Λίγους μήνες μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συναντήθηκε με τον Σουλεΐμάν Ντεμιρέλ στις Βρυξέλες: ήταν η πρώτη συνάντηση των πρωθυπουργών των δύο χωρών μετά από τον «Αττίλα» – και οι προσδοκίες ήταν μικρές.
Του Στέφανου Τζανάκη
Ωστόσο, όταν ολοκληρώθηκε το τετ α τετ, εκδόθηκε κοινό ανακοινωθέν – με το οποίο δηλωνόταν ότι οι δύο ηγέτες είχαν συμφωνήσει να παραπέμψουν το θέμα της υφαλοκρηπίδας στο Δικαστήριο της Χάγης.
Ήταν 31 Μαΐου του ‘75 όταν έγινε εκείνη η συνάντηση – και οι Τούρκοι δεν υπαναχώρησαν πριν από το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς: προφανώς, ο Ντεμιρέλ είχε πειστεί ότι η χώρα του θα είχε να κερδίσει περισσότερα από μία διμερή διαπραγμάτευση, οπότε δηλώθηκε στην δική μας πλευρά ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος για συνυποσχετικό, ώστε να οδηγηθεί η υπόθεση στη Χάγη.
Σε κοινό ανακοινωθέν του Μαΐου, άλλωστε, η ελληνική πλευρά είχε δεχθεί να μπει και η φράση ότι θα γίνονταν συζητήσεις μεταξύ εμπειρογνωμόνων και για το θέμα του εναέριου χώρου: ένα πεδίο στο οποίο υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει η ιδιαιτερότητα ότι ενώ τα χωρικά ύδατα της χώρας μας στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο εκτείνονται στα 6 μίλια, ο εναέριος χώρος φτάνει στα 10 μίλια.
Στη συνάντηση των Βρυξελών – πριν από 48 χρόνια – ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που οι δύο χώρες συμφώνησαν γραπτώς ότι θα οδηγούσαν την διαφορά τους για την υφαλοκρηπίδα στη Χάγη. Στην τελευταία συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, στο Βίλνιους, μετά από ένα πολύμηνο διάστημα ύφεσης στη θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου, η πρόοδος δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο θεαματική, από τη στιγμή που είχαν προηγηθεί χρόνια έντασης της τουρκικής επιθετικότητας: Κοινές δηλώσεις δεν υπήρξαν – και ο καθένας από τους ηγέτες μετέφερε στην δική του κοινή γνώμη το «feeling» από τη συνάντηση των δυό αντιπροσωπειών.
Ο Ερντογάν δεν μίλησε δημοσίως για Χάγη, ενώ ο Μητσοτάκης μίλησε – με «εάν» και «εφόσον», αλλά μίλησε. Θεωρητικά και οι δύο ηγεσίες είναι «απελευθερωμένες» – στην Ελλάδα η κυβέρνηση ξεκινά μία νέα θητεία έχοντας πετύχει έναν εκλογικό θρίαμβο, όπως και ο πρόεδρος της Τουρκίας, ο οποίος μάλιστα κάνει την τρίτη και φαρμακερή θητεία του σε αυτό το αξίωμα. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πραγματοποιεί μία απολύτως ευδιάκριτη στροφή προς τη Δύση – λόγω και των τεράστιων οικονομικών αναγκών που έχει η Τουρκία και λόγω του φονικού σεισμού
στη νοτιοανατολική Τουρκία – θα μπορούσε ο Ερντογάν να θελήσει να βρεθεί μία λύση Χάγης για τα ελληνοτουρκικά;
Φαντάζει πολύ δύκολο – ώς αδύνατο: πριν και από τον Ερντογάν, η τουρκική πλευρά άρχισε να προσθέτει «προβλήματα» στα ελληνοτουρκικά – από τις «γκρίζες ζώνες» και το τουρκολιβυκό σύμφωνο, ως την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και την «αποστρατικοποίηση» των νησιών. Επομένως, θα πρέπει να υποχωρήσει από όλα αυτά και να δεχθεί ότι το πρόβλημα ήταν και παραμένει ένα και μοναδικό – η χάραξη των θαλασίων ζωνών – αφού σε κάθε άλλη περίπτωση η ελληνική πλευρά θα είναι υποχρεωμένη να πει «Χάγη γιοκ».
Θα του κοστίσει αν δεν το αποδεχθεί; Απ’ ό,τι φαίνεται, όχι – μπορεί ο Ερντογάν να υποχρεώθηκε να δηλώσει ότι στη νέα θητεία του θέλει να κάνει φίλους και όχι εχθρούς, όπως και ότι τα F-16 περιμένει από τις ΗΠΑ δεν θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της Ελλάδας, αλλά αυτές οι δηλώσεις είναι δωρεάν. Δεν κοστίζουν τίποτα…