Οι συνεργάτες του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη λένε ότι του αρκεί η αναγνώριση και η αποδοχή του κόσμου. Κανείς όμως στον χώρο της πολιτικής δεν αμφιβάλλει ότι ο πρώην πρωθυπουργός θα ήθελε να ολοκληρώσει τον κύκλο του ως πρώτος πολίτης της χώρας
Εάν επισκεφθεί κανείς τον κ. Κ. Μητσοτάκη ένα πρωί στο γραφείο του στην οδό Αραβαντινού, προς στιγμήν θα δυσκολευθεί να κατανοήσει ότι βρίσκεται στον χώρο ενός πολιτικού που δεν κατέχει υψηλό κυβερνητικό αξίωμα.
Γραμματείς και συνεργάτες μπαινοβγαίνουν με βήμα ταχύ, βουλευτές, πρώην διπλωμάτες και δημοσιογράφοι περιμένουν στον προθάλαμο και τα τηλέφωνα χτυπούν ασταμάτητα. Ο πρώην πρωθυπουργός απαντά και σχολιάζει τις εξελίξεις στο Κόσοβο άλλοτε στα ελληνικά, άλλοτε στα γερμανικά και άλλοτε στα γαλλικά.
Ποιοι βρίσκονται στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής; Στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών και ενίοτε ο ίδιος ο υπουργός κ. Γ. Παπανδρέου, παλιοί ξένοι πολιτικοί με τους οποίους διατηρεί στενούς δεσμούς, αλλά και δημοσιογράφοι από την Ευρώπη, την Αμερική και αρκετές Βαλκανικές χώρες.
«Φιγκαρό» – «Νιου Γιορκ Τάιμς»
Ήταν να μη γίνει η αρχή, και αυτή έγινε με μια συνέντευξη στη «Φιγκαρό», η οποία έγραφε στον πρόλογο: «Μιλάει ένας πρώην πρωθυπουργός με βαθιά γνώση στα προβλήματα των Βαλκανίων που ίσως είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη χώρα του». Ακολούθησαν οι «Τάιμς» της Νέας Υόρκης «και η συνέχεια ήταν αναμενόμενη». Τόσες συνεντεύξεις ούτε τότε που ήταν πρωθυπουργός δεν έδωσε σε ξένα έντυπα μέσα σε 10 ημέρες», λένε γελώντας οι συνεργάτες του.
Ο κ. Κ. Μητσοτάκης στις συνεντεύξεις του στα ξένα Μέσα Ενημέρωσης, καταφέρεται ανοιχτά εναντίον των αποφάσεων του ΝΑΤΟ, επικρίνει τους Αμερικανούς για τους οποίους πιστεύει ότι δεν έχουν καταλάβει ακόμη τι συμβαίνει στα Βαλκάνια και προβλέπει ότι αν δεν βρεθεί τώρα μια διπλωματική λύση, η περιοχή για πολλά χρόνια θα γίνει Μέση Ανατολή.
Στις διαπιστώσεις του αυτές προσθέτει τη δική του εμπειρία στο θέμα της Βοσνίας, εντυπωσιάζοντας πολλές φορές τους συνομιλητές του με τις ιστορικές λεπτομέρειες του προβλήματος, τις οποίες γνωρίζει όσο λίγοι.
Δεν έχει τίποτε να χάσει
Ο πρώην πρωθυπουργός έχει αυτή την ώρα ένα ισχυρό πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων Ελλήνων πολιτικών.
Μπορεί να λέει τα πράγματα με το όνομά τους γιατί δεν έχει τίποτα να χάσει. Ούτε χειρίζεται την κρίση όπως ο πρωθυπουργός ούτε διεκδικεί την κυβέρνηση όπως ο κ. Κ. Καραμανλής ώστε να πρέπει να τηρεί προσεκτική στάση για να μην προκαλέσει τους συμμάχους μας. Τα κέρδη που αποκομίζει με τις συνεχείς παρεμβάσεις του στην κρίση του Κοσόβου είναι πολλά. Το μεγαλύτερο όμως είναι ένα:
Η μεγάλη αποδοχή που βρίσκουν οι απόψεις του στη συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης. «Τέτοια δημοτικότητα δεν είχε ούτε το ’89» λένε οι φίλοι του και προσθέτουν ότι «τώρα αποκτά ερείσματα και στον κόσμο του ΠΑΣΟΚ που δεν είχε ποτέ».
Προσεκτικά με την κυβέρνηση
Όσοι παρατηρούν τις δηλώσεις του κ. Κ. Μητσοτάκη διαπιστώνουν ότι μολονότι είναι σκληρές οι διατυπώσεις του για την τακτική του ΝΑΤΟ δεν καταφέρεται εναντίον του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης. Ο πρώην πρωθυπουργός καταλογίζει στον κ. Κ. Σημίτη ατολμία και δισταγμό στην ανάληψη πρωτοβουλιών που θα έδιναν στην Ελλάδα κεντρικό μεσολαβητικό ρόλο.
Πιστεύει όμως ότι δεν έχει κάνει λαθεμένους χειρισμούς και σε γενικές γραμμές δεν κινείται σε κατεύθυνση που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα της χώρας.
Ακόμη όπως λένε οι συνεργάτες του με αυτή τη στάση του επιθυμεί να καταστήσει σαφή τη θέση του στα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι σε κρίσιμες για τη χώρα στιγμές το εσωτερικό μέτωπο πρέπει να είναι ενιαίο.
Προτάσεις – συμβουλές
Για τον λόγο αυτό με πολλή προθυμία λέει τη γνώμη του στον υπουργό Εξωτερικών για τις εξελίξεις και προτείνει ιδέες για πρωτοβουλίες που θα μπορούσε να αναλάβει η Ελλάδα.
Το ίδιο κάνει με τους φίλους του διπλωμάτες όταν του τηλεφωνούν για να τον συμβουλευτούν, το ίδιο έκανε και στην κατ΄ ιδίαν συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό πριν από τη σύνοδο κορυφής στο Βερολίνο.
«Πρέπει να αναλάβεις, πρόεδρε, πρωτοβουλίες και να τηλεφωνήσεις στους Ευρωπαίους ηγέτες που είναι πρόθυμοι να ακούσουν προτάσεις για διπλωματική λύση» φέρεται να του είπε. Αυτό βεβαίως θα το έκανε ο πρωθυπουργός έτσι και αλλιώς λένε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ρόλος Νέστορα
Το ερώτημα που προκύπτει είναι πού στοχεύει ο κ. Κ. Μητσοτάκης με αυτή τη νέα τακτική του υπερκομματικού πολιτικού στελέχους.
Οι συνεργάτες του λένε ότι δεν έχει στόχο: «Του αρκεί η αναγνώριση και η αποδοχή που έχει από τον κόσμο στα 82 του χρόνια και έπειτα από 50 χρόνια πολυτάραχης πολιτικής παρουσίας», υποστηρίζουν και προσθέτουν:
«Ο ρόλος που επιθυμεί είναι εκείνος του Νέστορα της πολιτικής που όλοι θα επιζητούν τη συμβουλή του και θα σέβονται τη γνώμη του. Λίγο είναι αυτό;». Πράγματι είναι πολύ σημαντικό αυτό αλλά κανείς δεν αμφιβάλλει στον πολιτικό κόσμο ότι ο κ. Κ. Μητσοτάκης θα ήθελε να επιβεβαιωθεί η «Φιγκαρό» και να ολοκληρώσει τον κύκλο του ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Για να γίνει αυτό ένας τρόπος υπάρχει:
Να γίνουν εκλογές τον Μάρτιο του 2000 με αφορμή την εκλογή Προέδρου. Η Ν.Δ. να μην είναι σίγουρη για τη νίκη της, έτσι να κάνει την ανάγκη φιλοτιμία και να τον προτείνει για Πρόεδρο.
Αυτό όμως πρέπει να γίνει πριν από τη διάλυση της Βουλής, προκειμένου ο κ. Κ. Καραμανλής να έχει τη στήριξή του στην κρίσιμη και καθοριστική για τον ίδιο αναμέτρησή του με το ΠΑΣΟΚ.
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, στο γραφείο του στην οδό Αραβαντινού. Λέει τη γνώμη του για τη γιουγκοσλαβική κρίση στην κυβέρνηση, σε διπλωμάτες, σε ξένους πολιτικούς, σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης
Η υψηλή δημοτικότητα του κ. Κ. Μητσοτάκη δεν είναι σχήμα λόγου. Προκύπτει από δημοσκόπηση της εταιρείας «Κάπα Ρισέρτς» η οποία έγινε για λογαριασμό του κ. Στ. Μάνου μια εβδομάδα πριν ο πρώην υπουργός ανακοινώσει την ίδρυση του κόμματός του.
Σ’ αυτή τη δημοσκόπηση λοιπόν ο κ. Κ. Μητσοτάκης εμφανίζει αυτή τη στιγμή μεγαλύτερη δημοτικότητα και από τον πρωθυπουργό και από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Συγκεκριμένα ο κ. Κ. Μητσοτάκης έχει 35%, ο κ. Κ. Καραμανλής 34,5% και ο κ. Κ. Σημιτης 31%, ενώ σημαντική πτώση εμφανίζει η δημοτικότητα του κ. Δ. Αβραμόπουλου.
Όσο για το νέο κόμμα του κ. Στ. Μάνου φαίνεται στις ευρωεκλογές να λαμβάνει ποσοστό περίπου 4%. Αυτό εάν συμβεί θα σημαίνει ότι το νέο κόμμα μπαίνει στην Ευρωβουλη και παράλληλα προκαλεί απώλειες στην εκλογική δύναμη της Ν.Δ.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “