Τις απόψεις και ανησυχίες των Ελλήνων σχετικά με την πρωτόγνωρη πανδημία του Κορωνοϊού κατέγραψε έρευνα του Εργαστηρίου Δημοσιογραφικών Σπουδών και Επικοινωνιακών Εφαρμογών του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η ερευνητική ομάδα (ο Διευθυντής του Εργαστηρίου Καθηγητής Στέλιος Παπαθανασόπουλος, ο Επίκουρος Καθηγητής Αντώνης Αρμενάκης, και ο διδάσκοντας του Τμήματος και ερευνητής του Εργαστηρίου Δρ. Αχιλλέας Καραδημητρίου) προχώρησε στην δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας η οποία διεξήχθη για το διάστημα 29 Μαρτίου έως 23 Απριλίου, σε δείγμα 2.525 ατόμων.
Στόχοι της έρευνας
Υπό τον τίτλο “Οι Έλληνες και ο Κορωνοϊός: Μια χώρα σε συνθήκες πρωτόγνωρες”, η έρευνα αποτυπώνει, πέραν των απόψεων και των ανησυχιών των πολιτών, και τις αλλαγές που επέφερε στην καθημερινότητά τους η πανδημία στον τομέα της εργασίας, των διαπροσωπικών επαφών, των οικογενειακών-κοινωνικών τους δραστηριοτήτων.
Παράλληλα, διερευνάται σε ποιο βαθμό η κρίση της πανδημίας έχει επηρεάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι σε βασικούς θεσμούς και πρόσωπα του δημόσιου βίου που εμπλέκονται στη διαχείριση των έκτακτων συνθηκών, όπως είναι η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, η αστυνομία, ο υπουργός υγείας, οι εξειδικευμένοι επιστήμονες, η εκκλησία, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, τα μέσα ενημέρωσης.
Η έρευνα επικεντρώνεται επίσης στην αξιολόγηση και στάση του κοινού απέναντι στις διάφορες πηγές πληροφόρησης (μέσα ενημέρωσης, αρμόδιες Αρχές, οικογενειακός-κοινωνικός περίγυρος), δεδομένου ότι στην κρίσιμη αυτή περίοδο η συζήτηση για τον Κορωνοϊό έχει αναδειχθεί σε πρωταρχικό ζήτημα της δημόσιας σφαίρας με καθοριστική για την ενημέρωση των πολιτών τη συμβολή διαφόρων πηγών πληροφόρησης.
Τα αποτελέσματα της έρευνας
Με ποιους συζητούν οι Έλληνες περισσότερο για τον Κορωνοϊό;
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνας, καθώς από αυτά προκύπτει ότι οι Έλληνες συζητούν το θέμα του Κορωνοϊού κατά κύριο λόγο με τους φίλους τους και δευτερευόντως με τους/τις συζύγους/συντρόφους τους. Επιπλέον, ο οικογενειακός ιατρός/παθολόγος, που αντιπροσωπεύει μια εξειδικευμένη πηγή γνώσης, δεν αποτελεί ιδιαίτερο πόλο έλξης για διενέργεια σχετικής συζήτησης.
Μάλιστα, για την πλειοψηφία των ερωτώμενων (67%) εντός της οικογένειας το
θέμα της πανδημίας αποτελεί αφορμή διαλόγου σε καθημερινή βάση ανελλιπώς.
Η ίδια τάση ανάπτυξης καθημερινής συζήτησης παρατηρείται – αν και σε
μικρότερο ποσοστό (45%) – μεταξύ των φίλων, ενώ μεταξύ συναδέλφων οι
σχετικές συζητήσεις για κάποιους μπορεί να είναι καθημερινές (29%) και για
άλλους πιο περιστασιακές μέσα στην εβδομάδα (12% μέρα παρά μέρα, 13% 3-4
φορές την εβδομάδα).
Είναι ο Κορωνοϊός εργαστηριακό δημιούργημα;
Ως επί το πλείστον οι ερωτώμενοι διαφωνούν με τις θεωρίες συνωμοσίας που παρουσιάζουν τον Κορωνοϊό ως εργαστηριακό δημιούργημα σε ρόλο μη συμβατικού όπλου για την ενίσχυση των συμφερόντων ορισμένων χωρών (33% διαφωνούν πλήρως και 24% διαφωνούν).
Ο Κορωνοϊός πλήττει θανάσιμα μόνο όσους έχουν σοβαρά υποκείμενα νοσήματα;
Οι πολίτες φαίνεται να αναγνωρίζουν τη σοβαρότητα της νόσου, καθώς ένα
μεγάλο ποσοστό (41%) δεν συμφωνεί με την τοποθέτηση ότι ο Κορωνοϊός
πλήττει θανάσιμα μόνο τα άτομα με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα.
Είναι χειρότερος από την Γρίπη;
Παρόλα αυτά, οι πολίτες δεν αξιολογούν τον Κορωνοϊό χειρότερο από την κοινή γρίπη
(33% διαφωνούν και 21% διαφωνούν πλήρως ότι είναι χειρότερος).
Τα Μέτρα για το Κορωνοϊό
Η δεύτερη ενότητα των αποτελεσμάτων σχετίζεται με τις απαντήσεις των πολιτών σχετικά με τα κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, και την σύγκριση τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στο ερώτημα εάν η κυβέρνηση έχει υπό έλεγχο την κατάσταση με τον Κορωνοϊό, οι συμμετέχοντες στην έρευνα κατά 44% δείχνουν να συμφωνούν ότι η κυβέρνηση έχει τον έλεγχο της κατάστασης (22% περίπου συμφωνούν, 18% συμφωνούν εν πολλοίς, και 4% συμφωνούν απόλυτα), ενώ αντίθετα 34% διαφωνούν με την αποτελεσματικότητα των μέτρων (23% διαφωνούν και 11% διαφωνούν πλήρως). Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό των
ερωτηθέντων της τάξης του 22% υιοθετούν μια ενδιάμεση τοποθέτηση (δηλαδή
ούτε συμφωνούν αλλά ούτε διαφωνούν).
Η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση στην Ευρώπη;
Mεγάλο ποσοστό του δείγματος της έρευνας αξιολογεί θετικά τη γενικότερη στάση της χώρας απέναντι στο πρόβλημα, αφού συμφωνεί με τη δήλωση ότι η Ελλάδα αποτελεί στην Ευρώπη παράδειγμα προς μίμηση για τον τρόπο που αντιμετώπισε τον Κορωνοϊό και καταπολέμησε την εξάπλωσή του (26% εν πολλοίς συμφωνεί, 14% συμφωνεί απόλυτα και 19% περίπου συμφωνεί).
Κορωνοϊός και εμπιστοσύνη στους Θεσμούς
H τρίτη ενότητα της έρευνας αφορά στα αισθήματα εμπιστοσύνης των Ελλήνων προς τους θεσμούς. Τα εύρηματα έδειξαν την εμφάνιση μιας τάσης εμπιστοσύνης σε πολιτικούς παράγοντες και θεσμούς που διαχειρίζονται την κρίση, αλλά όχι σε όλους ανεξαιρέτως.
Καθώς η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα είναι αριστερής και
κεντροαριστερής προέλευσης ή τοποθέτησης (64% αθροιστικά), το γεγονός ότι ένα συνολικό ποσοστό της τάξης του 48% δηλώνει – με διάφορες διαβαθμίσεις – ότι εμπιστεύεται την κυβέρνηση (18% την εμπιστεύεται, 19% την εμπιστεύεται αρκετά και 11% την εμπιστεύεται απόλυτα) είναι μάλλον θετικό για ένα δεξιόστροφο κυβερνητικό σχήμα.
Έκδηλη είναι η έλλειψη ωστόσο εμπιστοσύνης μεγάλου μέρους των συμμετεχόντων στην έρευνα προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα (40% δεν τα εμπιστεύονται καθόλου) με ένα άλλο μέρος να εκφράζει απλά συγκρατημένη εμπιστοσύνη (19% τα εμπιστεύονται σχετικά και 27% έτσι κι έτσι).
Τα ΜΜΕ, αν και αποτελούν τον βασικό συνδετικό κρίκο των μελών του κοινού με τις εξελίξεις της πανδημίας, δεν φαίνεται να έχουν πείσει για την αξιόπιστη στάση τους, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος της έρευνας δηλώνει πως δεν τα εμπιστεύεται καθόλου (43%) ή τα εμπιστεύεται συγκρατημένα (25% έτσι κι έτσι, 21% τα εμπιστεύεται σχετικά).
Εξίσου χαμηλά αξιολογείται από τους συμμετέχοντες στην έρευνα και η αξιοπιστία της διαχεόμενης πληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αφού οι περισσότεροι είτε δεν τα εμπιστεύονται καθόλου (35%) είτε τα εμπιστεύονται σχετικά (31%).
Αντιθέτως, σε πολύ υψηλά επίπεδα (89%) κυμαίνεται η εμπιστοσύνη προς τους
πρωταγωνιστές της υγείας, ξεχωρίζοντας ιδιαίτερα το ιατρικό και νοσηλευτικό
προσωπικό της χώρας (24% το εμπιστεύεται, 36% το εμπιστεύεται αρκετά, 29%
το εμπιστεύεται απόλυτα).
Κορωνοϊός και Μέσα Ενημέρωσης
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση της “σχέσης” του δείγματος με τα μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι ερωτώμενοι προσφεύγουν για την
ενημέρωσή τους σχετικά με τις εξελίξεις της πανδημίας, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, κυρίως στις ειδησεογραφικές ιστοσελίδες και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δευτερευόντως στα τηλεοπτικά κανάλια εθνικής εμβέλειας. Αναλυτικά οι προτιμήσεις τους διαμορφώνονται ως εξής:
Οι φοβίες των Ελλήνων
Αναφορικά με τις φοβίες των Ελλήνων από την πανδημία, το μεγαλύτερο μέρος του κοινού
προβληματίζεται για τις συνέπειες που θα έχει η κρίση τόσο στην εθνική, όσο και την παγκόσμια οικονομία.
Οι δραστηριότητες των Ελλήνων στην εποχή της πανδημίας
Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα που αποκαλύπτουν ότι για τη συντριπτική πλειοψηφία του κοινού υπάρχουν ορισμένες συνήθειες που έχουν περιοριστεί ιδιαίτερα σε σύγκριση με το παρελθόν. Αυτές είναι η επίσκεψη σε οικείους και συγγενείς (77%), τα ψώνια στο σούπερ-μάρκετ (72%), καθώς και ο περίπατος εκτός σπιτιού (55%). Επίσης, για ένα σημαντικό μέρος των ερωτώμενων είναι μειωμένη και η συχνότητα χρήσης των μέσων μαζικής μεταφοράς (44%), καθώς και η επίσκεψη σε γιατρό ή φαρμακείο (44%).
Αντιθέτως, συνήθειες που έχουν υιοθετηθεί στο πλαίσιο της καθημερινότητας και πραγματοποιούνται με μεγαλύτερη συχνότητα σε σχέση με το παρελθόν είναι η εξ αποστάσεως επικοινωνία με φίλους και συναδέλφους μέσω ψηφιακών εφαρμογών τηλεδιάσκεψης (70%), η παρακολούθηση ψυχαγωγικού περιεχομένου (ταινιών, σειρών) εντός της οικίας (60%) καθώς και οι συνομιλίες μέσω τηλεφώνου (51%).
Λίγα λόγια για το προφίλ των συμμετεχόντων στην έρευνα
Ως προς τα βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά, το δείγμα της έρευνας συγκροτείται κατά 60% από γυναίκες και 40% από άνδρες. Η συντριπτική πλειοψηφία εξ αυτών ανήκει στην ηλικιακή κατηγορία 25-44 (57%), ακολουθούν τα άτομα 45-64 (29%), ενώ αρκετά λιγότεροι είναι οι συμμετέχοντες που εντάσσονται στα δύο αντίθετα άκρα των ηλικιακών ομάδων, δηλαδή στην κατηγορία 15-24 (11%) και 65 ετών κι άνω (2%).
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα είναι κατά κύριο λόγο άτομα υψηλού μορφωτικού
επιπέδου που κατέχουν είτε βασικό τίτλο σπουδών (32%) είτε μεταπτυχιακό
(38%). Αρκετοί στο δείγμα είναι ακόμα και κάτοχοι διδακτορικού (9%).
Συγκριτικά με το συνολικό κοινό πανεπιστημιακής μόρφωσης, πολύ λιγότεροι
είναι οι ερωτώμενοι που έχουν ολοκληρώσει σπουδές μεταδευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης (10%) ή έχουν απολυτήριο λυκείου (9%), ενώ ελάχιστοι είναι οι
απόφοιτοι γυμνασίου (1%).
Ως προς την οικογενειακή κατάσταση οι περισσότεροι είναι είτε παντρεμένοι με
παιδιά (23%) είτε ανύπαντροι που ζουν μόνοι ή με κάποιο συγκάτοικο (20%) και
ακολουθούν οι ανύπαντροι που ζουν με γονείς ή συγγενείς (16%) ή τα άτομα σε
συμβίωση (12%). Ελάχιστοι στο δείγμα είναι οι διαζευγμένοι ή τα άτομα σε
διάσταση (5%) καθώς και τα μέλη μονογονεϊκής οικογένειας (2%).
Το κοινό που ανταποκρίθηκε στην έρευνα κατά κύριο λόγο κατοικεί στην Αθήνα
(66%), ένα μικρό ποσοστό στη Θεσσαλονίκη (7%) ή σε άλλα αστικά κέντρα (8%),
ενώ ένα σημαντικό μέρος (13%) διαμένει στην περιφέρεια. Ελάχιστοι στο δείγμα
είναι κάτοικοι ημιαγροτικών περιοχών (3%) ή Έλληνες με μόνιμη κατοικία στο
εξωτερικό (3%).
Από πλευράς απασχόλησης, το δείγμα της έρευνας συγκροτείται κυρίως από
μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, που δεν σχετίζονται με τα επαγγέλματα υγείας
(28%), από αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες (επιστήμονες ή μη, 17%),
δημοσίους υπαλλήλους (πέραν των επαγγελμάτων υγείας, 16%) καθώς και από
φοιτητές (13%). Σε πολύ μικρά ποσοστά κυμαίνονται οι άνεργοι (9%), οι
εργαζόμενοι στις δομές της υγείας (4%) καθώς και οι απολυμένοι (1%).
Τέλος, ως προς τον ιδεολογικό προσανατολισμό των ερωτώμενων οι περισσότεροι
δηλώνουν κεντροαριστεροί (36%), οι οποίοι αν συνδυαστούν με το ποσοστό αυτών
που τάσσονται με την αριστερά (20%) και την άκρα αριστερά (8%)
συνδιαμορφώνουν την πλειοψηφία του δείγματος της έρευνας. Ωστόσο, μεταξύ των
ερωτώμενων σε σημαντικό ποσοστό αντιπροσωπεύονται και τα άτομα που τάσσονται
με την κεντροδεξιά (28%), ενώ αντιθέτως η παρουσία συμμετεχόντων με δεξιά
ιδεολογική τοποθέτηση είναι περιορισμένη (8%).