H είδηση της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας από την DBRS στις 11 τη νύχτα της Παρασκευής – μία κίνηση που ήταν το πρώτο βήμα για την επισημοποίηση της επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα μετά από 14 χρόνια – ήλθε σε μία στιγμή που η χώρα μετρά νεκρούς και βιώνει μία πολυεπίπεδη εθνική καταστροφή στη Θεσσαλία, λόγω του Daniel.
Του Στέφανου Τζανάκη
Η αναβάθμιση της οικονομίας δεν προσφέρει ούτε ένα μπουκάλι νερό στους διψασμένους του Βόλου, ούτε διαφυγή σε όλους εκείνους που παραμένουν εγκλωβισμένοι στις πλημμυρισμένες περιοχές. Επίσης, δεν αλλάζει την κατάσταση στη Λάρισα, όπου όλη νύχτα έδιναν μάχη για να μην φτάσουν τα λασπόνερα του Πηνειού στην κεντρική πλατεία της πόλης. Και ναι, εν πολλοίς είναι προεξοφλημένη από τις αγορές – όσο κι αν τις τελευταίες ημέρες κάποιοι αναλυτές είχαν προχωρήσει στην εκτίμηση ότι η DBRS θα αναβάθμιζε μόνον το outlook της χώρας και όχι το αξιόχρεο. Έπεσαν έξω.
Ωστόσο, η αναβάθμιση είναι ένα καλό νέο εν μέσω μίας εθνικής καταστροφής: Αν όλα πάνε καλά, στις αρχές Δεκεμβρίου η ελληνική οικονομία θα έχει επιστρέψει επισήμως στην επενδυτική βαθμίδα – κάτι που σε μία συγκυρία διαδοχικών καταστροφών, το χρειάζεται περισσότερο από ποτέ.
Η Θεσσαλία έχει καταστραφεί σε όλα τα επίπεδα: Άνθρωποι έχουν χάσει τα σπίτια τους, τα χωράφια τους, τα εργαλεία της δουλειάς του, τα ζώα τους. Δίκτυα, δρόμοι και γέφυρες έχουν καταρρεύσει – και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί ότι τα χρήματα που θα απαιτηθούν για την ανασυγκρότηση της περιοχής είναι πάρα πολλά. Αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ.
Η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα θα δώσει στη χώρα την δυνατότητα να βρει φθηνότερο χρήμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιστροφή της Θεσσαλίας στην κανονικότητα. Και προφανώς, η κυβέρνηση θα κινητοποιήσει επίσης όλους τους διαθέσιμους πόρους, τόσο εγχώριους, όσο και Κοινοτικούς.
Όμως, η κακοκαιρία Daniel μας έδωσε – πέρα από τεράστιο πόνο – και ένα μάθημα: σκληρό μεν, αλλά μάθημα. Από τη στιγμή που κατέρρευσαν γέφυρες που είχαν κατασκευαστεί μετά την προηγούμενη μεγάλη κακοκαιρία, πριν από τρία χρόνια, είναι δεδομένο ότι κάτι δεν γίνεται σωστά. Όχι στο επίπεδο της κατασκευής, αλλά στο επίπεδο των παραδοχών που γίνονται πριν ξεκινήσει η κατασκευή.
Η κλιματική αλλαγή – που είναι πλέον παρούσα αλλάζει τα πάντα στη ζωή μας – πρέπει να μας οδηγήσει σε διαφορετικές λύσεις: δεν έχει πια νόημα να οδηγηθούμε σε ακόμα πιο γερές κατασκευές, διότι το κόστος γίνεται δυσβάστακτο και κάποια στιγμή (ίσως όχι και τόσο μακρινή) θα έλθει μία άλλη κακοκαιρία, ακόμα πιο ισχυρή από τον Daniel και θα φέρει ακόμα μία μεγάλη καταστροφή.
Οι επιστήμονες – εκείνοι που προειδοποιούσαν για την κατάρρευση του κλίματος – έχουν προτάσεις, οι οποίες μάλιστα δεν είναι τόσο υψηλού κόστους: για παράδειγμα, η δημιουργία μικρών φραγμάτων και ταμιευτήρων κατά μήκος των ρεμάτων και των ποταμών θα μπορούσαν να μειώσουν κατά πολύ και την ταχύτητα και τον όγκο των νερών που διοχετεύονται στις πεδιάδες – όπως ο θεσσαλικός κάμπος, που περιτριγυρίζεται από βουνά – όταν συντελείται μία θεομηνία τύπου Daniel. Κάτι που έχει δοκιμαστεί στον Αχελώο, με πολύ θετικά αποτελέσματα. Μάλιστα, η δημιουργία ταμιευτήρων θα μπορούσε εκτός των άλλων να δώσει λύσεις και στο πρόβλημα της άρδευσης στον θεσσαλικό κάμπο – αλλά και αλλού.
Φυσικά, μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν – ειδικά όταν το κλίμα αλλάζει και μας το δείχνει σε κάθε ευκαιρία. Αλλά είναι προφανές ότι χρειάζεται αλλαγή πολιτικής – δεν μπορούμε να σπαταλήσουμε τα χρήματα της αναβάθμισης σε δρόμους και γεφύρια που θα γκρεμιστούν στην μεθεπόμενη κακοκαιρία.