ΟΤΑΝ ΜΠΑΙΝΕΙΣ σε μία διαπραγμάτευση, οι στόχοι είναι τρεις και κανείς από αυτούς δεν υπολείπεται του άλλου.
Ο πρώτος στόχος είναι να εξασφαλίσει η διαπραγματευτική ομάδα μια εθνική επιτυχία. Αυτή δεν επιτυγχάνεται ποτέ με απόλυτη νίκη σε όλα τα σημεία, γιατί δεν διαπραγματεύεσαι μόνος σου. Έχει και η άλλη πλευρά κοινή γνώμη και κυβέρνηση που λογοδοτεί σε αυτή. Επιτυχία σημαίνει έντιμος συμβιβασμός, ώστε και οι δύο πλευρές να αισθάνονται ικανοποιημένες και να μπορέσει όποια λύση δοθεί να είναι λειτουργική στο διηνεκές. Πρέπει και οι δύο λαοί να αισθανθούν ότι κέρδισαν ή τουλάχιστον να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο. Η ταπείνωση της μιας πλευράς μεσοπρόθεσμα θα προκαλέσει πρόβλημα. Αυτά λέει το αλφαβητάρι της διπλωματίας. Δεν θα ανακαλύψουμε εμείς από την αρχή πώς επιλύονται ειρηνικά διαφορές μεταξύ δύο χωρών. Το έχουν κάνει άλλοι πριν από μας εδώ και αιώνες. Και αυτοί οι άλλοι ήταν εμβληματικές πολιτικές φιγούρες και διπλωμάτες που έγραψαν ιστορία με την επίλυση διαφορών ανάμεσα σε μεγάλους λαούς που είχαν διακυβεύματα οικονομικά και πολιτικά κολοσσιαία. Καμία σχέση με αυτά που χωρίζουν εμάς με τη μικρή φτωχή γειτονική χώρα.
ΟΠΩΣ όλα δείχνουν, μέχρι αυτή την ώρα τουλάχιστον, ο πρώτος στόχος είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί τώρα. Εκτός και προκύψει ευχάριστη ανατροπή. Γιατί με τα σημερινά δεδομένα το εγχείρημα μοιάζει να είναι καταδικασμένο. Ακόμη κι αν έβρισκε την πλειοψηφία στη Βουλή ο πρωθυπουργός στην πρόταση που θα φέρει και την οποία θα αποδέχονταν οι γείτονες, αυτή θα ήταν μία πύρρειος νίκη σε μια οριακή ψηφοφορία που θα δίχαζε την ελληνική κοινωνία. Πόλεις και χωριά θα γέμιζαν από συλλαλητήρια σε μια εποχή που η χώρα προσπαθεί μετά από χρεοκοπία οκτώ ετών να βγάλει το κεφάλι έξω από το νερό. Δεν θα ήταν καλή ιδέα, λοιπόν, να επιχειρήσει η κυβέρνηση μια τέτοια εξέλιξη. Και πιθανότατα δεν θα το πράξει. Μέχρι σήμερα η πορεία του Αλ.Τσίπρα έχει αποδείξει ότι στην κρίσιμη ώρα έχει την ικανότητα να ανακρούει πρύμναν και να πετάει την μπάλα στην εξέδρα.
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ στόχος είναι μέσα στο καμίνι της διαπραγμάτευσης: Οι σχέσεις των δύο χωρών να μη γίνουν χειρότερες από αυτές που ήταν πριν ξεκινήσει αυτή διαδικασία. Προσοχή, γιατί εδώ ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Τα Σκόπια αισθάνονται ασφυκτική πίεση. Η φτώχεια και η εξαθλίωση των κατοίκων της γειτονικής χώρας από την απομόνωση σχεδόν τριών δεκαετιών και η μεγάλη αγωνία να προσδεθούν στο άρμα της Δύσης, που αποτελεί όρο επιβίωσης για τη μικρή χώρα, σίγουρα θα τους οδηγήσουν σε μία ακραία ρητορική εναντίον της Αθήνας που θα μας φέρει πίσω στο 1992.
Ο ΤΡΙΤΟΣ στόχος είναι ίσως πιο σημαντικός από τους δύο προηγούμενους. Αυτά τα 25 χρόνια μάθαμε ότι η διεθνής κοινότητα δεν είναι καθόλου φιλική μαζί μας στην επίλυση αυτής της διαφοράς. Έξω από τα σύνορα της Ευρώπης ελάχιστοι αντιλαμβάνονται γιατί αντιδρούμε με αυτό τον τρόπο και δεν αφήνουμε τους φτωχούς γείτονες να αυτοπροσδιοριστούν, εφόσον γεωγραφικά κατοικούν στο βόρειο μέρος της Μακεδονίας. Οι αλυτρωτικές τους βλέψεις και η κακοποίηση της ελληνικής ιστορίας, που για μας είναι η ψυχή μας, στα διεθνή φόρα ακούγονται ψίθυροι κάθε φορά που επιχειρούμε να εξηγήσουμε ότι ο Μεγαλέξανδρος ήταν Έλληνας και αυτοί θέλουν να τον κάνουν Σλάβο. Γελάνε και οι πέτρες, αφού εμφανιζόμαστε με έλλειμμα αυτοπεποίθησης για την ιστορία και την ταυτότητά μας. Και οι πιο αγράμματοι ξέρουν ποιος ήταν πραγματικά ο Έλληνας βασιλιάς της Μακεδονίας.
ΤΩΡΑ είμαστε αντιμέτωποι με ένα μεγάλο κίνδυνο. Τον κακό μας εαυτό. Τα συλλαλητήρια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας μην πιστέψουμε ότι μας ωφελούν στο εξωτερικό. Βγάζουμε τον θυμό μας, στέλνουμε μήνυμα στην κυβέρνηση και τα κόμματα, πολιτευόμαστε μεταξύ μας, αλλά στη διεθνή σκακιέρα χάνουμε και δεν κερδίζουμε συμμάχους. Απαιτείται πολύ μεγάλη προσοχή σήμερα. Εάν παρασυρθούμε σε εθνικιστικές κορόνες και γραφικότητες, οι αντιδράσεις μας θα γυρίσουν μπούμερανγκ. Οι εικόνες από τον Λευκό Πύργο έκαναν τον γύρο του κόσμου και την κατάλληλη στιγμή θα χρησιμοποιηθούν εναντίον μας, για να πουν οι άσπονδοι φίλοι μας ότι η Ελλάδα έχει αλυτρωτικές βλέψεις και όχι τα Σκοπιά. Το ίδιο θα συμβεί και με το συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος, αν δεν αποφύγουμε τις υπερβολές. Ήδη μπαίνουμε στην τελική ευθεία με ένα αρνητικό δεδομένο: την απουσία εθνικής στρατηγικής και τη διαφωνία των πολιτικών δυνάμεων.
ΤΟ ΠΙΟ ΣΟΦΟ που μπορεί να γίνει από δω και πέρα, είναι να σιωπήσουν όλοι, αφού ότι είχαν να πουν το είπαν και ικανοποίησαν ο καθένας χωριστά το εκλογικό τους ακροατήριο. Αν δεν έχουν κάτι καινούργιο να πουν, καλύτερα να μην πουν τίποτε. Να περιορίζονται στη λακωνική διατύπωση «εμμένουμε στη θέση μας». Οι ρητορικές κορόνες και οι εκατέρωθεν επιθέσεις για εσωτερική κατανάλωση θα ζημιώσουν για μία ακόμη φορά τη χώρα. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε λεπτό ότι το καυτό εθνικό μας πρόβλημα δεν είναι το Σκοπιανό, αλλά οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, που βρίσκονται ξανά σε επικίνδυνη καμπή. Αν κάψουμε το οπλοστάσιό μας στο θέμα της ονομασίας των γειτόνων, θα βρεθούμε γυμνοί και αδύναμοι όταν θα ζητήσουμε προστασία από τη διεθνή κοινότητα για τις προκλήσεις των Τούρκων, οι οποίοι όλο και περισσότερο επιμένουν στον νέο παραλογισμό, ότι δήθεν τους ανήκουν τα νησιά μας.
To άρθρο του Γ. Πολίτη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Realnews την Κυριακή, 4 Φεβρουαρίου 2018.