ η πλειοψηφία των συγκεκριμένων υποθέσεων θα ξεκινήσει να φτάνει στις αίθουσες των δικαστηρίων το επόμενο χρονικό διάστημα.