Επιφυλάξεις για τον χρόνο και τον τρόπο που επελέγη να τεθεί θέμα ανανέωσης στο ΠΑΣΟΚ διατηρεί ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος θεωρεί ότι τέτοιου είδους ζητήματα σε ένα μεγάλο κόμμα εξουσίας λύνονται μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες, τόσο τις εσωκομματικές όσο και τις εκλογικές.
Ανύπαρκτο δίλημμα είναι για τον Ευάγγελο Βενιζέλο η συζήτηση που έχει ανάψει στο ΠΑΣΟΚ για την ανανέωση προσώπων. Μια συζήτηση που τροφοδοτείται κυρίως από σενάρια για το ποιοι φεύγουν και ποιοι έρχονται. «Σημασία δεν έχει ποιος προλαβαίνει να δηλώσει εκφραστής της ανανέωσης, αλλά ποιος ταυτίζεται μαζί της στη συνείδηση της κοινής γνώμης», λέει ο πρώην υπουργός.
Όπως τονίζει με νόημα αυτήν την περίοδο που η κυβέρνηση περνάει δύσκολα «πρέπει να είμαστε όλοι ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς τα ποια θέματα ανοίγουμε και πότε τα ανοίγουμε». Παραδέχεται ωστόσο πως υπάρχουν στελέχη στο ΠΑΣΟΚ, τα οποία σηματοδοτούν αρνητικές στιγμές του παρελθόντος. «Δεν είμαστε όλοι ίδιοι», διευκρινίζει.
Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να έχει μπει ξανά σε κύκλο εσωστρέφειας από τις ερμηνείες που δόθηκαν σε όσα είπε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ περί ανανέωσης. Και αυτό έρχεται σε μια στιγμή κατά την οποία η κυβέρνηση περνάει δύσκολα.
Γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε όλοι ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς το ποια θέματα, πότε και πώς ανοίγουμε. Ακόμη και το πιο αυτονόητο και καλοπροαίρετο σχόλιο μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις, όταν τοποθετείται από κάποιους σε άλλα συμφραζόμενα.
Αναμφίβολα υπάρχουν, πάντως, κάποια στελέχη που σηματοδοτούν την αρνητική όψη του ΠΑΣΟΚ στην κοινή γνώμη.
Προφανώς και δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Αυτό είναι άλλωστε αναπόφευκτο σε ένα μεγάλο κόμμα εξουσίας, όπως το ΠΑΣΟΚ, που έχει μια αρκετά πολύπλοκη ανθρωπογεωγραφία. Αυτά όμως τα θέματα λύνονται μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες, τόσο τις εσωκομματικές όσο και τις εκλογικές. Στην πολιτική, άλλωστε, σημασία έχει το τι τελικά γίνεται και όχι τι προθέσεις διακηρύσσονται.
Εσείς σε ποιο ΠΑΣΟΚ θα τοποθετούσατε τον εαυτό σας;
Όπως λέω πάντα, στο όλον ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή στο ενωμένο και ανανεωμένο ΠΑΣΟΚ, που είναι ευαίσθητο, αξιόπιστο, τεκμηριωμένο και φυσικά αποτελεσματικό, δηλαδή νικηφόρο στις εκλογές. H ανανέωση είναι πρωτίστως ανανέωση των σχέσεων εμπιστοσύνης με την κοινή γνώμη. Άρα, σημασία δεν έχει ποιος προλαβαίνει να δηλώσει εκφραστής της ανανέωσης, αλλά ποιος ταυτίζεται μαζί της στη συνείδηση της κοινής γνώμης.
Δηλαδή δεν έχει το δικαίωμα ο εκάστοτε αρχηγός να επιβάλλει την αποχώρηση κάποιων στελεχών του;
Ο κάθε πολιτικός αρχηγός διαθέτει σημαντικούς θεσμικούς μηχανισμούς μέσα από τους οποίους δίνει το στίγμα του και ως προς τα πρόσωπα. Αυτό το αξιολογούν οι πολίτες. Επιλέγει, για παράδειγμα, τους υποψηφίους βουλευτές Επικρατείας ή τους υποψηφίους ευρωβουλευτές, προτείνει τη σύνθεση του Πολιτικού Συμβουλίου, αναθέτει καθήκοντα κοινοβουλευτικών εκπροσώπων ή συντονιστών στη Βουλή, επιλέγει τους στενούς του συνεργάτες και όταν κερδίζει τις εκλογές διαμορφώνει την κυβέρνησή του.
Εσείς δείξατε να το αμφισβητείτε αυτό, όταν είπατε ότι όπως ο βασιλιάς δεν μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό τον κηπουρό του, έτσι και ο πρωθυπουργός δεν μπορεί διορίζει υπουργό τον δικό του κηπουρό.
Για όποιον γνωρίζει την πολιτική και συνταγματική ιστορία της χώρας, η έκφραση περί κηπουρού είναι κλασική. Προφανώς ο πρωθυπουργός, ως φορέας της λαϊκής εντολής, έχει το απεριόριστο δικαίωμα σχηματισμού και ανασχηματισμού της κυβέρνησής του. Συνταγματικά, όμως, η Βουλή εκφράζει την εμπιστοσύνη της, όχι μόνο προς τον πρωθυπουργό ατομικά, αλλά και προς τους υπουργούς. Στην πράξη δε, οι κακές επιλογές υπουργών έχουν μεγάλο κόστος και για τον πρωθυπουργό και για το κόμμα του. Γι’ αυτό θα ήταν μέτρο διαφάνειας και ειλικρίνειας, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών συστημάτων, να είναι γνωστός στους πολίτες ο βασικός πυρήνας της σύνθεσης κάθε υποψήφιου κυβερνητικού σχήματος. Είναι άλλωστε προφανές ότι δεν είναι δυνατόν ένα κόμμα να διεκδικεί την εξουσία με μια βασική ομάδα στελεχών και στη συνέχεια να θέλει να ασκήσει την εξουσία με μία άλλη ομάδα. Το λέω δε αυτό με δεδομένη τη δήλωσή μου ότι δεν διεκδικώ υπουργικό αξίωμα, το οποίο άλλωστε κατείχα για πολλά χρόνια.
Μήπως διεκδικείτε κάτι περισσότερο ή αρκείσθε απλώς στο δικαίωμά σας να λέτε τη γνώμη σας ελεύθερα ως απλός βουλευτής και τώρα και στο μέλλον;
Με ενοχλεί το γεγονός ότι σχεδόν όλοι προσεγγίζουν τα θέματα αυτά από την οπτική γωνία της προσωπικής εξέλιξης και σταδιοδρομίας των πολιτικών στελεχών. Το τι ρόλο καλείται να παίξει ο καθένας στην πολιτική και την Πολιτεία δεν εξαρτάται από τις επιθυμίες και τους προσωπικούς του σχεδιασμούς, αλλά από τις ανάγκες της χώρας και εν τέλει από τις επιθυμίες και τις επιλογές των πολιτών. Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να δηλώσω ότι υποτάσσομαι στις ανάγκες της χώρας και τις επιλογές των πολιτών.
Το θέμα της ενδεχόμενης υποψηφιότητάς σας στον Δήμο Θεσσαλονίκης πώς ήρθε ξανά στο προσκήνιο;
Υπάρχουν κάποιοι που σκέπτονται κουτοπόνηρα και κάποιοι άλλοι καλόπιστοι, που σκέπτονται απλώς στενά. Ο στρατηγικός ορίζοντας του ΠΑΣΟΚ δεν τελειώνει στις δημοτικές εκλογές. Στόχος μας είναι η νίκη στις επόμενες βουλευτικές εκλογές και η επιτυχής εφαρμογή ενός νέου κυβερνητικού προγράμματος. Αν υπάρχει κάποιος που πιστεύει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν χρειάζεται την παρουσία μου στην κεντρική πολιτική σκηνή και τη Βουλή, στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, θα είχε ενδιαφέρον να το πει για να αξιολογηθεί από τους πολίτες. Πιστεύω ότι από τη Βουλή και την κεντρική πολιτική σκηνή προσφέρω όσες υπηρεσίες μπορώ στη χώρα, στη Θεσσαλονίκη – που το γνωρίζει πάρα πολύ καλά – και στο ΠΑΣΟΚ. Ίσως, βέβαια, υπάρχουν κάποιοι που αντιλαμβάνονται τις δημοτικές εκλογές ως ευκαιρία προσωπικής πολιτικής προβολής τους, με στόχο όχι αναγκαστικά τη νίκη και την αφιέρωση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά μία καλύτερη επίδοση στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Όσοι σκέπτονται σε αυτό το επίπεδο, δεν αντιλαμβάνονται ότι οι εκλογικοί συσχετισμοί στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Αθήνα, όπου ισχύει ακριβώς το ίδιο, δεν επιτρέπουν στο ΠΑΣΟΚ να κάνει στις δημοτικές εκλογές μία επίδειξη της κομματικής του σημαίας. Του επιβάλλουν να διαμορφώσει σχήματα που εκφράζουν την τοπική κοινωνία και υπερβαίνουν τα στενά κομματικά όρια.
Ο K. Καραμανλής χαράμισε δύο χρόνια σε μια πολιτική μισαλλοδοξίας
TO XPONIKO όριο που έχει ο κ. K. Καραμανλής για πρόωρες εκλογές είναι οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. Μετά τα προβλήματα της κυβέρνησης θα πάρουν μορφή χιονοστιβάδας, λέει ο κ. Ευάγγ. Βενιζέλος.
Κατά τη γνώμη σας πόσο πιθανό είναι ο Πρωθυπουργός να αιφνιδιάσει με πρόωρες εκλογές;
Ο κ. Καραμανλής δεν είναι πλέον σε θέση να πάρει μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες. Αν όμως το αδιέξοδο της οικονομικής του πολιτικής μετατραπεί σε οικονομική κρίση και αυτή με τη σειρά της σε κρίση πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης, τότε οι εκλογές θα καταστούν αναπόφευκτές. Χρονικό όριο για την εξέλιξη αυτού του σεναρίου είναι βέβαια οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του επόμενου Οκτωβρίου. Γιατί, έπειτα από αυτές, το πολιτικό πρόβλημα του κ. Καραμανλή θα αποκτήσει χαρακτηριστικά χιονοστιβάδας.
Ποιο άλλο όπλο διαθέτει ο κ. Καραμανλής για να ανατρέψει το δυσμενές κλίμα; Αρκεί ο ανασχηματισμός;
Δεν είναι βέβαια ο ρόλος μου να συμβουλεύω τον Πρωθυπουργό και μάλιστα δημόσια. Το καλό του τόπου απαιτεί να αλλάξει το κλίμα. Να πνεύσει ένας άνεμος αισιοδοξίας και δημιουργικότητας που θα αυξήσει και την ανταγωνιστικότητα, αλλά και το αίσθημα ασφάλειας. Αυτό προϋποθέτει ριζικές αλλαγές στην πολιτική αντίληψη, άρα ριζικές αλλαγές προσώπων τις οποίες δεν βλέπω να μπορεί να κάνει ο κ. Καραμανλής, ο οποίος στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε να ξεκινήσει την αλλαγή από τους κορυφαίους υπουργούς του, αρχής γενομένης από τον κ. Αλογοσκούφη και όχι από τη «μαρίδα». Με απλά λόγια, το θεμελιώδες λάθος του κ. Καραμανλή είναι ότι χαράμισε δύο χρόνια σε μια πολιτική μισαλλοδοξίας που δεν έβλεπε προς το μέλλον, αλλά ήθελε να αμαυρώσει τα πεπραγμένα του ΠΑΣΟΚ. Αυτό τώρα το πληρώνει.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “