Σχέδιο νόμου που εισάγει ελέγχους σε όλη τη γραμμή παραγωγής, συσκευασίας, εμπορίου, διανομής και τελικής πώλησης τσιγάρων και προϊόντων καπνού, με στόχο την αποτροπή της λαθρεμπορίας και της φοροκλοπής, αλλά και την εξυγίανση του κλάδου, προς όφελος των έντιμων επαγγελματιών που θα ανακτήσουν τα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα, παρουσίασε ο Υπουργός Επικρατείας Παναγιώτης Νικολούδης.
Όπως εξήγησε, ο νέος τρόπος ελέγχου συνδυάζει την ένσημη (ηλεκτρονική) ταινία (φορολογίας και ασφάλειας) που περιέχει όλες τις πληροφορίες, τόσο για την ποιότητα του προϊόντος, όσο και για την «διαδρομή» που διανύει, έως τον τελικό καταναλωτή.
Με τον τρόπο αυτό, πιστοποιείται η αυθεντικότητα του προϊόντος, είτε είναι πακέτο, κούτα, κιβώτιο, ακόμη και μεμονωμένο πούρο, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Οι πληροφορίες και τα στοιχεία που εμπεριέχονται στην ταινία, είναι από την πρώτη στιγμή περασμένα σε βάση δεδομένων στο υπουργείο Οικονομικών. Με την βέλτιστη αξιοποίηση της τεχνολογίας, θα ελέγχονται άμεσα, τόσο τα πρόσωπα και οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην εμπορία προϊόντων καπνού, όσο και τα προϊόντα σε όποιο σημείο και αν βρίσκονται, μέσω της κεντρικής βάσης δεδομένων.
Έτσι, με πολύ εύκολο τρόπο θα διαπιστώνεται στιγμιαία στο κεντρικό σύστημα, σε ποιο ακριβώς σημείο «έσπασε» η νόμιμη αλυσίδα διακίνησης των προϊόντων.
Στη Βουλή αρχές Σεπτεμβρίου
Το νομοσχέδιο «για την ενίσχυση της καταπολέμησης της λαθρεμπορίας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, θα συζητηθεί με τους θεσμούς έως τις 10 Αυγούστου, στη συνέχεια θα τεθεί σε διαβούλευση έως το τέλος Αυγούστου και υπολογίζεται στις αρχές Σεπτεμβρίου να κατατεθεί στη Βουλή.
Όπως δήλωσε στη συνέντευξη ο κ. Νικολούδης, θα είναι ευχαριστημένος εάν ο τελικός νόμος είναι έτοιμος να εφαρμοσθεί στις αρχές του 2016.
Περιορισμός «γκρίζων περιοχών»
Κατά τον κ. Νικολούδη το ισχυρό σημείο του σχεδίου νόμου έγκειται στην ριζική επέμβαση στην εφοδιαστική αλυσίδα των καπνών (βιομηχανοποιημένων και μη), ώστε να περιορισθεί, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, η λεγόμενη «γκρίζα» περιοχή των προϊόντων καπνού που διακινούνται στην αγορά.
«Αυτή η γκρίζα περιοχή δημιουργείται όταν τα καπνά και τα προϊόντα τους προέρχονται μεν από επισήμως αδειοδοτημένες βιομηχανίες, επιχειρήσεις, εργαστήρια κ.λπ., για κάποιον λόγο όμως η κυκλοφορία τους δεν είναι νόμιμη, επειδή λ.χ. η επικολλημένη σε αυτά ένσημη ταινία έχει κάποιο πρόβλημα».
Προσαρμογή στην ευρωπαϊκή νομολογία
Ταυτόχρονα, στο νέο νομοσχέδιο, με εισήγηση του επίκουρου καθηγητή ποινικού δικαίου της Νομικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νικόλαου Λίβου, αντιμετωπίζεται ένα χρόνιο πρόβλημα αλληλοεπικάλυψης της διοικητικής και της ποινικής δικαιοσύνης, (πολλές φορές είχαν επιβληθεί πρόστιμα από την ΕΕ στην Ελλάδα).
Η δυσλειτουργία αυτή προκαλούσε στους πολίτες την εντύπωση ενός εκδικητικού κράτους που υπερβάλλει στις τιμές, επειδή υστερεί στους ελέγχους.
Δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ λίγες μεταρρυθμίσεις στους τομείς διευρύνσεως των δικαιωμάτων των πολιτών, σε σχέση με τον αριθμό των επεμβάσεων που έλαβαν χώρα για τον περιορισμό τους, στο νέο ν/σ υπάρχει πρόνοια και στον τομέα διευρύνσεως των δικαιωμάτων των πολιτών.
Αναφερόμενος σε πρόσφατο παράδειγμα υπόθεσης «Καπετάνιος κατά Ελλάδος», ο κ. Νικουλούδης εξήγησε ότι σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, «όταν το διοικητικό πρόστιμο έχει, λόγω της αυστηρότητάς του, τον χαρακτήρα ποινικής ποινής, τότε απαγορεύεται η μεταγενέστερη επιβολή και άλλης ποινικής κυρώσεως, λόγω του εν τω μεταξύ εμφιλοχωρήσαντος δεδικασμένου».
«Εκτιμώ ότι», συμπλήρωσε ο ίδιος, «όπως έγινε και σε άλλες περιπτώσεις, δεν είναι ορθό να συνεχίσει να καταδικάζεται η Ελλάδα για το θέμα αυτό από το ΕΔΔΑ, ούτε είναι ορθό από την άλλη πλευρά για την έννομη τάξη μας να επιδοκιμάζεται από ανώτατο δικαστήριο της χώρας μας, αυτό που από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποδοκιμάζεται».
Για πρώτη φορά προτείνεται λύση στο επίμαχο αυτό θέμα και ορίζεται ότι το ποινικό δικαστήριο, στο οποίο θα κρίνεται πράξη λαθρεμπορίας σε βαθμό πλημμελήματος, θα παύει οριστικά την ποινική δίωξη, αν εκτιμά ότι η διοικητική κύρωση που επιβλήθηκε και αποτίθηκε για την ίδια πράξη, προσιδιάζει σε ποινή υπό την έννοια της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και του 7ου Πρωτοκόλλου αυτής.