Ο Μιλτιάδης Έβερτ, έπειτα από μια μικρή απουσία από την έντονη πολιτική δράση, επανήλθε δριμύτερος. Η υγεία του μέρα τη μέρα αποκαθίσταται και εκείνος βρίσκει τη φόρμα του και τους παλιούς του ρυθμούς. Δηλαδή, πρωί απόγευμα και βράδυ, είναι εγκατεστημένος στο γραφείο του στην οδό Ρηγίλλης. Εκεί δέχεται βουλευτές και κομματικά στελέχη, συνομιλεί με δημοσιογράφους και παρεμβαίνει όταν κρίνει σκόπιμο στις πολιτικές εξελίξεις.
Η πρώτη δημόσια εμφάνισή του μετά την επιστροφή του από τις ΗΠΑ, όπου υπεβλήθη σε τριπλό μπάι-πας, προκάλεσε συζητήσεις και σχόλια. Και αυτό γιατί διαφώνησε ανοιχτά με τον πρόεδρο της Ν.Δ., ο οποίος ζητά με κάθε ευκαιρία την παραίτηση του Πρωθυπουργού και προσφυγή στις κάλπες, και τόνισε ότι η λύση για να βγει η χώρα από την κρίση είναι η εθνική συνεννόηση.
Ο κ. Μ. Έβερτ, στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ», μιλά για την αναγκαιότητα της χάραξης μιας «πανεθνικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής».
Η περιπέτεια της υγείας
ΕΡ.: Κύριε πρόεδρε, πώς τα καταφέρατε να μη μάθει κανείς για ποιο λόγο πήγατε στις ΗΠΑ;
ΑΠ.: Η υγεία και η ζωή γενικά των πολιτικών είναι θέμα που αφορά τους πολίτες. Είχα αποφασίσει ότι θα ενημέρωνα την κοινή γνώμη ο ίδιος για την κατάσταση της υγείας μου με δημόσια δήλωσή μου.
Από την ώρα συνεπώς που δεν είχα το άγχος να αποκρύψω κάτι, όλα κύλησαν φυσιολογικά και ενημέρωσα τον ελληνικό λαό για όλο το θέμα.
ΕΡ.: Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, όταν επιστρέψατε, έλεγε αστειευόμενος: «Εάν η κυβέρνηση είχε αναθέσει την υπόθεση Οτζαλάν στις “μυστικές υπηρεσίες του Έβερτ” είναι σίγουρο ότι δεν θα είχε μάθει κανείς τίποτα».
ΑΠ.: Ένα είναι βέβαιο, ότι από την ώρα που θα ανέθετα σε πραγματικές μυστικές υπηρεσίες την υπόθεση, τίποτε δεν θα γινόταν βούκινο, όπως έγινε τώρα. Αυτή η κατάσταση δυστυχώς οδήγησε την Ελλάδα σε γελοιοποίηση.
ΕΡ.: Και μια που αναφέραμε τον δήμαρχο, τι πιστεύετε, θα κάνει τελικά το κόμμα και πότε;
ΑΠ.: Μάλλον πρέπει να ρωτήσετε τις «μυστικές υπηρεσίες του Αβραμόπουλου».
Η εθνική κρίση
ΕΡ.: Μετά την επιστροφή σας από τις ΗΠΑ ήταν η πρώτη φορά που διαφωνήσατε τόσο έντονα με την τακτική του κ. Κ. Καραμανλή και μάλιστα σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα που αφορά στην παραίτηση του Πρωθυπουργού και την προσφυγή στις κάλπες. Αυτό σημαίνει ότι αρχίζει μια νέα περίοδος στις σχέσεις σας;
ΑΠ.: Αυτό που επισήμανα και ζήτησα με γραπτή μου δήλωση από την πρώτη στιγμή που ανέκυψε το θέμα, αλλά και με τις πρόσφατες δηλώσεις μου, ήταν, ότι άμεσα για την αντιμετώπιση της εθνικής κρίσης, εν όψει μάλιστα των ολοφάνερων προθέσεων της Τουρκίας, θα έπρεπε να συγκληθεί υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας το Συμβούλιο των αρχηγών των κομμάτων για να εξετάσει την κατάσταση και να λάβει τις ενδεικνυόμενες αποφάσεις.
Αυτό θα επηρέαζε ψυχολογικά το φρόνημα των Ελλήνων και θα έδιδε τη δυνατότητα στους τρίτους να αντιληφθούν ότι ο Ελληνισμός είναι αποφασισμένος να αντιμετωπίσει ενωμένος τα κρίσιμα εθνικά προβλήματα. Η πρόταση αυτή άλλωστε έγινε στη συνέχεια από τον Κ. Καραμανλή στη συζήτηση στη Βουλή.
Ήταν μεγάλο σφάλμα του κ. Σημίτη ότι δεν άρπαξε αυτή την ευκαιρία που θα έδιδε τη δυνατότητα να διαμορφωθεί και να διατυπωθεί μια πολιτική που θα παρουσίαζε τον Ελληνισμό ενωμένο μέσα από μία συγκεκριμένη στρατηγική εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Ένα τέτοιο γεγονός θα αναδείκνυε την αποφασιστικότητα και την ομοψυχία του Ελληνισμού. Δυστυχώς, χάθηκε άλλη μια ευκαιρία.
Η τουρκική προκλητικότητα
ΕΡ.: Γιατί είστε αντίθετος με τη σκληρή αντιπολιτευτική γραμμή που ακολουθεί αυτή την ώρα ο πρόεδρος της Ν.Δ.;
ΑΠ.: Ύστερα από τόσα χρόνια θα έχετε αντιληφθεί ότι δεν διακατέχομαι από ιδεολογικές και πολιτικές προκαταλήψεις και αγκυλώσεις. Και ότι κάθε φορά αναζητώ την προσφορότερη λύση για τα εθνικά μας θέματα με βάση το συμφέρον του έθνους και του λαού.
Πιστεύω ότι η ενδοτικότητα και οι συνεχείς υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα όχι μόνο δεν έχουν αμβλύνει την τουρκική προκλητικότητα, αλλά αντίθετα την έχουν εκθρέψει. Τα Ίμια, η συμφωνία της Μαδρίτης με την αναγνώριση ότι η Τουρκία έχει ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο, η απόφαση για τους S-300 έχουν εκθρέψει την τουρκική προκλητικότητα. Κάθε τόσο η Τουρκία θα μας ζητάει μια νέα υποχώρηση, έως ότου αποδυναμώσει το αμυντικό μας δόγμα.
Αυτά τα θέματα στρατηγικής είναι που πρέπει να εξετασθούν σε εθνικό επίπεδο για το καλό της πατρίδας. Πιστεύω ότι πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες αναζήτησης ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών μας με την Τουρκία. Αλλά η Τουρκία θα πρέπει να καταλάβει ότι άλλο η συνομιλία και ο διάλογος και άλλο η επιβολή λύσεων που είναι αντίθετες με το Διεθνές Δίκαιο και την πρακτική.
ΕΡ.: Εάν η κυβέρνηση αλλάξει στάση και λειτουργεί στο εξής με διακομματική συνεννόηση στα εθνικά θέματα, είστε έτοιμος να στηρίξετε αυτή την προσπάθεια;
ΑΠ.: Ασφαλώς και είναι εθνικό χρέος των πολιτικών και των κομμάτων να στηρίζουν έμπρακτα κάθε προσπάθεια προς όφελος των συμφερόντων του έθνους και του λαού.
Η πρόταση για τη χάραξη ενιαίας εθνικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής έχει γίνει επανειλημμένα από την αξιωματική αντιπολίτευση. Αλλά το ΠΑΣΟΚ με τις μικροαντιλήψεις που το διακατέχουν αρνείται να δει τα πολλαπλά οφέλη που θα υπάρξουν για την πατρίδα μας, αλλά και για την ίδια τη δημοκρατία, αν χαραχθεί κοινή εθνική στρατηγική, από όλα τα κόμματα μαζί.
Η υπόθεση Οτζαλάν
ΕΡ.: Ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος του Πρωθυπουργού και του Θεόδωρου Πάγκαλου στην υπόθεση Οτζαλάν; Εάν είχατε χειριστεί εσείς αυτή την υπόθεση, τι θα είχατε κάνει και τι θα είχατε αποφύγει;
ΑΠ.: Κατ’ αρχήν οφείλω να ομολογήσω ότι δεν είναι ακόμη γνωστοί οι επιμέρους χειρισμοί που έγιναν στην υπόθεση Οτζαλάν. Θέλω να ελπίζω ότι η Εξεταστική Επιτροπή που θα συσταθεί θα εξετάσει όλες τις παραμέτρους και θα βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα, όχι μόνο για να αποδοθούν ευθύνες αυτό είναι το ευκολότερο των πραγμάτων αλλά για να γίνουν διορθωτικές κινήσεις και να μην επαναληφθούν τα ίδια σφάλματα.
Το εθνικό μας συμφέρον επιβάλλει να μην αναλάβουμε όλο το βάρος και την ευθύνη του κουρδικού προβλήματος, που από τη φύση του είναι διεθνές πρόβλημα. Θέλω να επισημάνω ότι η στάση του Ιταλού πρωθυπουργού, ο οποίος μάλιστα δηλώνει κομμουνιστής, υπήρξε μικρότερη κάθε προσδοκίας.
Η Ελλάδα έκανε ήδη πολύ περισσότερα από όσα θα μπορούσε να κάνει, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιομορφία των σχέσεών μας με την Τουρκία. Ο μόνος δρόμος για την Ελλάδα είναι να βοηθήσει ώστε το θέμα να διεθνοποιηθεί μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως χώρα έχουμε πολλά εθνικά προβλήματα και θα πρέπει κάποτε να δούμε και τα συμφέροντα του ελληνικού λαού.
Το θέμα των εκλογών
ΕΡ.: Βλέπετε διπλές εκλογές τον Ιούνιο;
ΑΠ.: Όχι. Δεν βλέπω μια τέτοια εξέλιξη. Αυτό όμως το οποίο βλέπω είναι ότι αμέσως μετά τις ευρωεκλογές και λόγω του αποτελέσματος, που θα αποβεί εις βάρος του ΠΑΣΟΚ, θα ασκηθούν εσωκομματικές πιέσεις για την ανατροπή του σκηνικού και των συσχετισμών δυνάμεων που υπάρχουν μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Αυτή η σύγκρουση μπορεί να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές.
ΕΡ.: Η Ν.Δ. θα είναι το πρώτο κόμμα και με διαφορά στις ευρωεκλογές, όπως προβλέπει η ηγετική ομάδα του κόμματός σας;
ΑΠ.: Αυτό λένε όλες οι σφυγμομετρήσεις, αλλά νομίζω και η κοινή λογική.
ΕΡ.: Εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι οι εθνικές εκλογές θα γίνουν το 2000 με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας; Μέχρι τότε η κυβέρνηση δεν θα έχει το χρονικό περιθώριο να κερδίσει το χαμένο έδαφος;
ΑΠ.: Όπως σας είπα μετά τις ευρωεκλογές το πολιτικό σκηνικό θα γίνει ακόμη πιο ρευστό. Στελέχη μέσα από το χώρο του ΠΑΣΟΚ θα αναζητήσουν λύσεις για να βγάλουν το ΠΑΣΟΚ από το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει. Αυτό θα οδηγήσει σε συγκρούσεις. Ως τελικό αποτέλεσμα μπορεί να έχουμε τη διενέργεια πρόωρων εκλογών.
Η Ελλάδα εισέρχεται σε μια φάση πολιτικής ρευστότητας, και λόγω των εθνικών προβλημάτων πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί.
Δεν νομίζω ότι η κυβέρνηση εύκολα θα μπορέσει να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Έχει υποστεί φθορά από τα σφάλματα και τις παραλείψεις σε πολλά επίπεδα και η αναστροφή του σημερινού σκηνικού είναι σχεδόν αδύνατο να υπάρξει.
ΕΡ.: Η οικονομία πάντως φαίνεται να πηγαίνει καλά και όλοι θεωρούν σίγουρη πλέον την ένταξή μας στην ΟΝΕ.
ΑΠ.: Αυτό δεν αποτελεί αναγκαία και ικανή υπόθεση για την ανατροπή του δυσμενούς κλίματος που έχει διαμορφωθεί εις βάρος της κυβέρνησης. Όποιες και αν είναι οι πολιτικές εξελίξεις, αυτό που επιβάλλεται από όλους μας είναι να μην χάσουμε το τρένο για την ΟΝΕ και το ευρώ.
Και η Ν.Δ. οφείλει από τώρα να προετοιμάζεται για τις συνθήκες που θα διαμορφωθούν μετά την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “