«Η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε η Κυβέρνηση κινείται εντός της πρότασης της ΓΣΕΒΕΕ. Στην παρούσα συγκυρία που ο υψηλός πληθωρισμός έχει μειώσει τα εισοδήματα η σχετική παρέμβαση ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζόμενων-καταναλωτών είναι θετική για τη αγορά».
Αυτό επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωση για την αύξηση του κατώτατου μισθού προσθέτοντας ότι η Κυβέρνηση θα πρέπει να μεριμνήσει και για την ανακούφιση των επιχειρήσεων, «ιδιαίτερα των μικρών και πολύ μικρών, όπου το κόστος λειτουργίας τους λόγω των ανατιμήσεων έχει εκτιναχθεί».
«Στο πλαίσιο αυτό μέτρα που θα μειώνουν το αυξημένο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων (πχ μείωση προκαταβολής φόρου εισοδήματος και πλήρης και χωρίς προϋποθέσεις κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος) και μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, είναι αναγκαία ώστε τελικά η αύξηση του κατώτατου μισθού να ωφελήσει τόσο τα νοικοκυριά, όσο και τις επιχειρήσεις», προσθέτει.
Τέλος, η ΓΣΕΒΕΕ επαναλαμβάνει το αίτημα για επιστροφή της αρμοδιότητας καθορισμού του κατώτατου μισθού στους Κοινωνικούς Εταίρους και να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
«Ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού, με τον οποίο περιορίστηκαν νομοθετικά οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και η έκταση της ΕΓΣΣΕ, εκτός ότι εμπεριέχει μια στείρα διαδικασία κοινωνικού διαλόγου, κατ’ εξακολούθηση εργαλειοποιείται πολιτικά. Και τούτο αφορά τόσο την εκάστοτε Κυβέρνηση όσο και τα πολιτικά κόμματα που συστηματικά πλειοδοτούν για το ύψος του κατώτατου μισθού. Η επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα που επιτυγχάνεται μέσα από την βελτίωση του επιχειρηματικού-οικονομικού περιβάλλοντος είναι αναγκαίο να συνοδευτεί και με την επιστροφή στην θεσμική κανονικότητα», υποστηρίζει η Συνομοσπονδία.