Ακολούθησαν πιστά την προτροπή των γονέων τους και τα παιδιά της πολύτεκνης οικογένειας έμεινε να ζει το ένα για το άλλο. Οι επιταγές της εποχής τους ότι πρώτα έπρεπε να παντρευτούν τα κορίτσια, δεν επέτρεψαν σε κανέναν να δημιουργήσει το δικό του σπιτικό, τη δική του οικογένεια. Έμειναν μόνοι και τόσο αχώριστοι που ο ένας ακολούθησε στον θάνατο τον άλλον. Πίσω τους έμεινε «ορφανή» μια αμύθητη περιουσία.
Για τα πέντε παιδιά της πασίγνωστης οικογένειας του Τριαντάφυλλου Γκάργκα από τον Αλμυρό, η ευχή των γονιών έμελε να μετατραπεί σε κατάρα…
Η συγκλονιστική ανθρώπινη ιστορία άρχισε να ξετυλίγεται, όταν πρόσφατα τα δύο –τελευταία εν ζωή- υπερήλικα αδέρφια της οικογένειας εντοπίστηκαν εξαντλημένα και σε κατάσταση προχωρημένης ασιτίας στο σπίτι τους στον Βόλο, όπου διέμεναν μαζί.
Σύμφωνα με το taxydromos.gr, που αποκάλυψε το θέμα, οι δυο τους «έφυγαν» με διαφορά μόλις δέκα ημερών, στα τέλη Αυγούστου και τις αρχές Σεπτεμβρίου. Στην τελευταία τους κατοικία δεν έχουν οδηγηθεί δυστυχώς ακόμη. Συμπληρώνεται μήνας και ακόμη παραμένουν στα αζήτητα του νεκροτομείου και άταφοι.
Πριν τον διαδοχικό θάνατο των δύο τελευταίων αδερφών, μόλις 40 ημέρες πριν, είχε πεθάνει η προτελευταία αδερφή.Μετά την «φυγή» της οι δύο έπεσαν σε κατάθλιψη, εγκατέλειψαν την προσπάθεια να συνεχίσουν να ζουν.
Η άγνωστη ιστορία της οικογένειας
Οι γονείς τους διατηρούσαν μεγάλο αριθμό χωραφιών, τα οποία έδιναν εργασία σε πολύ κόσμο. Στον Αλμυρό, η μεγάλη πολυκατοικία –η μεγαλύτερη ίσως της περιοχής- που ανέγειραν τη δεκαετία του ’80, είναι γνωστή ως «μέγαρο Γκάργκα».
Ηταν μία ευτυχισμένη οικογένεια, εκείνη που δημιούργησε ο Τριαντάφυλλος Γκάργκας. Ο Θεός της έδωσε πολλά παιδιά, τον Αποστόλη, τον Θανάση, τη Χρύσα, την Εφη και τη Μαρία. Δεν τους έδωσε όμως και εγγόνια.
Τα παιδιά αύξησαν περαιτέρω την περιουσία της οικογένειας, αλλά δεν προχώρησαν τελικά κανένας την προσωπική του ζωή. Εμειναν μόνοι και οι τέσσερις τελευταίοι κατοικούσαν στο ίδιο σπίτι, ένα διώροφο στο κέντρο του Βόλου, μέχρι και πρόσφατα.
Τα παράθυρα του σπιτιού τους σήμερα που έχουν φύγει από τη ζωή εξακολουθούν να είναι κλειστά, όπως ήταν πάντοτε τα τελευταία χρόνια. Γείτονες ανέφεραν ότι δεν τα άνοιγαν, ούτε όταν είχε καύσωνα. Ζούσαν εκεί αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο, στη δική τους πραγματικότητα, στην οποία δεν επέτρεπαν να εισβάλει κανένας. Εκεί βρίσκονται και τα δύο αυτοκίνητά τους ακόμη και σήμερα παρκαρισμένα στο ίδιο σημείο. Δεν έχουν κανέναν συγγενή για να έχει κληρονομικό δικαίωμα. Θεωρείται ότι δεν έχουν αφήσει και πίσω τους και διαθήκη.
«Ορφανή» η αμύθητη περιουσία
Ολα τα υπάρχοντα της οικογένειας, ολόκληρη πολυκατοικία με 13 διαμερίσματα και επτά μαγαζιά, ελαιοπερίβολα, αργά ή γρήγορα θα περιέλθουν στα χέρια του ελληνικού δημοσίου. Εκεί θα περιέλθει και το διώροφο πατρικό τους σπίτι που κάποτε ήταν γεμάτο από ζωή. Εκεί και το σπίτι τους στον Βόλο, ένα επίσης διώροφο κτίριο, το λογιστικό γραφείο του Αποστόλη, και βέβαια οι πλούσιες καταθέσεις της οικογένειας στις τράπεζες.
Εάν και εφόσον ολοκληρωθεί η έρευνα για τους κληρονόμους, που συνήθως αφορά σε μία εξαιρετικά πολύχρονη διαδικασία, θα αξιοποιηθούν τα ακίνητα από το υπουργείο Οικονομικών, αν αντέξουν μέχρι τότε στη φθορά του χρόνου. Από το υπουργείο Οικονομικών προβλέπεται ότι ελλείψει κληρονόμων θα αξιοποιηθούν και οι καταθέσεις.
Το δράμα της οικογένειας αποκαλύφτηκε στις 27 Αυγούστου όταν οι γείτονες ανησύχησαν που δεν έδιναν σημεία ζωής. Τα αδέρφια που είχαν μείνει τελευταία στη ζωή, ο Αποστόλης και η Μαρία, δεν είχαν βγει από το σπίτι για ένα ασυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα. Η Αστυνομία κλήθηκε στο σπίτι και το άνοιγμα της πόρτας αποκάλυψε το δράμα. Ο Αποστόλης ήταν πεσμένος στο πάτωμα, άγνωστο για πόσο χρονικό διάστημα. Η Μαρία στο κρεβάτι με άνοια. Και οι δύο υποσιτισμένοι, με εξαντλημένο οργανισμό.
Τα δύο αδέρφια μεταφέρθηκαν άμεσα στο Νοσοκομείο για παροχή πρώτων βοηθειών. Ομως η Μαρία την επόμενη μέρα απεβίωσε από ανακοπή στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών. Ο αδερφός της δεν άντεξε να τη βλέπει να χάνεται. Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και μεταφέρθηκε στην Α’ Παθολογική Κλινική, όπου κατέληξε μετά από περίπου δέκα μέρες, στις 5 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 94 ετών. Από τότε και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί κανένας συγγενής τους α’ ή β’ βαθμού. Πλέον οι σοροί τους μεταφέρθηκαν στο νεκροτομείο του Κούκου και το Αχιλλοπούλειο αιτείται από τον Δήμο Βόλου να αναλάβει την κηδεία.