Όσο αποκρυσταλλώνεται το τοπίο και οι εξελίξεις τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μοιραία ανακύπτουν βασικά ερωτήματα για την επόμενη μέρα μετά την τραγωδία στα Τέμπη που βύθισε τη χώρα στο πένθος. «Θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν οι αμαξοστοιχίες στα τμήματα που δεν έχουν σηματοδότηση;».
Αυτό είναι το βασικό ερώτημα που αναδεικνύει ο καθηγητής Ψηφιακών Συστημάτων Επικοινωνίας του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Καραγιαννίδης, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει επικεντρωθεί στη μελέτη και ανάλυση της κυκλοφορίας τρένων υψηλής ταχύτητας, άνω των 200 χιλιομέτρων.
Επιχειρώντας, εν μέσω ενός κυκεώνα πληροφοριών, να προβεί σε μια ακτινογραφία του μακροχρόνιου προβλήματος των συγκοινωνιακών υποδομών, των παραλείψεων και των ολιγωριών στην αναβάθμιση, εξηγεί – μέσα από το protothema.gr – πώς λειτουργούν πρωτοποριακά συστήματα σε χώρες όπως η Κίνα, όπου με μια ομάδα φοιτητών του τμήματός του αναπτύσσει ένα καινοτόμο εγχείρημα.
Εξηγεί, ειδικότερα, με ποιον τρόπο είναι δυνατόν να συμβαδίζει η ταχύτητα με την ασφάλεια, κάτι που συμβαίνει με επιτυχία στην άλλη άκρη του πλανήτη. Ο καθηγητής επισημαίνει, δε, πως το σύστημα τηλεδιοίκησης, το οποίο εκλείπει από τμήματα του ελληνικού σιδηροδρόμου, είναι εφικτό να τεθεί σε εφαρμογή αφού τα τρένα στη χώρα μας διαθέτουν τις απαραίτητες υποδομές γι’ αυτού του είδους τον εκσυγχρονισμό.
Προβληματισμό εγείρει, την ίδια ώρα, σύμφωνα με τον κ. Καραγιαννίδη, το γεγονός ότι οι αμαξοστοιχίες μέχρι τώρα πορεύονταν χωρίς σηματοδότηση στο δίκτυο, στην περιοχή των Τεμπών, κάτι που αποδείχθηκε μοιραίο αφού δεν επέτρεψε στον μηχανοδηγό του τραγικού τρένου να έχει τον έλεγχο της κατάστασης και για τον λόγο αυτό βασιζόταν απόλυτα στις οδηγίες του σταθμάρχη.
Η έλλειψη αυτοματοποιημένων συστημάτων, που θα διευκόλυναν την ακινητοποίηση του επιβατικού τρένου σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, είναι πάντως το ζήτημα στο οποίο εστιάζει ο καθηγητής του ΑΠΘ θεωρώντας, όπως άλλωστε, υπογραμμίζει, «αδιανόητο» να τρέχουν, σήμερα, με εξαιρετικά υψηλή ταχύτητα τρένα χωρίς δικλείδες ασφαλείας.
Βολιδοσκοπώντας την κατάσταση και δίνοντας τη μεγάλη εικόνα, ο κ.Καραγιαννίδης εξηγεί πόσο πιο προηγμένο,δικλείδες ασφαλείας είναι το σύστημα της Κίνας, σε σημείο που με την ομάδα των φοιτητών του εργάζονται πάνω στη βελτίωση του ακριβούς εντοπισμού της θέσης των τρένων μέσα από την τεχνητή νοημοσύνη.
Στρέφοντας, όμως, το ενδιαφέρον του στην Ελλάδα, προβληματίζεται για το γεγονός ότι μέχρι να λειτουργήσουν τα αναβαθμισμένα συστήματα ελέγχου, η κίνηση των αμαξοστοιχιών σε συγκεκριμένα τμήματα είναι αμφίβολη.
«Έχουν καταργηθεί τα φανάρια» τονίζει ο καθηγητής που δεν παραλείπει να επισημάνει ότι το δυστύχημα θα μπορούσε να είχε σημειωθεί εντός της σήραγγας, κάτι που δεν θα άφηνε περιθώρια ελπίδας για εύρεση επιζώντων λόγω του εύρους της φωτιάς που θα ξεσπούσε.
Την ίδια στιγμή, υπογραμμίζει ότι οι πιθανότητες να βρεθούν ζωντανοί όσοι έχουν δηλωθεί αγνοούμενοι και επέβαιναν στα πρώτα βαγόνια είναι μηδαμινές. Σημειώνεται ότι μέσα σε αυτό το επώδυνο σκηνικό, η ταυτοποίηση των σορών είναι ένα από τα δυσκολότερα σημεία καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι που απανθρακώθηκαν λόγω της θερμοκρασίας που έφτανε τους 1.300 βαθμούς Κελσίου στα πρώτα βαγόνια.
Εν μέσω ανείπωτης θλίψης και αναπάντητων ερωτημάτων, ο κ. Καραγιαννίδης επιχειρώντας να εξηγήσει με μια πιο ενδοσκοπική ματιά τα λάθη πίσω από τη φονική σύγκρουση αμαξοστοιχιών στη Λάρισα δηλώνει τα εξής: «Το ανθρώπινο λάθος είναι η προφανής αιτία για την σύγκρουση των δύο τρένων. Είναι όμως αδιανόητο, το 2023, την εποχή που λειτουργούν αυτόνομα οχήματα, που σε λίγα χρόνια με την βοήθεια του 5G θα αποφεύγονται τα ατυχήματα στους δρόμους, να μην εμποδίζεται με αυτόματο τρόπο η κίνηση τρένων στην ίδια γραμμή και σε αντίθετη κατεύθυνση. Είναι αδιανόητο και εγκληματικό να κυκλοφορούν τρένα με μεγάλες ταχύτητες, πάνω από 150 χλμ/ώρα σε τμήματα του δικτύου που δεν παρέχουν ούτε την στοιχειώδη ηλεκτρονική προστασία σε περίπτωση ανθρώπινου λάθους».
Συμμερίζεται την άποψη μηχανοδηγών ότι η πορεία αμαξοστοιχίας στο συγκεκριμένο τμήμα των Τεμπών αποτελούσε ένα «προαναγγελθέν δυστύχημα» και εστιάζει στις τεχνολογίες εκείνες που απαιτούνται για τρένα υψηλών ταχυτήτων. Τεχνολογίες που έχουν ενταχθεί στον τομέα συγκοινωνιών στην Κίνα εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, όπως επισημαίνει ο καθηγητής.
Σε αυτό το δαιδαλώδες σκηνικό και με τις έρευνες για τα αίτια του δυστυχήματος να συνεχίζονται, προκρίνει ως βασικό το ζήτημα επίλυσης της διαιώνισης παθογενειών όπως η αμέλεια και η ολιγωρία, δεδομένου ότι τα συστήματα εκσυγχρονισμού είχαν αγοραστεί από το 2000, ενώ την ίδια στιγμή είχε υπογραφεί – το 2014 – με την ΕΕ σύμβαση 140 εκατομμυρίων ευρώ με σκοπό την αναβάθμιση του ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου.
Τι θα μπορούσε να είχε γίνει, όμως, προκειμένου να είχε αποφευχθεί το ατύχημα;
«Αν λειτουργούσε το σύστημα σηματοδότησης και ελέγχου ETCS Level 1 ή το ακόμα πιο προηγμένο ασύρματο σύστημα GSM-R για τα οποία η ΕΡΓΟΣΕ έχει συνολικά ξοδέψει περίπου 140 εκατ. τα τελευταία 10 χρόνια, το δυστύχημα θα είχε αποφευχθεί. Δεν υπάρχουν δικαιολογίες για καθυστερήσεις στην παράδοση και λειτουργία των συστημάτων αυτών. Σε ένα δίκτυο με τμήματα χωρίς σηματοδοσία και έλεγχο, στο οποίο κινούνται τρένα με μεγάλη ταχύτητα, είναι μεγάλη η πιθανότητα ατυχήματος» τονίζει χαρακτηριστικά ο καθηγητής του ΑΠΘ και μιλά για την εργασία του στην ασιατική ήπειρο.
Το παράδειγμα της Κίνας
Όσο αναφέρεται στο δράμα που σημειώθηκε στη Λάρισα και έγινε πρώτο θέμα στα μεγαλύτερα διεθνή ΜΜΕ, προσπαθεί να αναδείξει τα εργαλεία εκείνα που πιστοποιούν την ασφάλεια μιας διαδρομής και που ο ίδιος εξερευνά για την αναβάθμιση του κινεζικού συστήματος το οποίο έχει ήδη διανύσει χιλιόμετρα προόδου στο συγκοινωνιακό δίκτυο. Τα τελευταία πέντε χρόνια η εργασία του κ.Κραγιαννίδη στην Κίνα αποτελεί στοίχημα και συνάμα εξερεύνηση. Με εξασφαλισμένη κινεζική χρηματοδότηση για την ανάπτυξη του έργου του, εξηγεί πως η ασφάλεια στην κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών αποτελεί προτεραιότητα υψίστης σημασίας.
Προτάσσοντας την ταχεία αναβάθμιση της τεχνολογίας, θεωρεί εύλογη και την προσαρμογή της τηλεδιοίκησης στις επιταγές της ψηφιακής εποχής. Το κλειδί, κατά τον Καραγιαννίδη, βρίσκεται όχι στη θέση του σταθμάρχη αλλά στα ασύρματα συστήματα ελέγχου και στην τεχνητή νοημοσύνη που είναι δυνατόν να υιοθετηθούν λόγω σταθερών συντελεστών όπως η προκαθορισμένη πορεία του τρένου.
Το ενδιαφέρον και το κυνήγι για την συνεχιζόμενη αναβάθμιση είναι συνεχές για τον καθηγητή του ΑΠΘ που, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ανταλλάσσει, απόψεις και υλικοτεχνικής φύσεως πληροφόρηση με φοιτητές από την Κίνα, τους οποίους συναντά είτε στη χώρα τους είτε στη δική μας την οποία επισκέπτονται στο πλαίσιο του εγχειρήματος. Ελπίζει ότι θα έρθει σύντομα η στιγμή εκείνη που η συνεργασία ανάμεσα στο ΑΠΘ και στο κινεζικό πανεπιστήμιο θα αφήσει ένα θετικό αποτύπωμα στην «κουλτούρα» της μετακίνησης σε σιδηροδρομικά δίκτυα.
«Τα τελευταία πέντε χρόνια η ερευνητική μου ομάδα συνεργάζεται με το Κινεζικό πανεπιστήμιο Southwest Jiaotong University αλλά και με το Σουηδικό ΚΤΗ Royal InsPtute of Technology σε θέματα ελέγχου και ασφάλειας τρένων στην Κίνα που κινούνται με υπερ-υψηλή ταχύτητα, πάνω από 250 χλμ/ώρα. Συγκεκριμένα, προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε κακόβουλες ή μη επιθέσεις στα ασύρματα συστήματα ελέγχου και να βελτιώσουμε τον ακριβή εντοπισμό της θέσης τους χρησιμοποιώντας τεχνητή νοημοσύνη, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κίνησης των τρένων, π.χ. την προκαθορισμένη τροχιά. Νομίζω δεν χρειάζεται να αναφέρω ότι τα προβλήματα ασφαλείας που έχουμε εδώ και ουσιαστικά οδήγησαν στο ατύχημα στα Τέμπη, έχουν αντιμετωπιστεί τεχνολογικά στην Κίνα εδώ και πολλά χρόνια» καταλήγει ο καθηγητής Ψηφιακών Συστημάτων Επικοινωνίας του ΑΠΘ, σε μια στιγμή που η κατανόηση, η βελτίωση και ο εκσυγχρονισμός απαρτίζουν το τρίπτυχο ασφάλειας για την επόμενη μέρα.