Σε μια πρόσφατη συνέντευξη του ο Κώστας Σημίτης είχε υποστηρίξει ότι το ΠΑΣΟΚ είναι «ένας χρήσιμος-και κρίσιμος- παράγοντας της πολιτικής σκηνής».
Του Παντελή Καψή
Μετά το δυστύχημα των Τεμπών και την απομάκρυνση της προοπτικής της αυτοδυναμίας, ο ρόλος του δείχνει να γίνεται ακόμα πιο κρίσιμος. Με τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα ένα πιθανό σενάριο, ίσως το πιο πιθανό, είναι η συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία. Ακόμα και αν δεν βγαίνουν οι αριθμοί την πρώτη Κυριακή, το δίλημμα θα είναι ακόμα μεγαλύτερο την δεύτερη.
Ο κ. Ανδρουλάκης προσπαθούσε να εξορκίσει αυτό το δίλημμα από την πρώτη ημέρα της εκλογής του. Η ώρα που δεν θα μπορεί να το αγνοήσει, έχει φτάσει. Είναι αλήθεια ότι έχει κάνει αρκετά βήματα. Ο όρος ότι δεν θα είναι πρωθυπουργός ούτε ο Μητσοτάκης ούτε ο Τσίπρας μοιάζει να έχει ξεχαστεί.
Πρόσφατα μάλιστα ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ διαβεβαίωσε ότι η χώρα θα έχει κυβέρνηση μετά τις εκλογές. Είναι μόνο ένα μικρό βήμα να προσθέσει ότι εμείς, το ΠΑΣΟΚ δηλαδή, δεν θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη. Με μια έννοια το παράδοξο είναι γιατί δεν το λέει. Ένα κόμμα που θέλει να είναι -και ιστορικά είναι- θεσμικό, πώς μπορεί να αρνείται να αναλάβει την ελάχιστη ευθύνη που του αναλογεί; Η απάντηση είναι απλή. Στο ΠΑΣΟΚ παραλύουν όταν τίθεται το ερώτημα με ποιον θα συνεργαστούν.
Όποιον και αν πούμε, υποστηρίζουν τα στελέχη του, θα ενοχληθούν οι μισοί ψηφοφόροι μας. Κάποιοι δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για ΣΥΡΙΖΑ και κάποιοι άλλοι θεωρούν απαγορευμένη ακόμα και τη συζήτηση για συνεργασία με τη ΝΔ. Με αυτά τα δεδομένα η ηγεσία του κόμματος καταφεύγει σε ντρίπλες που δεν οδηγούν πουθενά και δεν πείθουν κανέναν. Τελευταία, η αναφορά του κ. Ανδρουλάκη στην ανάγκη η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί να είναι «η σωστή» κυβέρνηση. Τι ακριβώς εννοεί κανείς δεν γνωρίζει.
Μπορεί να είναι κατανοητός ο φόβος τους να μη θέλουν να θίξουν κανέναν. Για τον πολίτη ωστόσο, τον ψηφοφόρο δηλαδή, ο οποίος θέλει να γνωρίζει τι θα γίνει την επόμενη μέρα, αυτό του είναι απολύτως αδιάφορο. Το μόνο που εισπράττει είναι η αβεβαιότητα και η έλλειψη κατεύθυνσης. Το κακό είναι διπλό.
Πριν τις εκλογές, όσοι ανησυχούν για την πολιτική σταθερότητα, διστάζουν να το εμπιστευθούν. Μετά τις εκλογές άλλωστε, όποια απόφαση και αν πάρει, οι μισοί ψηφοφόροι του θα διαφωνήσουν και θα θεωρήσουν ότι τους εξαπάτησε. Αυτός είναι και ο λόγος που ορισμένοι αναλυτές έχουν σπεύσει ήδη από τώρα, είτε συνεργαστεί μετεκλογικά είτε όχι, να προδικάσουν το τέλος του. Θα τους επιβεβαιώσει;
Στο ΠΑΣΟΚ έχουν δώσει μεγάλο βάρος στην κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου, ρεαλιστικού και λεπτομερούς προγράμματος. Είναι βέβαιο ότι ελάχιστοι θα το διαβάσουν και ακόμα λιγότεροι θα εξαρτήσουν την ψήφο τους από αυτό. Άλλωστε ποιος πιστεύει ότι θα είναι σε θέση να το εφαρμόσουν; Αντίθετα θα είχε ενδιαφέρον αν θα μπορούσε από τώρα να θέσει ένα πλαίσιο προτεραιοτήτων με βάση τις οποίες θα κινηθεί μετεκλογικά. Εκεί θα μπορούσε να πει πολλά. Μια καλή αρχή θα ήταν, για παράδειγμα, ότι την επόμενη φορά δεν θα επαναλάβει το 4-2-1 στους διορισμούς της κυβέρνησης Σαμαρά Βενιζέλου.
Και ότι θα θέσει ως όρο όλες οι θέσεις ευθύνης στο δημόσιο θα προκηρυχθούν αξιοκρατικά. Πρόκειται για μια κρίσιμη αλλαγή που έχει αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη επικαιρότητα μετά το δυστύχημα στα Τέμπη. Έχει να πατήσει άλλωστε στη δική του ιστορία, στο Open Gov του Γιώργου και στην πρακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση Σημίτη. Κάτι που τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ αγνόησαν, προτιμώντας τους κομματικούς διορισμούς.
Το ποιες θα είναι αυτές οι προτεραιότητες, είναι σημαντικό. Πρέπει ταυτόχρονα να είναι ρεαλιστικές αλλά και να απαντούν στα πραγματικά προβλήματα της χώρας και των ψηφοφόρων. Δεν ξέρω για παράδειγμα αν η θέση του κ. Ανδρουλάκη να κρατικοποιηθεί ξανά η ΤΡΑΙΝΟΣΕ και να αναζητηθεί νέος στρατηγικός επενδυτής, είναι ρεαλιστική. Σίγουρα θα ανακύψουν μεγάλα ζητήματα αποζημιώσεων και το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερες καθυστερήσεις.
Για να μη πούμε ότι δύσκολα θα βρεθεί πρόθυμος επενδυτής. Πιο αποτελεσματικό ίσως να είναι η σωστή λειτουργία του ΟΣΕ και της Ρυθμιστικής Αρχής ώστε να υποχρεωθούν και οι Ιταλοί να προσαρμοστούν. Άλλωστε η απάντηση που θα δώσουν τα κόμματα για την αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα έχει γίνει εκ των πραγμάτων ένα από τα πιο σημαντικά διακυβεύματα των εκλογών.
Ακόμα μεγαλύτερη σημασία όμως έχει να μπορέσει το ΠΑΣΟΚ να απευθυνθεί με ειλικρίνεια στους ψηφοφόρους. Να πάψει να θεωρεί ότι η πολιτική είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος και να εξηγήσει ότι το συμφέρον της χώρας επιβάλει ευρύτερες συγκλίσεις και συνεννόηση. Και ότι γι αυτό το λόγο θα χρειαστεί να γίνουν και προγραμματικοί συμβιβασμοί.
Ότι την επόμενη ημέρα μπορεί να μην είναι όλα τέλεια, το ΠΑΣΟΚ ωστόσο θα συμβάλλει στο να γίνουν μερικά συγκεκριμένα βήματα προς τα εμπρός. Να σπάσει εμπράκτως το κλίμα της πόλωσης και της τοξικότητας που καλλιεργούν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ και να διεκδικήσει τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους που σήμερα δεν εκπροσωπούνται ούτε από τη ΝΔ των παρακολουθήσεων ούτε από τον ΣΥΡΙΖΑ του Παππά, του Σπίρτζη και του Πολάκη.
Μπορεί να εκπλαγεί στο πώς θα ανταποκριθούν. Ίσως να ανακαλύψει επίσης ότι τόσο καιρό κυνηγούσε φαντάσματα και είχε εγκλωβιστεί σε ψεύτικα διλήμματα.