Συνταγματικές κρίθηκαν οι περικοπές του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους αλλά και στους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών την Δευτέρα.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, κατά πλειοψηφία, οι σύμβουλοι Επικρατείας, δεν υιοθέτησαν την απόφαση του ΣΤ τμήματος του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου αλλά ούτε και την εισήγηση συναδέλφου τους που τάχθηκαν υπέρ της αντισυνταγματικότητας των περικοπών των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και του επιδόματος θερινής άδειας, που έγιναν με το νόμο 4093/2012.
Έτσι, από τη διάσκεψη οι επίμαχες περικοπές, που οδήγησαν σε μπαράζ προσφυγών στα δικαστήρια, κρίθηκαν συνταγματικές οριστικά και αμετάκλητα, με αποτέλεσμα να κλείσει οριστικά τόσο το θέμα της επιστροφής τους όσο και των αναδρομικών που διεκδικούσαν οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο τομέα, τους υπαλλήλων ΟΤΑ, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ, κ.λπ.
Η εισήγηση
Η διάσκεψη της Ολομέλειας πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή με νέα εισηγήτρια τη σύμβουλο Επικρατείας Ελένη Παπαδημητρίου καθώς η Κωνσταντίνα Φιλοπούλου, η οποία είχε εισηγηθεί για το θέμα στην Ολομέλεια τον περασμένο Φεβρουάριο, απουσίαζε λόγω οικογενειακού κωλύματος.
Η κ. Παπαδημητρίου , στην εισήγηση της που αριθμεί 13 σελίδες, σύμφωνα με πληροφορίες τάχθηκε υπέρ των θέσεων των δημοσίων υπαλλήλων λέγοντας, όπως και το ΣΤ Τμήμα του Δικαστηρίου, πως οι περικοπές είναι αντισυνταγματικές και αντίθετες με το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Μάλιστα, η εισηγήτρια επικαλέστηκε και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η εισηγήτρια τόνισε πως η αποτυχία είσπραξης των φορολογικών εσόδων αλλά και των οφειλών προηγούμενων ετών αλλά και η αδυναμία προώθησης των διαρθρωτικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεων του προγράμματος προσαρμογής, δεν αρκούν για να καταστήσουν συνταγματικά ανεκτές τις συγκεκριμένες περικοπές.
Και αυτό, τονίζει η εισηγήτρια, «γιατί ανεξαρτήτως του ότι το δημόσιο συμφέρον για την εξυπηρέτηση του οποίου επεβλήθησαν οι νέες μειώσεις, δεν ήταν τόσο έντονο όσο εκείνο που δικαιολογούσε την υιοθέτηση των αρχικών μέτρων των νόμων 3833/2010 και 3845/2012 που ελήφθησαν, κατά τις διαπιστώσεις του νομοθέτη, προ του κινδύνου άμεσης χρεωκοπίας και εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, οι επίμαχες περικοπές συνιστούν μέτρα που λαμβάνονται μεν για την αντιμετώπιση της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, επιβαρύνουν, όμως και πάλι, κατά παράβαση της κατ΄ άρθρο 25 παράγραφος 4 του Συντάγματος υποχρέωσης όλων των πολιτών για εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, την ίδια κατηγορία πολιτών».
Όπως σημειώνει η κ. Παπαδημητρίου, «οι περικοπές αυτές δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ούτε εκ του λόγου ότι αποτελούν τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής που παρέχει δέσμη μέτρων για ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας και την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών, προϋπόθεση, η οποία αποτελεί αναγκαίο όχι όμως και επαρκή όρο για τη συνταγματικότητα των εν λόγω περικοπών».
Μάλιστα, η εισηγήτρια επικαλούμενη απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (4327/2014), επισημαίνει ότι «η συνταγματικότητα των μέτρων αυτών δεν μπορεί να στηριχθεί ούτε στη μεγαλύτερη της αναμενόμενης ύφεση της Ελληνικής οικονομίας, η οποία κατέστη μεν επιβεβλημένη τη λήψη νέων μέτρων, όχι όμως και αναγκαίως την εκ νέου περιστολή του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου, ούτε στην αυξημένη αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων, η οποία ωστόσο, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κατ’ επανάληψη επιβάρυνση των ίδιων προσώπων».