Πολλοί ισχυρίζονται πως ο πρωθυπουργός δεν είχε άλλη επιλογή παρά να στηρίξει με νύχια και με δόντια τους υποψήφιους 13 περιφερειάρχες και τρεις δημάρχους που πρότεινε. «Τι να έλεγε; Ψηφίστε τους οκτώ κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει για τους υπόλοιπους;». Η απάντηση είναι «ναι». Αυτό εξάλλου έπραξε με τους υπόλοιπους μικρούς και μεγάλους 329 δήμους. Αφησε την τοπική αυτοδιοίκηση να κερδίσει. Το ίδιο έκανε και στη Θεσσαλονίκη και στη Δυτική Μακεδονία, όπου ο πρώτος γύρος έδειξε ότι δεν τον παίρνει και οι αντίπαλοι εκείνων που είχαν το χρίσμα θα έχαναν. Στο κάτω κάτω της γραφής, μια χαρά έδειξε να τα βρίσκει με τον κ. Δημήτρη Κουρέτα. Πόσο καλύτερη συνεργασία θα είχε με τον κ. Κώστα Αγοραστό;
Του Πάσχου Μανδραβέλη
Ο στόχος ήταν μαξιμαλιστικός και επικίνδυνος. Ακόμη και μία χαμένη εκλογή θα γρατσούνιζε το προφίλ του πρωθυπουργού που πριν από τέσσερις μήνες τα πήρε όλα. Φυσικά δεν εννοούμε ότι δεν έπρεπε να δώσει χρίσματα. Ομως αυτά έπρεπε να έχουν τη χροιά της πρότασης: Η Ν.Δ. πιστεύει ότι ο τάδε και ο δείνα είναι οι καλύτερες επιλογές για τη Χ περιφέρεια και τον Ψ δήμο. Δεν έπρεπε να τα δώσει όλα για τον γαλάζιο χάρτη και τα στελέχη της έπρεπε να βγάλουν λιγότερη χολή. Πώς θα συνεργαστούν π.χ. με τον νέο περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας κ. Γιώργο Αμανατίδη, αυτόν που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος χαρακτήρισε «τυχοδιώκτη»;
Βεβαίως στην πολιτική λέγονται πολλά πριν καταλήξουν στο «Κώστα μου», «Ανδρέα μου», όπως ήταν οι διαχύσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Ανδρέα Παπανδρέου το 1990, ένα χρόνο μετά την παραπομπή του δεύτερου στο Ειδικό Δικαστήριο. Επομένως όλα ξεχνιούνται. Ετσι κι αλλιώς όλοι και σχεδόν όλα εξαρτώνται από την κεντρική κυβέρνηση. Θα ξεχαστεί επίσης το «κακό» που έπαθε η Ν.Δ. χάνοντας πέντε περιφέρειες και δύο μεγάλους δήμους.
Το μόνο ανησυχητικό που αναδεικνύει η ήττα της Ν.Δ. είναι το «μοτίβο του μη σχεδιασμού» της κυβέρνησης για την επόμενη μέρα. Το ‘χουμε γράψει και παλιότερα, την εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στα κάγκελα, και αποκαλούσε «καθεστώς» την κυβέρνηση και «Ορμπαν» τον κ. Μητσοτάκη. Η κυβέρνηση θεσπίζει αρκετά αντιφιλελεύθερα μέτρα που προσβάλλουν τους δημοκρατικούς θεσμούς· η υπόθεση των υποκλοπών είναι το πιο τρανταχτό και επικίνδυνο παράδειγμα. Οχι για να εγκαταστήσει μια αντιφιλελεύθερη δημοκρατία, αλλά για να κρύψει όσα την εκθέτουν. Οπως ακριβώς στην περίπτωση του «γαλάζιου χάρτη», δρα βραχυπροθέσμως. Δεν σκέφτεται την επόμενη μέρα, ότι ο χάρτης μπορεί να έχει «λεκέδες» ή ότι αυτά τα νομοθετήματα και αυτές οι πρακτικές θα επιβιώσουν και έπειτα από αυτή. Υπερβολική αισιοδοξία ή υπερβολική αφροσύνη; Ισως τα δύο να ταυτίζονται.