3 Δεκεμβρίου 1944: Η κόκκινη γραμμή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας

70 χρόνια από τη συννεφιασμένη Κυριακή και τη Μάχη της Αθήνας που καθόρισε το πολιτικό μέλλον της χώρας

του Θανάση Καραμπάτσου

«Η 3η Δεκεμβρίου 1944 ήταν στην Αθήνα μια μέρα ψυχρή και σκληρή. Μια μέρα που θα έμενε στην Ιστορία. […] Πυκνά πλήθη συνέρρεαν σαν διογκούμενοι χείμαρροι προς τον ομφαλό της πρωτεύουσας, την πλατεία Συντάγματος. Και οι λέξεις που κυριαρχούσαν ήσαν:

“Το απαγορευμένο συλλαλητήριο. Θα το χτυπήσουν;”

Πενήντα δύο ημέρες είχαν περάσει από τη 12η Οκτωβρίου, όταν έφυγαν οι τελευταίοι Γερμανοί και έληγε η Κατοχή».

Ήταν η ημέρα που έκτοτε έριξε βαριά τη σκιά της στη σύγχρονη πολιτική Ιστορία. Το χαρακτηριστικό απόσπασμα που προηγήθηκε ανήκει στον δημοσιογράφο Σόλωνα Ν. Γρηγοριάδη, ο οποίος στα «Φοβερά ντοκουμέντα» του επισημαίνει αυτή την περίοδο ως την έναρξη ενός νέου διχασμού, στη θέση του μέχρι πρότινος διπόλου «βενιζελικοί – μοναρχικοί». Η Αριστερά μέσω της δράσης της στη γερμανική κατοχή εισήλθε πια ορμητικά στο πολιτικό προσκήνιο λαμβάνοντας κορυφαία θέση για τα τεκταινόμενα. Το ΚΚΕ των μαχητικών λαϊκών κινητοποιήσεων του Μεσοπολέμου τίθεται ως ομοτράπεζος συνομιλητής των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων για την τύχη της χώρας μετά την απελευθέρωση. Πλέον, ο διαχωρισμός δεξιός – αριστερός κυριαρχεί σε πόλεις και χωριά, αφήνοντας το στίγμα ισχυρό σε πολλές περιπτώσεις και 70 χρόνια μετά, κατά τον 21ο αιώνα.

Εκείνο το πρωινό

«Ώρα 10.30 περίπου η μεγάλη πλατεία κόντευε σχεδόν να γεμίσει. Και έως τότε τίποτα το ανησυχητικό δεν είχε συμβεί. Στους εξώστες και στα παράθυρα των ξενοδοχείων “Μεγάλη Βρετανία” και “Κινγκ Τζορτζ”, πλήθος Αμερικανών και Άγγλων ανταποκριτών του Τύπου παρακολουθούσαν ζωηρά το θέαμα και τραβούσαν συνεχώς φωτογραφίες. Από τους εξώστες και τα παράθυρα όμως του κτηρίου της Αστυνομικής Διεύθυνσης, και προπαντός από τη στέγη των Παλαιών Ανακτόρων, άλλα μάτια ενέδρευαν βλοσυρά και έβλεπαν εχθρικά εκείνο το αποφασισμένο και οργίλο ανθρώπινο ποτάμι.

Ξαφνικά, πέρα από την πλατεία στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί. […] Έξω από την πρωθυπουργική κατοικία έγινε συμπλοκή μεταξύ της φρουράς του και του πλήθους, που κατέβαινε τη λεωφόρο για το Σύνταγμα. […]

Στο μεταξύ η συρροή του πλήθους στην πλατεία συνεχιζόταν και κατά τις 10.45 ακούστηκε μεγάλη βουή από τη δεξιά πλευρά. Μια τεράστια μάζα που κυλούσε από τη λεωφόρο Αμαλίας κατόρθωσε να διασπάσει την αστυνομική ζώνη και εισόρμησε αλαλάζοντας στον χώρο μπροστά στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Η προπομπή τους, ορμητική και κραυγαλέα, προχώρησε παραπέρα, προς τη Διεύθυνση της Αστυνομίας, ένα ψηλό, τετραώροφο κτήριο που δέσποζε στη διασταύρωση των λεωφόρων Βασιλίσσης Σοφίας και Αμαλίας. Τότε έγινε το μεγάλο κακό. […]

Και κάποια στιγμή, από την πύλη του κτηρίου της Διεύθυνσης της Αστυνομίας, κάποιο άτομο με χακί παντελόνι και λευκό πουκάμισο πετάχτηκε στον δρόμο κραυγάζοντας:

“Πυροβολήστε λοιπόν τους παλιανθρώπους…”»

Η αφήγηση του Σόλωνα Ν. Γρηγοριάδη («Τα φοβερά ντοκουμέντα – Δεκέμβριος 1994 – Το ανεξήγητο λάθος», εκδ. Το Βήμα Βιβλιοθήκη, 2010, σελ. 47-48) είναι γλαφυρή και αποτυπώνει το συννεφιασμένο πρωινό που έμελλε να φέρει αντάρα στην ελληνική πολιτική ζωή.

Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ

Διαβάστε τη συνέχεια:

http://www.tovima.gr/society/article/?aid=655899

επέτειος