Γυναίκα πρωτοδίκης καθυστερούσε την έκδοση αποφάσεων από 14 μήνες έως 2,5 χρόνια, ενώ οι εκκρεμείς δικογραφίες κυμαίνονταν από 81 έως 275, με κίνδυνο σε κάποιες από τις υποθέσεις αυτές να επέλθει παραγραφή, αρνήθηκε δύο φορές να παραδώσει στον προϊστάμενο του Πρωτοδικείου τις δικογραφίες που αδικαιολόγητα καθυστερούσε και κατατέθηκαν σε βάρος της μηνήσεις για υπεξαίρεση εγγράφων, ενώ μία δικογραφία αναζητείται ακόμη και δεν την έχει επιστρέψει έως σήμερα.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ομόφωνα να την απολύσει, με τη δυνατότητα να εργαστεί σε άλλη δημόσια υπηρεσία.
Την 48μελή εμβόλιμη Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, υπό την πρόεδρό της Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα και με τη συμμετοχή της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη, την απασχόλησε το ερώτημα της οριστικής παύσης Πρωτοδίκου, για ανεπάρκεια άσκησης του δικαστικού λειτουργήματος, λόγω των πολλών καθυστερήσεων στην έκδοση αποφάσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Αρεοπαγίτης εισηγήτρια Γεωργία Κατσίμαγκλη ανέφερε ότι λόγω των καθυστερήσεων στις πόλεις όπου υπηρετούσε η 46χρονη Πρωτοδίκης υπήρχαν έγγραφες και τηλεφωνικές διαμαρτυρίες δικηγόρων και πολιτών για τις μεγάλες εκκρεμότητες που είχε.
Ακόμη, η κυρία Κατσίμαγκλη επεσήμανε ότι όταν η εν λόγω Πρωτοδίκης υπηρετούσε στον Πειραιά, της αφαιρέθηκαν 59 δικογραφίες που καθυστερούσε υπερβολικά, προκειμένου να χρεωθούν σε άλλους συναδέλφους της, καθώς υπήρχε κίνδυνος παραγραφής αδικημάτων και ζητήθηκε να επιστρέψει τις δικογραφίες.
Όμως, οι δικογραφίες δεν παραδόθηκαν και υπεβλήθη μηνυτήρια αναφορά σε βάρος της για υπεξαίρεση εγγράφων, ενώ διατυπώθηκε η άποψη να διαταχθεί έρευνα στο σπίτι της προκειμένου να κατασχεθούν οι δικογραφίες.
Τελικά, οι δικογραφίες αυτές παραδόθηκαν από την πρώην Πρωτοδίκη στον προϊστάμενό της, ωστόσο μία δικογραφία δεν επιστράφηκε ποτέ, αλλά και η ίδια δεν απάντησε εάν την έχει χάσει ή όχι, με αποτέλεσμα να γίνει αυτεπάγγελτη ανασύσταση της χαμένης δικογραφίας.